1 00:00:05,527 --> 00:00:08,443 Αυτή είναι η φωτογραφία ενός άντρα 2 00:00:08,443 --> 00:00:11,915 που για πολλά χρόνια σχεδίαζα να σκοτώσω. 3 00:00:13,630 --> 00:00:15,452 Είναι ο πατέρας μου, 4 00:00:16,610 --> 00:00:20,330 Κλίντον Τζορτζ «Σακουλιάρης» Γκραντ. 5 00:00:20,330 --> 00:00:22,218 Τον φωνάζουν Σακουλιάρη 6 00:00:22,218 --> 00:00:25,595 γιατί έχει μόνιμα σακούλες κάτω από τα μάτια του. 7 00:00:26,749 --> 00:00:30,513 Ως 10χρονος, μαζί με τα αδέρφια μου, 8 00:00:30,513 --> 00:00:37,320 ονειρευόμουν να ξύσω το δηλητήριο μιας μυγοπαγίδας μέσα στον καφέ του, 9 00:00:37,320 --> 00:00:43,105 να θρυμματίσω γυαλί και να το πασπαλίσω πάνω στο πρωινό του, 10 00:00:43,105 --> 00:00:45,280 να λασκάρω το χαλί στις σκάλες 11 00:00:45,280 --> 00:00:47,382 ώστε να σκοντάψει και να σπάσει τον λαιμό του. 12 00:00:48,079 --> 00:00:50,159 Αλλά εκείνη τη μέρα, 13 00:00:50,159 --> 00:00:52,231 αυτός απέφευγε πάντα εκείνο το σκαλί, 14 00:00:52,231 --> 00:00:53,960 έφευγε από το σπίτι 15 00:00:53,960 --> 00:00:56,166 χωρίς να πιει μια γουλιά καφέ, 16 00:00:56,166 --> 00:00:58,618 ή να φάει μια μπουκιά. 17 00:00:58,618 --> 00:01:00,004 Για πάρα πολλά χρόνια, 18 00:01:00,004 --> 00:01:01,994 φοβόμουν πως ο πατέρας μου θα πεθάνει 19 00:01:01,994 --> 00:01:04,108 προτού βρω την ευκαιρία να τον σκοτώσω. 20 00:01:04,108 --> 00:01:06,450 (Γέλια) 21 00:01:08,330 --> 00:01:11,601 Μέχρι τη στιγμή που η μητέρα μας του ζήτησε να φύγει 22 00:01:11,603 --> 00:01:13,508 και να μην ξαναγυρίσει, 23 00:01:13,508 --> 00:01:16,157 ο Σακουλιάρης ήταν ένα τρομακτικό τέρας. 24 00:01:17,505 --> 00:01:20,549 Ταλαντευόταν διαρκώς στα όρια της οργής, 25 00:01:20,549 --> 00:01:23,067 κάπως σαν κι εμένα, όπως βλέπετε. 26 00:01:24,512 --> 00:01:27,687 Δούλευε τη νύχτα στη Βόξχολ Μότορς στο Λούτον 27 00:01:27,687 --> 00:01:31,235 και απαιτούσε απόλυτη ησυχία μέσα στο σπίτι, 28 00:01:31,235 --> 00:01:34,538 οπότε όταν επιστρέφαμε από το σχολείο στις 3.30 το απόγευμα, 29 00:01:34,538 --> 00:01:36,608 στριμωχνόμαστε δίπλα στην τηλεόραση, 30 00:01:36,608 --> 00:01:39,118 και σα να ληστεύουμε χρηματοκιβώτιο, 31 00:01:39,118 --> 00:01:41,754 γυρίζαμε το κουμπί της έντασης του ήχου της τηλεόρασης 32 00:01:41,754 --> 00:01:44,227 ώστε ίσα ίσα ν' ακούγεται. 33 00:01:44,227 --> 00:01:47,638 Κάποιες φορές, ακούγαμε τόσο πολύ «Σσσσ...», 34 00:01:47,638 --> 00:01:50,960 τόσο πολύ «Σσσσ...» μέσα στο σπίτι 35 00:01:50,960 --> 00:01:53,710 που φανταζόμουν ότι ήμασταν 36 00:01:53,710 --> 00:01:56,030 το γερμανικό πλήρωμα ενός υποβρυχίου 37 00:01:56,030 --> 00:01:58,492 που έπλεε αθόρυβα στην άκρη του ωκεανού 38 00:01:58,492 --> 00:02:00,848 ενώ από πάνω, στην επιφάνεια, 39 00:02:00,848 --> 00:02:03,963 το βασιλικό σκάφος του Σακουλιάρη έκανε περιπολία 40 00:02:03,963 --> 00:02:06,490 έτοιμος να εξαπολύσει βόμβες βάθους 41 00:02:06,490 --> 00:02:08,782 στην πρώτη αφορμή οποιασδήποτε ενόχλησης. 42 00:02:10,007 --> 00:02:12,612 Το μάθημα που πήραμε λοιπόν ήταν: 43 00:02:12,612 --> 00:02:14,800 «Μην τραβάς την προσοχή 44 00:02:14,800 --> 00:02:16,994 είτε εντός, είτε εκτός σπιτιού». 45 00:02:16,994 --> 00:02:20,060 Ίσως είναι ένα μάθημα για τους μετανάστες. 