Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Βόρεια Κορέα. Παρότι οι γονείς μου πάλευαν διαρκώς με τη φτώχεια, πρωταρχική τους μέριμνα ήταν να μ' αγαπάνε και να με φροντίζουν... καθώς ήμουν ο μοναδικός τους γιος... κι ο μικρότερος από τα δύο παιδιά στην οικογένεια. Το 1994, όμως, ξέσπασε ο μεγάλος λιμός. Ήμουν τεσσάρων χρονών. Η αδερφή μου κι εγώ ψάχναμε ξύλα για τη φωτιά... από τις 5 τα χαράματα... μέχρι αργά τα μεσάνυχτα. Περιπλανιόμουν στους δρόμους ψάχνοντας για φαγητό... και θυμάμαι να βλέπω ένα μικρό παιδί... στο μάρσιπο πλάτης της μητέρας του να τρώει πατατάκια... και να θέλω να του τα κλέψω. Η πείνα εξευτελίζει. Η πείνα φέρνει απελπισία. Για ένα πεινασμένο παιδί, πολιτική και ελευθερία... δεν υπάρχουν καν στο μυαλό του ως έννοιες. Στα ένατα γενέθλιά μου, οι γονείς μου... δεν είχαν να μου προσφέρουν τίποτα για φαγητό. Παρότι ήμουν παιδί, μπορούσα να αισθανθώ το βάρος... που είχαν στην καρδιά τους. Πάνω από 1εκ. Βορειοκορεάτες πέθαναν από το λιμό εκείνη την περίοδο... και το 2003, όταν ήμουν δεκατριών... ο πατέρας μου ήταν ένα από τα θύματα. Είδα τον πατέρα μου να «σβήνει» σιγά σιγά και να πεθαίνει. Την ίδια χρονιά, η μητέρα μου εξαφανίστηκε μια μέρα... και τότε η αδερφή μου μού είπε... ότι η ίδια θα πήγαινε στην Κίνα, για να βγάλει χρήματα... αλλά ότι θα επέστρεφε με χρήματα και φαγητό σύντομα. Επειδή δεν είχαμε χωριστεί ποτέ... και πίστευα ότι θα ήμασταν μαζί για πάντα... δεν την αγκάλιασα καν, για να την αποχαιρετήσω.. Ήταν το μεγαλύτερο λάθος της ζωής μου. Δεν ήξερα, όμως... ότι ο αποχωρισμός μας θα διαρκούσε τόσο πολύ. Από τότε, δεν έχω ξαναδεί τη μητέρα μου, ούτε την αδελφή μου. Ξαφνικά, έμεινα ορφανός και άστεγος. Η καθημερινότητά μου έγινε πολύ σκληρή... αλλά πολύ απλή. Στόχος μου ήταν να βρίσκω ένα σκονισμένο κομμάτι ψωμί στα σκουπίδια. Όμως, δεν μπορείς να επιβιώσεις μ' αυτόν τον τρόπο. Άρχισα να συνειδητοποιώ ότι το ν' αρχίσω να ζητιανεύω δε θα ήταν λύση. Έτσι, άρχισα να κλέβω φαγητό από τα καρότσια σε παράνομες αγορές. Κάποιες φορές, έβρισκα μικροδουλειές... με αντάλλαγμα φαγητό. Κάποτε πέρασα δύο μήνες το χειμώνα... δουλεύοντας σ' ένα ανθρακωρυχείο... 