WEBVTT 00:00:14.941 --> 00:00:34.917 Κώστας Βάρναλης Η αληθινή απολογία του Σωκράτη 00:00:38.654 --> 00:00:41.668 Το πώς γεννήκανε τα πραμματα 00:00:41.838 --> 00:00:43.642 Όσο μιλούσαν οἱ κατηγόροι 00:00:43.642 --> 00:00:46.646 (ὁ Μέλητος μὲ τὴν ψιλὴ φωνὴ καὶ τὰ γυναικίστικα κουνήµατα, 00:00:46.646 --> 00:00:48.175 νεβρικὸς σὰν ἀηδόνι 00:00:48.175 --> 00:00:51.380 ὁ "Ανυτος μὲ τὰ μεγάλ᾽ ἀφτιὰ χαὶ τὰ ρουθούνια γιοµάτα τρίχες' 00:00:51.380 --> 00:00:54.256 ὁ Λύκων μὲ τὰ στενὰ κροτάφια καὶ τὴ θολὴ ματιά), 00:00:54.256 --> 00:00:58.601 οἱ δικαστάδες καθισµένοι κατάχαµα, σταβροπόδι κι ἀνακούρκουδα, 00:00:58.601 --> 00:01:02.746 μασουλούσανε πασατέµπο καὶ φτιούσανε τὰ τσόφλια στὸ σβέρκο τοῦ µπροστινοῦ. 00:01:02.746 --> 00:01:06.941 Οἱ πιὸ πολλοὶ ξαπλωμένοι δίπλα καὶ κάνοντας µαξιλάρι τὰ παπούτσια τους 00:01:06.941 --> 00:01:08.660 ρουχαλίζανε ρυθμικά. 00:01:08.942 --> 00:01:12.119 Κι ὁ Σωκράτης κοίταζε ψηλὰ τὸν ἀνοιξιάτικο οὐρανὸ 00:01:12.119 --> 00:01:15.949 καὶ κάπου κάπου σιγότριβε τὸ ζερβί του γόνα, ποὺ τόνε σουγλοῦσε. 00:01:15.949 --> 00:01:21.222 Μ᾽ ὅλο τὸ σούσουρο, ποὺ γινότανε, μ᾿ ὅλη τὴ βόχα, ποὺ βγάζανε τόσα ξαναµένα κορμιὰ 00:01:21.222 --> 00:01:25.092 καὶ χαλασμένα στοµάχια, τὰ κατάφερνε ν᾿ ἀκούει τὰ χαρούμενα πουλιά, 00:01:25.092 --> 00:01:29.354 ποὺ τιτιβίζανε στὰ τριγυρινὰ πέφκα καὶ νὰ ὀσμίζεται τὸ µυρωδιὰ τῆς ρετσίνας, 00:01:29.354 --> 00:01:32.980 του σκίνου και τοῦ θυμαριού, που ανάδινεν η χέρσα Γῆς. 00:01:36.607 --> 00:01:40.642 Αμα τελειώσαν οἱ κατηγόροι, γίνηκε μεμιὰς βαθύτατη σιωπή, 00:01:40.912 --> 00:01:44.239 λὲς καὶ βούλιαξε ὁ τόπος μὲ τὰ κοτρώνια, τὰ δέντρα καὶ τοὺς ἀνθρώπους 00:01:44.239 --> 00:01:48.460 µέσα σὲ μιὰν ἀτέλειωτη πηγάδα καὶ τοὺς σκέπασε ὅλους τὸ νερό, δυὸ µπόγια. 00:01:49.858 --> 00:01:53.548 Κρατώντας ολοι την ἀνάσα τους χαρφώσανε τὰ μάτια πάνου στὸ Σωκράτη 00:01:53.759 --> 00:01:58.110 περίεργοι νὰ ἰδούνε μὲ τί τσαλίµια θὰ προσπαθοῦσε νὰ τουµπάρει τὸ Νόμο. 00:01:58.832 --> 00:02:02.101 Άμα σταματήσει ο μύλος τα μεσάνυχτα, ξυπνάει ὁ µυλωνάς. 00:02:02.637 --> 00:02:06.460 Ὁ Σωκράτης, μ᾿ όλη τὴ σιωπή, που τον ἔσφιξε µονοχόµατη κι ἀπὸ παντού, 00:02:06.460 --> 00:02:08.462 µήτε ξύπνησε, µήτε κουνήθηκε. 00:02:09.198 --> 00:02:14.796 Κάποιος τότε μαθητὴς τόνε τράβηξε από το µανίκι: «Δάσκαλε η σειρά σου». 00:02:15.801 --> 00:02:19.902 Μονάχα τότε ὁ Δάσκαλος γύρισε κ᾿ είδε σαστισµένος όλο κείνο τ᾽ ἀνθρωπομάνι. 00:02:19.902 --> 00:02:24.470 Δυσκολέφτηχε νὰ θυμηθεί, πὼς πεντακόσια θεριά τὸν είχανε ζώσει ἀγριεμένα. 