46 00:02:20,060 --> 00:02:22,800 Έπρεπε να μη μας πιάνουν τα ραντάρ, 47 00:02:22,800 --> 00:02:24,915 οπότε στην ουσία, δεν υπήρχε καμμία επικοινωνία 48 00:02:24,915 --> 00:02:28,236 μεταξύ του Σακουλιάρη και εμάς και εμάς με τον Σακουλιάρη, 49 00:02:28,236 --> 00:02:30,444 και ο ήχος που ανυπομονούσαμε να ακούσουμε, 50 00:02:30,444 --> 00:02:32,068 ξέρετε, όταν είσαι παιδί 51 00:02:32,068 --> 00:02:35,316 και θες να γυρίσει ο πατέρας σου σπίτι και θα είναι όλα χαρούμενα 52 00:02:35,316 --> 00:02:37,270 και περιμένεις τον ήχο της πόρτας που ανοίγει. 53 00:02:37,270 --> 00:02:39,356 Ο ήχος που εμείς περιμέναμε, 54 00:02:39,356 --> 00:02:41,649 ήταν ο ήχος της πόρτας να κλείνει, 55 00:02:41,649 --> 00:02:44,247 που σήμαινε ότι είχε φύγει και δε θα επέστρεφε. 56 00:02:45,165 --> 00:02:47,706 Έτσι, για τρεις δεκαετίες, 57 00:02:47,706 --> 00:02:51,487 δεν είδα ποτέ τον πατέρα μου, ούτε εκείνος εμένα. 58 00:02:51,487 --> 00:02:53,275 Δε μιλήσαμε ποτέ για τρεις δεκαετίες, 59 00:02:53,275 --> 00:02:56,306 και τότε, καναδυό χρόνια πριν, αποφάσισα 60 00:02:56,306 --> 00:02:58,587 να στρέψω την προσοχή πάνω του. 61 00:02:58,587 --> 00:03:00,935 «Σας παρακολουθούν. 62 00:03:00,935 --> 00:03:02,831 Στην κυριολεξία. 63 00:03:02,831 --> 00:03:05,165 Σας παρακολουθούν». 64 00:03:05,165 --> 00:03:07,869 Αυτό ήταν το ρητό του για μας, τα παιδιά του. 65 00:03:07,869 --> 00:03:09,672 Μας το έλεγε ξανά και ξανά. 66 00:03:09,672 --> 00:03:12,345 Μιλάμε για το 1970, για το Λούτον, 67 00:03:12,345 --> 00:03:14,204 όπου δούλευε στη Βόξχολ Μότορς, 68 00:03:14,204 --> 00:03:15,771 ήταν Τζαμαϊκανός, 69 00:03:15,771 --> 00:03:17,270 και αυτό που ήθελε να πει 70 00:03:17,270 --> 00:03:19,991 ήταν πως εσένα, το παιδί Τζαμαϊκανού μετανάστη, 71 00:03:19,991 --> 00:03:22,599 σε παρακολουθούν για να δουν που πηγαίνεις, 72 00:03:22,599 --> 00:03:26,855 να δουν αν εντάσσεσαι στο στερεότυπο που έχουν για σένα, 73 00:03:26,855 --> 00:03:29,445 αν είσαι ανεύθυνος, τεμπέλης, 74 00:03:29,445 --> 00:03:32,306 αν προορίζεσαι για μια ζωή μες στο έγκλημα. 75 00:03:32,306 --> 00:03:33,680 Σε παρακολουθούν, 76 00:03:33,680 --> 00:03:38,043 γι' αυτό ανέτρεψε τις προσδοκίες τους. 77 00:03:38,043 --> 00:03:42,171 Γι' αυτό τον λόγο, ο Σακουλιάρης και οι φίλοι του, 78 00:03:42,171 --> 00:03:44,357 κυρίως Τζαμαϊκανοί, 79 00:03:44,357 --> 00:03:47,740 επιδείκνυαν ένα είδος τζαμαϊκανού καθωσπρεπισμού: 80 00:03:47,740 --> 00:03:50,874 να δείχνεις τον καλύτερό σου εαυτό στον κόσμο, 81 00:03:50,874 --> 00:03:53,008 να δείχνεις το καλό σου πρόσωπο στον κόσμο. 82 00:03:55,331 --> 00:03:57,438 Αν έχετε δει κάποιες από τις εικόνες 83 00:03:57,438 --> 00:04:01,124 με την άφιξη ανθρώπων της Καραϊβικής τις δεκαετίες του '40 και του '50, 84 00:04:01,124 --> 00:04:05,256 ίσως έχετε παρατηρήσει πως πολλοί από τους άντρες φορούν «καβουράκι». 85 00:04:05,256 --> 00:04:07,927 Δεν υπήρχε παράδοση να φορούν αυτά τα καπέλα στη Τζαμάικα. 86 00:04:07,927 --> 00:04:10,959 Εφήυραν αυτήν την παράδοση για την άφιξή τους εδώ. 87 00:04:10,959 --> 00:04:14,741 Ήθελαν να προβάλλονται όπως ήθελαν να τους βλέπουν, 88 00:04:14,741 --> 00:04:19,179 έτσι, η εμφάνισή τους και τα παρατσούκλια τους 89 00:04:19,179 --> 00:04:20,816 τους χαρακτήριζαν. 90 00:04:20,816 --> 00:04:23,417 Έτσι, ο Σακουλιάρης είναι καραφλός 91 00:04:23,417 --> 00:04:26,418 και έχει σακούλες κάτω απ' τα μάτια. 92 00:04:26,418 --> 00:04:30,441 Ο Παπουτσάκιας είναι ιδιότροπος σχετικά με τα υποδήματά του. 93 00:04:30,441 --> 00:04:32,717 Ο Ανυπόμονος είναι πάντα ανυπόμονος. 