33 μέτρα κάτω από τη γη, χωρίς μέτρα προστασίας... για μέχρι και 16 ώρες την ημέρα. Ήμουν συνηθισμένη περίπτωση. Πολλά άλλα ορφανά επιβίωναν έτσι, ή και χειρότερα. Όταν δεν μπορούσα να κοιμηθώ απ' το τσουχτερό κρύο ... ή την πείνα... ήλπιζα ότι το επόμενο πρωί... θα επέστρεφε η αδερφή μου για να με ξυπνήσει... δίνοντάς μου το αγαπημένο μου φαγητό. Αυτή το αίσθημα ελπίδας με κράτησε ζωντανό. Δεν εννοώ καμιά μεγάλη, τρανή ελπίδα. Εννοώ την ελπίδα που μ' έκανε να πιστεύω... ότι ο επόμενος κάδος θα είχε ψωμί... παρότι συνήθως δεν είχε. Αν όμως δεν το πίστευα, δε θα προσπαθούσα καν... και τότε θα πέθαινα. Η ελπίδα με κράτησε ζωντανό. Κάθε μέρα έλεγα στον εαυτό μου... ότι όσο κι αν τα πράγματα δυσκόλευαν... εγώ έπρεπε να μείνω ζωντανός. Αφού πέρασα τρία χρόνια περιμένοντας την αδερφή μου... αποφάσισα να πάω στην Κίνα να την ψάξω. Συνειδητοποίησα... ότι δε θα επιβίωνα μ' αυτόν τον τρόπο για πολύ ακόμα. Ήξερα ότι ρίσκαρα τη ζωή μου με το ταξίδι... αλλά θα διακινδύνευα τη ζωή μου ούτως ή άλλως. Ή θα πέθαινα από πείνα όπως ο πατέρας μου στη Βόρεια Κορέα... ή τουλάχιστον θα προσπαθούσα για μια καλύτερη ζωή... διαφεύγοντας στην Κίνα. Είχα μάθει ότι πολλοί προσπάθησαν να διασχίσουν... τα σύνορα για την Κίνα τη νύχτα, ώστε να μη γίνουν αντιληπτοί. Οι συνοριοφύλακες στη Βόρεια Κορέα συχνά πυροβολούν και σκοτώνουν ανθρώπους... που προσπαθούν να περάσουν τα σύνορα χωρίς άδεια. Οι Κινέζοι στρατιώτες συλλαμβάνουν... και στέλνουν τους Βορειοκορεάτες πίσω... όπου αντιμετωπίσουν βαριές ποινές. Αποφάσισα να διασχίσω τα σύνορα την ημέρα... πρώτον γιατί ήμουν ακόμη παιδί και φοβόμουν το σκοτάδι... και δεύτερον γιατί ήξερα ότι ήδη έπαιρνα ένα ρίσκο... και αφού ελάχιστοι το επιχειρούσαν την ημέρα... σκέφτηκα ότι ίσως να κατάφερνα να τα διασχίσω... χωρίς να γίνω αντιληπτός. Κατάφερα να φτάσω στην Κίνα στις 15 Φεβρουαρίου, 2006. Ήμουν 16 ετών. Πίστευα ότι τα πράγματα στην Κίνα θα ήταν ευκολότερα... καθώς εκεί υπήρχε περισσότερο φαγητό. Πίστευα ότι θα με βοηθούσαν περισσότεροι άνθρωποι. Όμως, ήταν πιο δύσκολα από τη ζωή στη Βόρεια Κορέα... γιατί δεν ήμουν ελεύθερος. Είχα πάντα το φόβο ότι θα με πιάσουν... και θα με στείλουν πίσω. Από θαύμα, λίγους μήνες αργότερα... γνώρισα κάποιον που διηύθυνε... ένα μυστικό καταφύγιο για Βορειοκορεάτες... και μου επέτρεψε να μείνω εκεί... και να τρώω τακτικά γεύματα, για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια. Τον ίδιο χρόνο, ένας ακτιβιστής με βοήθησε να φύγω κρυφά από την Κίνα... και να πάω στις ΗΠΑ ως πρόσφυγας. Πήγα στην Αμερική χωρίς να γνωρίζω ούτε μια λέξη Αγγλικά... ωστόσο, ο κοινωνικός λειτουργός μου μού είπε ότι έπρεπε να πάω σχολείο. Ακόμη και στη Βόρεια Κορέα, ήμουν μαθητής κάτω του μετρίου. (Γέλια) Με το ζόρι τελείωσα το δημοτικό. Θυμάμαι ότι