00:02:25.267 --> 00:02:30.001 Χαμογέλασε πειραχτιχὰ µέσα στὰ πηχτά του τὰ γένια, µισοσηκώθηκε μιὰ στιγμὴ 00:02:30.001 --> 00:02:32.706 και κοιτάζοντας απάνου στο τραπέζι τα δυο τσουκάλια 00:02:32.706 --> 00:02:37.212 (τὸ ένα χαλκωματένιο και τ άλλο ξύλινο) σοβαρά και τα δυο και κατσουφιασμένα, 00:02:37.212 --> 00:02:41.068 λες κ᾿ είχανε ψυχή καὶ τόνε µισούσανε κι ἀφτά, μουρμούρισε: 00:02:41.802 --> 00:02:45.506 «Κ’ ἐγὼ περίμενα σείς, ω άντρες᾿Αθηναίοι, ν᾿ἀπολογηθεῖτε. 00:02:46.428 --> 00:02:49.947 Ξανακάθισε κι άρχισε πάλε νὰ τρίβει τὸ ζερβί του γόνα. 00:02:51.994 --> 00:02:54.814 Οἱ δικαστάδες θυµώσανε μὲ τ᾽ ἄπρεπο φέρσιμο 00:02:54.814 --> 00:02:57.509 και κοιταχτήκανε γρήγορα γρήγορα συναμεταξύ τους. 00:02:58.019 --> 00:03:01.684 Τους ζεµάτιζε τόσες ώρες ο κατάκορφος ήλιος με την ἐλπίδα, 00:03:01.684 --> 00:03:05.049 το πὼς θὰ γουστάρανε στο τέλος μ᾿ ἀφτόνε το γερογρουσούζη. 00:03:05.481 --> 00:03:07.443 Θὰ τόνε βλέπαν άσοφο καὶ ταπεινωµένο 00:03:07.443 --> 00:03:10.779 μπροστά στο Νόμο τὸν ἀψηλομέτωπο και παντογνώστη. 00:03:11.071 --> 00:03:13.240 Και νὰ τώρα πού τοὺς χαλούσε τὸ κέφι. 00:03:13.785 --> 00:03:17.302 Μὰ πιὸ πολύ περιφραχτήκανε, πού καταφρόνεσε τέτοιαν ώρα 00:03:17.302 --> 00:03:22.317 τὸ μεγαλύτερο αγαθό της δημοκρατίας: πρώτα ν᾿ἀπολογιέσαι κ’ ύστερα νὰ σὲ κόβουνε. 00:03:22.751 --> 00:03:25.404 Κι όπως, άμα δέρνεις ἕνα παιδί κι ἀφτὸ δὲν κλαίει, 00:03:25.404 --> 00:03:29.296 πεισματώνεσαι και τὸ δέρνεις περισσότερο, ἔτσι χι ἀφτοὶ πεισµατωθήκανε 00:03:29.296 --> 00:03:31.795 και γιὰ νὰ τὸν κάνουνε νὰ νιώσει τὴ δύναμη τοὺς, 00:03:31.795 --> 00:03:36.126 τόνε βγάλανε με την πρώτη τους ψηφοφορία φταίχτη και στα τρία κακουργήματα, 00:03:36.126 --> 00:03:38.749 πού τον κατηγόρησαν οἱ τρείς πολεμάρχοι τῆς ᾿Αρετής. 00:03:39.512 --> 00:03:42.994 'Ο Σωκράτης, σαν άκουσε τὴν απόφαση τους, έκανε: χμ. 00:03:43.574 --> 00:03:46.672 Κι άμα τόνε ρωτήξανε κατόπι (σύµφωνα με το Νόμο), 00:03:46.672 --> 00:03:51.762 ποιὰν τιμωρία διαλέγει, θάνατο γιὰ εξορία, κούνησε τὴ φαράκλα του δώθε κείθε 00:03:51.762 --> 00:03:53.426 και δεν απάντησε τίποτα. 00:03:53.984 --> 00:03:58.120 Τότες ο κλητήρας ζύγωσε και του το ξαναφώναξε δυνατά µέσα στ᾽αφτιά του. 00:03:58.802 --> 00:04:04.322 Ο Σωκράτης, θέλοντας και μη, σηκώθηκε πάλε βαριεστισµένα και τους είπε: «Δε λέω, 00:04:04.322 --> 00:04:08.849 κ'οἱ δυό σας τιμωρίες εἶναι και δίκαιες και συφερτικές γιὰ μένα και γιὰ σας. 00:04:08.849 --> 00:04:11.478 Ὅμως ἐγώ θα προτιμούσα μιὰν τρίτη». 00:04:12.248 --> 00:04:15.396 «Ποιάνε; ποιάνε;» φώναξαν ούλοι χαρούμενα. 