94 00:04:32,717 --> 00:04:35,788 Ο Ρολόης έχει ένα χέρι μακρύτερο από το άλλο. 95 00:04:35,788 --> 00:04:38,533 (Γέλια) 96 00:04:39,438 --> 00:04:43,140 Ο πιο αγαπημένος μου ήταν αυτός που τον φώναζαν Καλοκαιρινά Ρούχα. 97 00:04:43,140 --> 00:04:45,760 Όταν ο Καλοκαιρινά Ρούχα ήρθε εδώ από τη Τζαμάικα, 98 00:04:45,760 --> 00:04:47,403 στις αρχές του '60, 99 00:04:47,403 --> 00:04:49,810 φόραγε μόνο λεπτά καλοκαιρινά κουστούμια, 100 00:04:49,810 --> 00:04:51,535 ό,τι καιρό κι αν είχε, 101 00:04:51,535 --> 00:04:53,446 και καθώς ερευνούσα τις ζωές τους, 102 00:04:53,446 --> 00:04:55,912 ρώτησα τη μητέρα μου, «Τι απέγινε ο Καλοκαιρινά Ρούχα;» 103 00:04:55,912 --> 00:04:58,068 και μου είπε, «Πέθανε από κρύωμα». 104 00:04:58,068 --> 00:05:00,224 (Γέλια) 105 00:05:00,224 --> 00:05:02,382 Αλλά άντρες όπως ο Καλοκαιρινά Ρούχα 106 00:05:02,382 --> 00:05:03,945 μας έμαθαν τη σημασία του στυλ. 107 00:05:03,945 --> 00:05:06,460 Ίσως το παράκαναν με το στυλ τους 108 00:05:06,460 --> 00:05:08,413 γιατί νόμιζαν πως δεν τους θεωρούσαν 109 00:05:08,413 --> 00:05:10,417 ιδιαίτερα πολιτισμένους 110 00:05:10,417 --> 00:05:14,783 και μετέφεραν αυτή τη συμπεριφορά ή το άγχος της γενιάς τους 111 00:05:14,783 --> 00:05:16,593 σε μας, την επόμενη γενιά, 112 00:05:16,593 --> 00:05:18,590 τόσο πολύ που καθώς μεγάλωνα, 113 00:05:18,590 --> 00:05:21,559 αν ακούγαμε ποτέ στις ειδήσεις, στην τηλεόραση ή στο ράδιο 114 00:05:21,559 --> 00:05:24,263 κάτι για κάποιον μαύρο που διέπραττε ένα έγκλημα, 115 00:05:24,263 --> 00:05:27,309 ληστεία, φόνο, διάρρηξη, 116 00:05:27,309 --> 00:05:30,801 ντρεπόμαστε κι εμείς και οι γονείς μας, 117 00:05:30,801 --> 00:05:34,006 γιατί απογοήτευαν όλους εμάς. 118 00:05:34,006 --> 00:05:35,658 Δεν εκπροσωπούσες απλά τον εαυτό σου, 119 00:05:35,658 --> 00:05:37,720 εκπροσωπούσες όλη την ομάδα. 120 00:05:39,817 --> 00:05:45,022 Ήταν τρομακτικό να συνειδητοποιείς ότι κατά κάποιο τρόπο, 121 00:05:45,022 --> 00:05:49,040 ίσως να σε αντιμετωπίσουν κι εσένα έτσι. 122 00:05:50,963 --> 00:05:54,038 Αυτό λοιπόν έπρεπε ν' αντικρούσουμε. 123 00:05:59,368 --> 00:06:03,508 Ο πατέρας μας και πολλοί από τους συναδέλφους του 124 00:06:03,508 --> 00:06:07,438 παρουσίαζαν ένα είδος μετάδοσης, αλλά όχι λήψης. 125 00:06:07,438 --> 00:06:11,204 Ήταν φτιαγμένοι για να μεταδίδουν αλλά όχι για να λαμβάνουν. 126 00:06:11,204 --> 00:06:13,534 Εμείς έπρεπε να κάνουμε ησυχία. 127 00:06:14,595 --> 00:06:16,654 Όταν ο πατέρας μας μάς μιλούσε, 128 00:06:16,654 --> 00:06:19,472 ήταν από τον άμβωνα του μυαλού του. 129 00:06:23,732 --> 00:06:26,091 Ήταν προσκολλημένοι στη βεβαιότητα της πεποίθησης 130 00:06:26,091 --> 00:06:28,914 πως η αμφισβήτηση θα τους υποβάθμιζε. 131 00:06:28,914 --> 00:06:33,635 Αλλά όταν εργάζομαι στο σπίτι μου και γράφω, 132 00:06:33,635 --> 00:06:36,614 μετά από μια μέρα γραψίματος, τρέχω στον κάτω όροφο 133 00:06:36,614 --> 00:06:40,581 και μιλάω γεμάτος ενθουσιασμό για τον Μάρκους Γκάρβεϊ ή τον Μπομπ Μάρλεϊ 134 00:06:40,581 --> 00:06:43,270 και οι λέξεις ξεπηδούν από το στόμα μου σαν πεταλούδες 135 00:06:43,270 --> 00:06:44,773 και είμαι τόσο ενθουσιασμένος 136 00:06:44,773 --> 00:06:46,856 που τα παιδιά μου με σταματάνε και λένε, 137 00:06:46,856 --> 00:06:49,039 «Μπαμπά, κανείς δε νοιάζεται». 