στο σχολείο τσακωνόμουν πολλές φορές μέσα στην ημέρα. Τα βιβλία και η βιβλιοθήκη δεν ήταν και το καλύτερό μου. Ο πατέρας μου είχε προσπαθήσει σκληρά, για να με παρακινήσει να διαβάσω... αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Στο τέλος, ο πατέρας μου εγκατέλειψε την προσπάθεια. Είπε, «Δεν είσαι γιος μου πλέον». Ήμουν μόλις 11 ή 12 χρονών, αλλά πληγώθηκα βαθιά. Παρ' όλ' αυτά, τα κίνητρά μου... δεν είχαν αλλάξει προτού πεθάνει. Οπότε, στην Αμερική, ήταν κάπως αστείο ... να μου ζητήσουν να πάω στο λύκειο. Δεν είχα πάει καν στο γυμνάσιο. Αποφάσισα να πάω, μόνο και μόνο επειδή μου είπαν να πάω, χωρίς να καταβάλλω ιδιαίτερη προσπάθεια. Μια μέρα όμως, γύρισα σπίτι και η θετή μητέρα μου... είχε φτιάξει φτερούγες κοτόπουλου για βραδινό. Καθώς τρώγαμε, ήθελα να φάω άλλη μια φτερούγα... αλλά κατάλαβα ότι δεν υπήρχαν αρκετές για όλους... οπότε αποφάσισα να μην τη φάω. Όταν κοίταξα το πιάτο μου... είδα την τελευταία φτερούγα που ο θετός μου πατέρας είχε αφήσει για μένα. Ήμουν πολύ χαρούμενος. Τον κοίταξα καθώς καθόταν δίπλα μου. Με κοίταξε κι εκείνος με μια ζεστή ματιά... αλλά δε μίλησε καθόλου. Ξαφνικά, θυμήθηκα το βιολογικό μου πατέρα. Η μικρή πράξη αγάπης του θετού πατέρα μου... μου θύμισε το βιολογικό μου πατέρα... που μ' ευχαρίστηση μοιραζόταν το φαγητό του μαζί μου... όταν ήταν πεινασμένος, ακόμη κι αν λιμοκτονούσε. Ένιωσα να πνίγομαι που ενώ εγώ είχα τόσο πολύ φαγητό στην Αμερική, ο πατέρας μου πέθανε από την πείνα. Η μόνη μου ευχή εκείνη τη νύχτα ήταν να μπορούσα να φτιάξω ένα γεύμα για εκείνον... ενώ σκεφτόμουν και τι άλλο θα μπορούσα να έκανα... για να τον τιμήσω. Η απάντηση ήταν να υποσχεθώ στον εαυτό μου... ότι θα διάβαζα πολύ και θα λάβαινα την καλύτερη δυνατή μόρφωση... στην Αμερική, ώστε να τιμήσω τη θυσία του. Αντιμετώπισα το σχολείο με σοβαρότητα... και για πρώτη φορά στη ζωή μου... έλαβα ακαδημαϊκό αριστείο... και μπήκα στην τιμητική λίστα από το πρώτο κιόλας τρίμηνο. (Χειροκρότημα) Εκείνη η φτερούγα κοτόπουλου μού άλλαξε τη ζωή. (Γέλια) Η ελπίδα είναι προσωπική υπόθεση. Η ελπίδα είναι κάτι... που κανείς δεν μπορεί να σου δώσει. Πρέπει να αποφασίσεις ότι θα πιστέψεις στην ελπίδα. Πρέπει να δημιουργήσεις ελπίδες μόνος σου. Στη Βόρεια Κορέα, εγώ το κατάφερα. Η ελπίδα με οδήγησε στην Αμερική. Στην Αμερική, όμως, δεν ήξερα τι να κάνω... καθώς είχα υπερβολική ελευθερία. Σε εκείνο το δείπνο, ο θετός μου πατέρας έδωσε μια κατεύθυνση στη ζωή μου, με παρακίνησε και μου