00:04:15.396 --> 00:04:18.460 «Είτε σας εβεργέτησα είτε σᾶς ζήμιωσα 00:04:18.460 --> 00:04:21.891 να με βάλετε τώρα, που γέρασα, στο Τεμπελχανιὀ. 00:04:21.891 --> 00:04:25.928 Έτσι και σεις θ'ασφαλιστείτε από µένα κ’ εγώ θα ξεκουραστώ από σάς. 00:04:26.396 --> 00:04:28.413 Και ν᾿ἀφήνετε κάθε πρωί στην πόρτα µου 00:04:28.413 --> 00:04:30.828 (χωρίς να με βλέπετε και χωρίς νὰ σᾶς βλέπω) 00:04:30.828 --> 00:04:34.124 ζεστές κι αφράτες ἐκείνες τις ὡραίες µελόπιτες, 00:04:34.124 --> 00:04:37.552 που δίνετε τόσους αἰώνες ἐβλαβικά στο άγιο φίδι τού Ηρεχθείου, 00:04:37.552 --> 00:04:38.946 τον γιό τῆς Παρθένας. 00:04:39.524 --> 00:04:43.880 Γιατί θαρρώ, πως ἐγώ σας έκανα και περισσότερο καλό και λιγότερο κακό 00:04:43.880 --> 00:04:46.713 παρὰ κάθε λογής θεϊκό ζωντόβολο». 00:04:49.116 --> 00:04:53.524 Οἱ δικαστάδες, ἀπελέκητοι χωριάτες, πού με το παραµικρὸ βλαστημούσανε τὰ θεία, 00:04:53.524 --> 00:04:55.237 γελάσανε μ᾿όλη την καρδιά τους, 00:04:55.237 --> 00:04:57.776 σαν ακούσανε τ᾽αναπάντεχο τούτο χωρατό του Σωκράτη. 00:04:57.776 --> 00:05:01.755 Και περιμέναμε να τους πει κι άλλα. Και κείνος σε λίγο: 00:05:02.345 --> 00:05:05.041 «Κι ἀφού κάνω τη σωστότερη, καθώς φαίνεται, κρίση, 00:05:05.043 --> 00:05:07.962 ἐγώ ταιριάζει να πάρω και τους μιστούς ὁλωνώνε σας». 00:05:08.697 --> 00:05:12.931 Πωπώ! τί γένηκε τότες! Οἱ δικαστάδες λυσσάξανε. 00:05:12.931 --> 00:05:16.176 Άλλοι σηκώσανε τα μπαστούνια, ἄλλοι αρπάξανε πέτρα 00:05:16.176 --> 00:05:19.588 κι άλλοι χυμήξανε πάνου στα κάγκελα μὲ τὰ δέκα νύχια μπροστά 00:05:19.588 --> 00:05:22.282 για να τον ξεσχίσουνε κι όλοι φωνάζανε µαζί, 00:05:22.282 --> 00:05:23.952 ποὺ δεν ξεχώριζες λέξη. 00:05:24.401 --> 00:05:28.573 ᾽Ακούς εκεί ναν τους ζητάει τους τρεις οβολούς, τον τίµιο κόπο τους. 00:05:29.018 --> 00:05:32.370 Γι' ἀφτὸ λοιπόν αφήσανε τις δουλειές τους νοικοκυρέοι ανθρώποι 00:05:32.370 --> 00:05:35.328 και χασοµερίσαν όλη µέρα γιὰ νὰ διαφεντέψουνε την πατρίδα; 00:05:36.024 --> 00:05:39.500 Και δεν είτανε δα για τα λεφτά... μα τους ζητούσε νὰ παρανομήσουν. 00:05:39.981 --> 00:05:41.972 Και να θέλανε, δεν είχανε µήτε ἀφτοὶ 00:05:41.972 --> 00:05:46.235 το δικαίωμα να χαρίσουνε το µιστό τους, µήτε κ᾿η πολιτεία να τους τόνε στερήσει... 00:05:46.235 --> 00:05:52.010 Μωρέ τούτος είναι μπὶτ ξετσίπωτος κι άθεος και προδότης! Καλά και θα ιδεί! 00:05:53.020 --> 00:05:56.777 Για τούτο, μια κι ο ίδιος ο Σωκράτης δε διάλεγε τε είδος της τιμωρίας του, 00:05:56.777 --> 00:06:00.305 τόνε καταδικάσαν αφτοί, με τη δεύτερη Ψηφοφορία τους 00:06:00.305 --> 00:06:03.227 (πάλε σύµφωνα με το Νόμο) να πιει το φαρμάκι. 