138 00:06:49,039 --> 00:06:51,346 (Γέλια) 139 00:06:52,632 --> 00:06:55,041 Αλλά στην πραγματικότητα, νοιάζονται. 140 00:06:55,041 --> 00:06:56,584 Αλλάζουν πλευρά. 141 00:06:56,584 --> 00:06:58,909 Με κάποιο τρόπο καταφέρνουν να το κάνουν. 142 00:06:58,909 --> 00:07:03,130 Διαμορφώνουν τις ζωές τους σύμφωνα με την αφήγηση της ζωής σου, 143 00:07:03,130 --> 00:07:06,458 ίσως όπως έκανα κι εγώ με τον πατέρα και τη μητέρα μου, 144 00:07:06,458 --> 00:07:09,408 και ίσως όπως έκανε ο Σακουλιάρης με τον δικό του πατέρα. 145 00:07:09,408 --> 00:07:14,702 Αυτό γινόταν πιο ξεκάθαρο καθώς εξέταζα τη ζωή του 146 00:07:14,702 --> 00:07:18,308 και κατανοώντας αυτό που λένε οι αυτόχθονες Αμερικανοί: 147 00:07:18,308 --> 00:07:20,551 «Μην κατακρίνεις κάποιον 148 00:07:20,551 --> 00:07:22,513 πριν περπατήσεις με τα παπούτσια του». 149 00:07:22,513 --> 00:07:24,970 Αλλά αναλογιζόμενος τη ζωή του, 150 00:07:24,970 --> 00:07:28,143 μπορεί με ακρίβεια ν' αποτυπωθεί 151 00:07:28,143 --> 00:07:32,674 η ζωή της Καραϊβικής στην Αγγλία στα 1970 152 00:07:32,674 --> 00:07:36,247 με μπολ με πλαστικά φρούτα, 153 00:07:36,247 --> 00:07:38,629 με φελιζόλ στο ταβάνι, 154 00:07:38,629 --> 00:07:41,684 με πολυθρόνες μόνιμα τυλιγμένες 155 00:07:41,684 --> 00:07:44,978 με τα διάφανα καλύμματα που είχαν όταν αγοράστηκαν. 156 00:07:44,978 --> 00:07:47,532 Αλλά αυτό που είναι δυσκολότερο να περιγράψεις 157 00:07:47,532 --> 00:07:50,616 είναι το συναισθηματικό τοπίο ανάμεσα στις γενιές. 158 00:07:50,616 --> 00:07:55,008 Το παλιό γνωμικό, πως με την ηλικία έρχεται η σοφία, 159 00:07:55,008 --> 00:07:57,235 δεν είναι αλήθεια. 160 00:07:57,235 --> 00:08:00,319 Με την ηλικία έρχεται η πρόσοψη του καθωσπρεπισμού 161 00:08:00,319 --> 00:08:03,845 και η πρόσοψη της άβολης αλήθειας. 162 00:08:03,845 --> 00:08:06,847 Αλλά αυτό που ίσχυε, ήταν πως οι γονείς μου 163 00:08:06,847 --> 00:08:09,421 -και οι δύο συμφωνούσαν με αυτό- 164 00:08:09,421 --> 00:08:11,809 δεν εμπιστεύονταν το κράτος για την εκπαίδευσή μου, 165 00:08:11,809 --> 00:08:14,521 γι' αυτό ακούγομαι έτσι. 166 00:08:14,521 --> 00:08:18,066 Αποφάσισαν να με στείλουν σε ιδιωτικό σχολείο, 167 00:08:18,066 --> 00:08:20,840 αλλά ο πατέρας μου δούλευε στη Βόξχολ Μότορς. 168 00:08:20,840 --> 00:08:24,144 Είναι αρκετά δύσκολο να καλύψεις τα δίδακτρα ενός ιδιωτικού σχολείου 169 00:08:24,144 --> 00:08:26,595 και να ταΐσεις μια στρατιά παιδιά. 170 00:08:26,595 --> 00:08:29,894 Θυμάμαι καθώς πήγαινα στο σχολείο για τις εισαγωγικές εξετάσεις, 171 00:08:29,894 --> 00:08:31,634 κι ο πατέρας μου είπε στον ιερέα 172 00:08:31,634 --> 00:08:34,393 -ήταν καθολικό σχολείο- 173 00:08:34,393 --> 00:08:38,606 πως ήθελε μια καλύτερη «εκπαίδεψη» για το αγόρι του, 174 00:08:38,606 --> 00:08:41,573 όμως ο πατέρας μου 175 00:08:41,573 --> 00:08:44,496 δεν κατάφερε ποτέ να τελειώσει το δημοτικό, 176 00:08:44,496 --> 00:08:46,932 πόσο μάλλον να δώσει εισαγωγικές εξετάσεις. 177 00:08:46,932 --> 00:08:48,984 Για να χρηματοδοτήσει την εκπαίδευσή μου, 178 00:08:48,984 --> 00:08:52,060 θα έπρεπε να κάνει μερικά ύποπτα πράγματα. 