έδωσε έναν στόχο... για να ζήσω στην Αμερική. Δεν ήρθα εδώ μόνος μου. Είχα ελπίδα, αλλά η ελπίδα από μόνη της δεν αρκεί. Πολλοί άνθρωποι με βοήθησαν να φτάσω μέχρι εδώ. Οι Βορειοκορεάτες παλεύουν σκληρά για να επιβιώσουν. Πρέπει να υποχρεώσουν τους εαυτούς τους να επιβιώσουν... να έχουν ελπίδα ότι θα επιβιώσουν... αλλά δε μπορούν να τα καταφέρουν χωρίς βοήθεια. Αυτό είναι το μήνυμά μου προς εσάς. Να έχετε ελπίδα για τον εαυτό σας, αλλά και να βοηθάτε ο ένας τον άλλον. Η ζωή μπορεί να γίνει σκληρή για όλους μας, οπουδήποτε κι αν ζούμε. Ο θετός μου πατέρας δεν είχε σκοπό ν' αλλάξει τη ζωή μου. Ομοίως, μπορεί κι εσείς ν' αλλάξετε τη ζωή κάποιου... ακόμη και με μια πολύ μικρή πράξη αγάπης. Μια φέτα ψωμί μπορεί να ικανοποιήσει την πείνα σας... και η ελπίδα που διατηρείτε μπορεί να φέρει το ψωμί... που θα σας κρατήσει στη ζωή. Πιστεύω σθεναρά ότι... η δική σας πράξη αγάπης και φροντίδας... μπορεί να σώσει τη ζωή ενός άλλου Τζόσεφ... και να αλλάξει τη ζωή χιλιάδων άλλων Τζόσεφ... οι οποίοι ακόμα ελπίζουν ότι θα επιβιώσουν. Σας ευχαριστώ. (Χειροκρότημα) Άντριαν Χονγκ: Τζόσεφ, σε ευχαριστούμε που μοιράστηκες... αυτήν την πολύ προσωπική και ιδιαίτερη ιστορία σου μαζί μας. Ξέρω ότι δεν έχεις δει την αδερφή σου, όπως είπες, σχεδόν για μια δεκαετία... κι αν υπάρχει έστω η παραμικρή πιθανότητα να μας βλέπει αυτή τη στιγμή... θα θέλαμε να σου δώσουμε την ευκαιρία... να της στείλεις ένα μήνυμα. Τζόσεφ Κιμ: Να μιλήσω Κορεάτικα; Α.Χ: Μπορείς να τα πεις και στα Αγγλικά και στα Κορεάτικα. (Γέλια) Τ.Κ: Εντάξει, δε θα μιλήσω πλέον Κορεάτικα... γιατί δεν πιστεύω ότι θα καταφέρω να το κάνω... χωρίς να καταρρακωθώ. Νούνα, έχουν περάσει σχεδόν 10 χρόνια... από την τελευταία φορά που σε είδα. Ήθελα μόνο να πω... ότι μου λείπεις και ότι σε αγαπώ... και σε παρακαλώ να γυρίσεις πίσω σε μένα και να παραμείνεις ζωντανή. Κι εγώ - Θεέ μου. Δεν έχω χάσει τις ελπίδες μου ότι θα σε δω. Θα ζήσω ευτυχισμένη ζωή... και θα μελετήσω σκληρά... μέχρι να σε συναντήσω... και υπόσχομαι ότι δε θα κλάψω ξανά. (Γέλια) Ανυπομονώ να σε δω... κι αν δεν μπορέσεις να με βρεις... θα σε ψάξω κι εγώ... κι ελπίζω ότι μια μέρα θα σε συναντήσω. Μπορώ να στείλω κι ένα σύντομο μήνυμα στη μητέρα μου; Α.Χ: Βέβαια, παρακαλώ. Τ.Κ: Δεν πέρασα πολύ χρόνο μαζί σου... αλλά ξέρω ότι με αγαπάς ακόμη... και ίσως και να προσεύχεσαι ακόμα για μένα... και να με σκέφτεσαι. Ήθελα μόνο να σε ευχαριστήσω... που με έφερες στη ζωή. Σε ευχαριστώ. (Χειροκρότημα)