00:06:04.428 --> 00:06:08.253 Τότες ίσα ίσα λαμποκόπησε ὁλάκερος απὸ κέφι και δύναμη. 00:06:08.413 --> 00:06:11.754 Απλὸς και σβέλτος, καθὼς τόνε ξέραν οἱ περισσότεροι στα µεθύσια του, 00:06:11.754 --> 00:06:14.883 στους καβγάδες και στον πόλεμο, στάθηκε στέρεα στο βήμα 00:06:14.883 --> 00:06:18.606 και µισοκλείνοντας τα πονηρά του μάτια τους είπε σιγά σιγά τούτα, 00:06:18.606 --> 00:06:20.595 ποὺ μέλλει ν'ακουσετε παρακάτου. 00:06:23.195 --> 00:06:26.599 Οι τάχατες «απολογίες», που του γράψανε, φίλοι και µαθητάδες, 00:06:26.739 --> 00:06:31.010 όλες είναι πλάσματα της φαντασίας τους, µικρόλογες προσπάθειες ν᾿ ἀποδείξουνε, 00:06:31.010 --> 00:06:33.963 πως ο Σωκράτης είταν ἀθώος, ο Νόμος είτανε δίκαιος 00:06:33.963 --> 00:06:38.020 κ' οι δικαστάδες ντόµπροι και τίµιοι Αθηναίοι,που κάνανε... λάθος· 00:06:38.588 --> 00:06:43.462 και µονάχοι φταίχτες οἱ τρείς παλιανθρώποι που τόνε κατατρέξανε το ζάβαλη. 00:06:43.502 --> 00:07:06.828 Το πώς γενήκανε τα πράματα 00:07:17.735 --> 00:07:30.526 Η αληθινή απολογία του Σωκράτη ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ 00:07:31.146 --> 00:07:34.254 ΤΙ ΩΡΑ είναι;… Περασμένο μεσημέρι!… 00:07:35.516 --> 00:07:38.158 Έξι σωστές ωρούλες και δεν άκουσα τίποτα! 00:07:38.627 --> 00:07:41.106 Τα χρόνια, βλέπετε, μου βαρύνανε την ακοή… 00:07:41.932 --> 00:07:43.716 Αν ο Δυσσέας είχε το κουσούρι μου, 00:07:43.716 --> 00:07:46.527 δε θα κόπιαζε να καλαφατίσει τ’ αυτιά του με κερί 00:07:46.527 --> 00:07:48.551 και να δεθεί στο κατάρτι για να μην ακούσει 00:07:48.551 --> 00:07:50.364 το ηδονικό τραγούδι του θανάτου. 00:07:51.205 --> 00:07:55.283 Αγκαλά (μια και το ’φερε η κουβέντα) ο θάνατος αντιλάλησε βαθύτερα 00:07:55.283 --> 00:07:58.435 μέσα στην ψυχή του, κι ύστερα τον άκουγε σ’ όλη του τη ζωή. 00:07:58.953 --> 00:08:03.614 Μα και να ’χα δέκ’ αυτιά κι όλα γερά, πάλε δε θα μπορούσα ν’ ακούσω 00:08:04.109 --> 00:08:07.391 Τα ’χασα μπροστά στο μεγάλο και φανταχτερό σας πλήθος. 00:08:07.784 --> 00:08:10.044 Μου φαινότανε πως ήμουνα στον άλλον κόσμο 00:08:10.044 --> 00:08:13.276 και με δικάζανε πεθαμένον πεντακόσοι Πλούτωνες. 00:08:13.714 --> 00:08:15.909 Γι’ αυτό και χαμογελούσα ταπεινά. 00:08:16.397 --> 00:08:19.405 Ήταν από φόβο, σαστισμάρα και βλακεία! 00:08:19.774 --> 00:08:24.344 Α!… νιώθω να λαχταρίζει μέσα στην ψυχή μου το πατριωτικό μου φιλότιμο. 00:08:24.735 --> 00:08:27.069 Έχω κι εγώ τις μεγάλες αυτές αρετές! 00:08:27.458 --> 00:08:29.981 Κι αληθινά, όπου ριζοβολήσει τούτ’ η Τριάδα 00:08:30.321 --> 00:08:32.193 (βλακεία, σαστισμάρα και φόβος) 00:08:32.193 --> 00:08:35.676 εκεί κι ο Νόμος έχει δύναμη κι ο λαός είν’ ευτυχισμένος. 