179 00:08:52,060 --> 00:08:54,811 Έτσι, ο πατέρας μου χρηματοδοτούσε τις σπουδές μου 180 00:08:54,811 --> 00:08:58,253 μεταφέροντας παράνομα προϊόντα με το αυτοκίνητό του, 181 00:08:58,253 --> 00:09:00,423 και αυτό δυσκόλευε, γιατί ο πατέρας μου... 182 00:09:00,423 --> 00:09:02,580 παρεμπιπτόντως, αυτό δεν είναι το αμάξι του. 183 00:09:02,580 --> 00:09:04,459 Ο πατέρας μου ήθελε ένα τέτοιο αμάξι, 184 00:09:04,459 --> 00:09:06,651 αλλά είχε ένα χτυπημένο Μίνι, 185 00:09:06,651 --> 00:09:10,514 και ως Τζαμαϊκανός που ήρθε σ'αυτή τη χώρα, 186 00:09:10,514 --> 00:09:12,696 ποτέ δεν είχε δίπλωμα οδήγησης, 187 00:09:12,696 --> 00:09:15,278 ποτέ δεν είχε ασφάλεια, ή σήμα κυκλοφορίας ή ΚΤΕΟ. 188 00:09:15,278 --> 00:09:17,799 Σκεφτόταν πως, «Ξέρω να οδηγώ, 189 00:09:17,799 --> 00:09:20,502 γιατί χρειάζομαι την έγκριση του κράτους;» 190 00:09:20,502 --> 00:09:23,539 Αλλά γινόταν λιγάκι δύσκολο όταν μας σταματούσε η αστυνομία, 191 00:09:23,539 --> 00:09:26,134 και μας σταματούσε συχνά η αστυνομία, 192 00:09:26,134 --> 00:09:27,651 και με εντυπωσίαζε ο τρόπος 193 00:09:27,651 --> 00:09:29,903 που ο πατέρας μου αντιμετώπιζε την αστυνομία. 194 00:09:29,903 --> 00:09:32,748 Προβίβαζε αμέσως τον αστυνόμο, έτσι, ο αστυφύλακας Μπλογκς 195 00:09:32,748 --> 00:09:37,826 γινόταν υπαστυνόμος Μπλογκς στην πορεία της συζήτησης 196 00:09:37,826 --> 00:09:39,792 και μας χαιρετούσε γεμάτος χαρά. 197 00:09:39,792 --> 00:09:42,168 Ο πατέρας μου εφάρμοζε αυτό που λέμε στην Τζαμάικα 198 00:09:42,168 --> 00:09:45,358 «Το παίζω χαζός για να πάρω αυτό που θέλω». 199 00:09:45,361 --> 00:09:48,420 Αλλά επίσης δημιουργούσε την ιδέα 200 00:09:48,420 --> 00:09:51,065 πως στην πραγματικότητα 201 00:09:51,065 --> 00:09:53,140 τον μείωνε ή τον υποτιμούσε ο αστυνομικός, 202 00:09:53,140 --> 00:09:55,517 - σα δεκάχρονο αγόρι, αυτό έβλεπα- 203 00:09:55,517 --> 00:09:57,889 αλλά υπήρχε επίσης μια σύγχυση απέναντι στις αρχές. 204 00:09:57,889 --> 00:10:00,953 Έτσι, από τη μια μεριά, κορόιδευε τις αρχές, 205 00:10:00,953 --> 00:10:04,851 αλλά από την άλλη υπήρχε σεβασμός απέναντι στις αρχές, 206 00:10:04,851 --> 00:10:07,404 Oι άνθρωποι από την Καραϊβική 207 00:10:07,404 --> 00:10:11,052 έδειχναν μια αλλαζονική υπακοή απένταντι στις αρχές, 208 00:10:11,052 --> 00:10:13,538 κι αυτό είναι πολύ εντυπωσιακό, και κάπως παράξενο 209 00:10:13,538 --> 00:10:16,596 αφού οι μετανάστες είναι πολύ γενναίοι άνθρωποι, 210 00:10:16,596 --> 00:10:18,523 αφήνουν τα σπίτια τους. 211 00:10:18,523 --> 00:10:22,834 Οι γονείς μου έφυγαν από την Τζαμάικα και ταξίδεψαν 6.500 χιλιόμετρα, 212 00:10:22,834 --> 00:10:26,715 κι όμως το ταξίδι τους έκανε και πάλι παιδιά, 213 00:10:26,715 --> 00:10:28,636 τους έκανε συνεσταλμένους, 214 00:10:28,636 --> 00:10:30,680 και κάπου στην πορεία, 215 00:10:30,680 --> 00:10:32,669 η φυσική τάξη αντιστράφηκε. 216 00:10:32,669 --> 00:10:35,409 Τα παιδιά έγιναν οι γονείς για τους γονείς. 217 00:10:36,460 --> 00:10:40,114 Οι άνθρωποι από την Καραϊβική ήρθαν σ' αυτή τη χώρα με σχέδιο 5 ετών: 218 00:10:40,114 --> 00:10:42,546 θα έβγαζαν μερικά χρήματα και μετά θα επέστρεφαν, 219 00:10:42,546 --> 00:10:44,803 αλλά τα 5 χρόνια έγιναν 10, τα 10 έγιναν 15, 220 00:10:44,803 --> 00:10:47,460 και πριν το καταλάβεις, αλλάζεις την ταπετσαρία, 221 00:10:47,460 --> 00:10:50,681 και σ' εκείνο το σημείο, ξέρεις ότι ήρθες για να μείνεις. 222 00:10:50,681 --> 00:10:53,888 Αν και υπάρχει ακόμα αυτή η προσωρινότητα 223 00:10:53,888 --> 00:10:55,578 που ένιωθαν οι γονείς μας εδώ, 224 00:10:55,578 --> 00:10:58,539 εμείς τα παιδιά ξέραμε πως το παιχνίδι ήταν χαμένο. 225 00:10:59,678 --> 00:11:01,875 Νομίζω ότι υπήρχε η σκέψη πως, 226 00:11:01,875 --> 00:11:07,877 δε θα κατάφερναν ν' ακολουθήσουν τα ιδανικά 227 00:11:07,877 --> 00:11:10,275 της ζωής που προσδοκούσαν. 228 00:11:10,275 --> 00:11:11,936 Η πραγματικότητα διέφερε πολύ. 229 00:11:11,936 --> 00:11:15,849 Επίσης, διαφορετική ήταν η πραγματικότητα για την εκπαίδευσή μου. 230 00:11:15,849 --> 00:11:19,437 Έχοντας ξεκινήσει τη διαδικασία, ο πατέρας μου δε συνέχισε. 231 00:11:19,437 --> 00:11:22,119 Έτσι, η εκπαίδευσή μου ανατέθηκε στη μητέρα μου, 232 00:11:22,119 --> 00:11:24,701 και όπως έλεγε ο Τζωρτζ Λάμινγκ, 233 00:11:24,701 --> 00:11:28,289 η μητέρα ήταν ο πατέρας μου. 234 00:11:30,116 --> 00:11:33,066 Ακόμα και στην απουσία του, το παλιό του ρητό παρέμενε: 235 00:11:33,066 --> 00:11:35,162 Σε παρακολουθούν. 236 00:11:35,162 --> 00:11:38,614 Όμως τόση αδιάκοπη επιφυλακτικότητα, μπορεί να οδηγήσει σε άγχος, 237 00:11:38,614 --> 00:11:40,830 τόσο πολύ, που μερικά χρόνια αργότερα, 238 00:11:40,830 --> 00:11:43,143 καθώς ερευνούσα γιατί τόσο πολλοί νέοι μαύροι 239 00:11:43,143 --> 00:11:44,777 είχαν διαγνωσθεί με σχιζοφρένεια, 240 00:11:44,777 --> 00:11:46,701 έξι φορές περισσότερο απ' το κανονικό, 241 00:11:46,701 --> 00:11:50,050 δεν ήταν έκπληξη που άκουσα τον ψυχίατρο να λέει, 242 00:11:50,050 --> 00:11:53,449 «Οι μαύροι εκπαιδεύονται μέσα στην παράνοια». 243 00:11:55,228 --> 00:11:58,143 και αναρωτήθηκα τι θα καταλάβαινε μ' αυτό ο Σακουλιάρης. 244 00:11:58,566 --> 00:12:01,579 Τότε είχα κι εγώ ένα δεκάχρονο γιο 245 00:12:01,579 --> 00:12:04,198 κι έστρεψα την προσοχή μου στον Σακουλιάρη 246 00:12:04,198 --> 00:12:06,026 και άρχισα να τον ψάχνω. 247 00:12:06,026 --> 00:12:08,486 Ήταν πίσω στο Λούτον, ήταν 82 χρονών, 248 00:12:08,486 --> 00:12:12,161 και είχα να τον δω πάνω από 30 χρόνια. 249 00:12:12,161 --> 00:12:14,572 Όταν άνοιξε την πόρτα 250 00:12:14,572 --> 00:12:17,984 είδα αυτόν τον μικροσκοπικό άντρα, με θαμπά, χαμογελαστά μάτια 251 00:12:17,984 --> 00:12:19,925 και χαμογελούσε. 252 00:12:19,925 --> 00:12:21,866 Δεν τον είχα δει ποτέ να χαμογελάει. 253 00:12:21,866 --> 00:12:23,809 Με μπέρδεψε πολύ αυτό. 254 00:12:23,809 --> 00:12:27,010 Αλλά καθίσαμε, και ήταν κι ένας φίλος του από την Καραϊβική μαζί, 255 00:12:27,010 --> 00:12:29,238 μιλούσαν για τα παλιά, 256 00:12:29,238 --> 00:12:31,549 και ο πατέρας μου με κοιτούσε, 257 00:12:31,549 --> 00:12:34,767 και με κοιτούσε λες και θα εξαφανιζόμουν ξαφνικά, 258 00:12:34,767 --> 00:12:37,177 όπως ακριβώς εμφανίστηκα. 259 00:12:37,177 --> 00:12:38,871 Γύρισε στο φίλο του και του είπε: 260 00:12:38,871 --> 00:12:41,786 «Αυτό το αγόρι κι εγώ, έχουμε ένα βαθύ, βαθύ δεσμό. 261 00:12:41,786 --> 00:12:43,967 Έναν βαθύ, βαθύ δεσμό». 262 00:12:44,753 --> 00:12:46,881 Αλλά εγώ ποτέ δεν ένιωσα αυτόν τον δεσμό. 263 00:12:46,881 --> 00:12:49,239 Αν υπήρχε κάποιος παλμός, ήταν πολύ αδύναμος, 264 00:12:49,239 --> 00:12:50,962 ή δεν υπήρχε καθόλου. 265 00:12:51,767 --> 00:12:54,433 Στη διάρκεια της επανασύνδεσης ένοιωσα σχεδόν 266 00:12:54,433 --> 00:12:57,676 σα να περνούσα από ακρόαση για να είμαι ο γιος του πατέρα μου. 267 00:12:58,713 --> 00:13:00,442 Όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο, 268 00:13:00,442 --> 00:13:02,580 είχε καλές κριτικές στις εθνικές εφημερίδες, 269 00:13:02,580 --> 00:13:05,323 αλλά η πρώτη εφημερίδα στο Λούτον δεν είναι η Γκάρντιαν, 270 00:13:05,323 --> 00:13:07,665 είναι τα Νέα του Λούτον, 271 00:13:07,665 --> 00:13:11,302 και τα Νέα του Λούτον είχαν τίτλο για το βιβλίο: 272 00:13:11,302 --> 00:13:14,837 «Το Βιβλίο Που Μπορεί Να Γιατρέψει Χάσμα 32 Χρόνων». 273 00:13:16,518 --> 00:13:19,633 Κατάλαβα ότι αυτό μπορεί επίσης να εκπροσωπούσε 274 00:13:19,633 --> 00:13:22,160 το χάσμα ανάμεσα σε μια γενιά και την επόμενη, 275 00:13:22,160 --> 00:13:26,069 ανάμεσα σε ανθρώπους σαν κι εμένα και τη γενιά του πατέρα μου. 276 00:13:26,069 --> 00:13:28,292 Αλλά δεν υπάρχει παράδοση στην Καραϊβική 277 00:13:28,292 --> 00:13:30,178 για απομνημονεύματα και βιογραφίες. 278 00:13:30,178 --> 00:13:34,340 Ήταν παράδοση να μη μιλάς για τις δουλειές σου δημόσια. 279 00:13:34,340 --> 00:13:39,119 Αλλά μου άρεσε ο τίτλος και σκέφτηκα πως, ναι, 280 00:13:39,119 --> 00:13:42,364 υπάρχει η πιθανότητα αυτό να γίνει αφορμή για συζητήσεις 281 00:13:42,364 --> 00:13:45,011 που δεν είχαμε κάνει ξανά. 282 00:13:45,011 --> 00:13:48,388 Ίσως έτσι να κλείσει το χάσμα των γενεών. 283 00:13:49,126 --> 00:13:51,870 Μπορεί να είναι το όργανο για την επανόρθωση. 284 00:13:51,870 --> 00:13:54,544 Μάλιστα άρχισα να αισθάνομαι πως αυτό το βιβλίο 285 00:13:54,544 --> 00:13:57,082 μπορεί να το εκλάβει ο πατέρας μου 286 00:13:57,082 --> 00:13:59,878 σαν μια πράξη συμφιλίωσης. 287 00:14:01,150 --> 00:14:03,113 Καημένε, παραπλανημένε ανόητε... 288 00:14:04,698 --> 00:14:08,030 Ο Σακουλιάρης θίχτηκε, επειδή νόμιζε 289 00:14:08,030 --> 00:14:11,405 πως τα ελαττώματά του βγήκαν στο φως της δημοσιότητας. 290 00:14:11,913 --> 00:14:14,124 Θίχτηκε από την προδοσία μου. 291 00:14:14,124 --> 00:14:16,926 Πήγε στις εφημερίδες την επόμενη μέρα 292 00:14:16,926 --> 00:14:18,759 και απαίτησε ν' απαντήσει, 293 00:14:18,759 --> 00:14:20,596 και τα κατάφερε με τον τίτλο, 294 00:14:20,596 --> 00:14:22,788 «Ο Σακουλιάρης Ανταποδίδει» 295 00:14:23,690 --> 00:14:26,397 Ήταν μια φαντασμαγορική περιγραφή της προδοσίας μου. 296 00:14:26,397 --> 00:14:29,222 Δεν ήμουν γιος του. 297 00:14:29,222 --> 00:14:31,420 Στο μυαλό του πίστευε 298 00:14:31,420 --> 00:14:34,257 ότι η εικόνα του είχε αμαυρωθεί και δε θα το επέτρεπε αυτό. 299 00:14:34,257 --> 00:14:36,485 Έπρεπε ν' αποκαταστήσει την αξιοπρέπειά του, και το έκανε, 300 00:14:36,485 --> 00:14:39,170 κι ενώ στην αρχή απογοητεύτηκα, 301 00:14:39,170 --> 00:14:41,762 με τον καιρό θαύμασα τη στάση του. 302 00:14:41,762 --> 00:14:43,723 Το αίμα στις φλέβες του ακόμα σιγοέβραζε, 303 00:14:43,723 --> 00:14:46,619 κι ας ήταν 82 χρονών. 304 00:14:47,370 --> 00:14:50,117 Αν αυτό σήμαινε ότι τώρα θα επιστρέφαμε 305 00:14:50,117 --> 00:14:54,237 σε 30 χρόνια σιωπής, ο πατέρας μου θα έλεγε, 306 00:14:55,527 --> 00:14:58,039 «Αν είναι έτσι, έτσι είναι». 307 00:14:59,142 --> 00:15:02,322 Οι Τζαμαϊκανοί θα σου πουν, πως δεν υπάρχουν γεγονότα, 308 00:15:02,322 --> 00:15:04,906 υπάρχουν μόνο εκδοχές. 309 00:15:04,906 --> 00:15:07,247 Όλοι λέμε στους εαυτούς μας τις εκδοχές της ιστορίας 310 00:15:07,247 --> 00:15:09,683 που μας βολεύουν περισσότερο. 311 00:15:09,683 --> 00:15:12,374 Κάθε γενιά χτίζει ένα οικοδόμημα 312 00:15:12,374 --> 00:15:14,830 το οποίο είναι απρόθυμη, 313 00:15:14,830 --> 00:15:17,388 ή μερικές φορές ανίκανη να διαλύσει. 314 00:15:17,388 --> 00:15:21,209 Αλλά στην πορεία, η δική μου εκδοχή της ιστορίας 315 00:15:21,209 --> 00:15:26,295 άρχισε ν' αλλάζει και αποσυνδέθηκε από μένα. 316 00:15:26,295 --> 00:15:29,370 Έχασα το μίσος μου για τον πατέρα μου. 317 00:15:29,370 --> 00:15:32,507 Δεν ήθελα πια να πεθάνει, ή να τον δολοφονήσω. 318 00:15:33,617 --> 00:15:36,310 Ένιωθα ελεύθερος, 319 00:15:38,047 --> 00:15:40,720 πολύ πιο ελεύθερος απ' ό,τι είχα νιώσει ποτέ. 320 00:15:42,411 --> 00:15:44,783 Αναρωτιέμαι αν αυτή η απελευθέρωση 321 00:15:44,783 --> 00:15:47,367 θα μπορούσε να μεταφερθεί σ'αυτόν. 322 00:15:49,148 --> 00:15:52,183 Σ' αυτήν την αρχική επανένωση, 323 00:15:54,591 --> 00:15:56,745 με ταρακούνησε η ιδέα 324 00:15:56,745 --> 00:15:59,863 πως είχα πολύ λίγες φωτογραφίες μου 325 00:15:59,863 --> 00:16:02,120 ως μικρό παιδί. 326 00:16:02,960 --> 00:16:04,764 Σ' αυτή τη φωτογραφία, 327 00:16:04,764 --> 00:16:06,763 είμαι εννέα μηνών. 328 00:16:06,763 --> 00:16:08,916 Στην πρωτότυπη φωτογραφία, 329 00:16:08,916 --> 00:16:11,967 με κρατάει ο πατέρας μου, ο Σακουλιάρης, 330 00:16:11,967 --> 00:16:13,871 αλλά όταν χώρισαν οι γονείς μου, 331 00:16:13,871 --> 00:16:16,922 η μητέρα μου τον απέκοψε από όλες τις πλευρές της ζωής μας. 332 00:16:16,922 --> 00:16:20,389 Πήρε ένα ψαλίδι και τον έκοψε από κάθε φωτογραφία. 333 00:16:20,389 --> 00:16:24,568 Για χρόνια έλεγα στον εαυτό μου, πως η αλήθεια αυτής της φωτογραφίας 334 00:16:24,568 --> 00:16:26,773 ήταν πως είσαι μόνος, 335 00:16:26,773 --> 00:16:29,818 δε σε στηρίζει κανείς. 336 00:16:29,818 --> 00:16:32,273 Αλλά υπάρχει κι άλλος τρόπος να δεις τη φωτογραφία. 337 00:16:32,273 --> 00:16:34,544 Είναι μια φωτογραφία 338 00:16:34,544 --> 00:16:37,493 που έχει την προοπτική μιας επανένωσης, 339 00:16:37,493 --> 00:16:40,533 την προοπτική της επανένωσης με τον πατέρα μου, 340 00:16:40,533 --> 00:16:44,124 και από τη λαχτάρα μου να με κρατήσει ο πατέρας μου, 341 00:16:44,124 --> 00:16:46,722 τον κρατούσα ψηλά στο φως. 342 00:16:48,001 --> 00:16:50,398 Σ' εκείνη την πρώτη επανένωση, 343 00:16:52,418 --> 00:16:55,142 οι στιγμές ήταν πολύ άβολες και έντονες, 344 00:16:55,142 --> 00:16:56,884 και για να ελαφρύνουμε την ένταση, 345 00:16:56,884 --> 00:16:59,269 αποφασίσαμε να πάμε μια βόλτα. 346 00:16:59,822 --> 00:17:01,823 Καθώς περπατούσαμε, συνειδητοποίησα 347 00:17:01,823 --> 00:17:04,219 ότι είχα γίνει ξανά το παιδί, 348 00:17:04,219 --> 00:17:07,382 ακόμα κι αν έριχνα μερικά κεφάλια στον πατέρα μου. 349 00:17:07,382 --> 00:17:09,892 Ήμουν σχεδόν 30 εκ. ψηλότερος από τον πατέρα μου. 350 00:17:09,892 --> 00:17:12,344 Παρ' όλα αυτά, εκείνος ήταν ο μεγάλος 351 00:17:12,344 --> 00:17:15,902 και προσπαθούσα να ταιριάξω το βήμα μου με το δικό του. 352 00:17:17,239 --> 00:17:19,047 Κατάλαβα πως περπατούσε 353 00:17:19,047 --> 00:17:21,457 σα να ήταν ακόμα υπό επιτήρηση, 354 00:17:21,457 --> 00:17:23,770 αλλά θαύμαζα το περπάτημά του. 355 00:17:23,770 --> 00:17:26,321 Περπατούσε όπως κάποιος 356 00:17:26,321 --> 00:17:29,112 που έχει χάσει στον τελικό του Κυπέλου Ποδοσφαίρου 357 00:17:29,112 --> 00:17:33,454 και σκαρφαλώνει τα σκαλιά για να πάρει το μετάλλιο της παρηγοριάς. 358 00:17:33,454 --> 00:17:35,727 Υπήρχε αξιοπρέπεια στην ήττα. 359 00:17:36,511 --> 00:17:37,969 Σας ευχαριστώ. 360 00:17:37,969 --> 00:17:40,554 (Χειροκρότημα)