00:08:36.269 --> 00:08:40.279 Λοιπόν, δεν άκουσα τίποτα, γιατί ’χε σταματήσει το μυαλό μου. 00:08:40.471 --> 00:08:44.868 Άλλοτε συνήθιζε να ταξιδεύει πολύ μακριά, σε μια χώρα ξωτική, 00:08:44.868 --> 00:08:47.736 που μήτε πουλί μήτε πλεούμενο τηνε ζύγωσε ποτές, 00:08:47.736 --> 00:08:49.535 γιατί δεν υπάρχει πουθενά. 00:08:49.998 --> 00:08:53.501 Εκείθες ματαγύριζε πάντα γιομάτο βουητά και θάμπη 00:08:53.501 --> 00:08:55.241 και πόνους αβάσταγους. 00:08:55.780 --> 00:08:58.847 Ήταν η χώρα των Ιδεών, ω άντρες Αθηναίοι! 00:08:59.220 --> 00:09:02.929 Κι όποιος μπει σ’ αυτήνε μια φορά παθαίνει το δυστύχημα του Τειρεσία, 00:09:02.929 --> 00:09:07.025 που είδε την Παλλάδα κατάγυμνη. Στραβώνεται για πάντα! 00:09:08.051 --> 00:09:11.602 Μα τώρα τελευταία το μυαλό μου φέρνεται σαν τα μουλάρια 00:09:11.602 --> 00:09:14.265 που βρίσκονται ξαφνικά μπροστά σ’ ολόρθο γκρεμόν 00:09:14.265 --> 00:09:16.337 ή πάνου σε σάπιο γεφύρι. 00:09:16.617 --> 00:09:19.515 Κωλώνει, καρφώνεται, πεισματώνει 00:09:19.515 --> 00:09:22.632 και δε θέλει να κάνει μισή πιθαμή πέρ’ από τη μύτη μου. 00:09:22.919 --> 00:09:26.156 Και μ’ αναγκάζει να σκύβω να κοιτάζω τη μύτη μου! 00:09:26.492 --> 00:09:31.539 Ολάκερος κόσμος! Απεραντοσύνη της ασκήμιας, ήγουν της αλήθειας! 00:09:31.941 --> 00:09:36.737 Με πιάνει ζάλη και τα μελίγγια μου χτυπάνε σα σφυριά. Παράξενο πράμα! 00:09:37.063 --> 00:09:41.423 Βλέπουμε θεούς, ιδέες, ονείρατα, περασμένα, μελλούμενα, 00:09:41.544 --> 00:09:44.822 και δε βλέπουμε τη μύτη μας, ω άντρες Αθηναίοι! 00:09:45.201 --> 00:09:47.979 Τώρα καταλαβαίνω πως αληθινά σοφός είναι 00:09:47.979 --> 00:09:51.238 εκείνος που καταφέρνει να τηνε ιδεί και να την καταλάβει. 00:09:51.685 --> 00:09:54.709 Κι εγώ μήτε την είχα ποτές υποψιαστεί πως υπάρχει, 00:09:54.976 --> 00:09:57.752 κι ας με πειράζαν όλοι πως ήτανε πλατσουκωτή 00:09:57.752 --> 00:09:59.654 σαν της μαϊμούς και του τράγου. 00:10:00.099 --> 00:10:04.080 Δεν άκουσα το λοιπόν τίποτα, γιατί όλες αυτές τις ώρες 00:10:04.080 --> 00:10:06.705 μελετούσα τη μύτη μου για να γίνω σοφός. 00:10:07.943 --> 00:10:11.536 Βέβαια τα παραλέω. Δεν μπορεί να μην άκουσα τίποτα! 00:10:11.536 --> 00:10:15.759 Άρπαζε και μένα κάπου κάπου τ’ αυτί μου καμιά βρισιά των κατηγόρων 00:10:15.759 --> 00:10:17.678 ή καμιά βλαστήμια δική σας. 00:10:18.008 --> 00:10:21.898 Και γελούσα μέσα μου με τις κοροϊδευτικές απάντησες που μου ερχόντανε. 00:10:22.350 --> 00:10:24.680 Μα δεν μπορούσα ναν τις πω κείνη τη στιγμή· 00:10:25.078 --> 00:10:28.096 ο νόμος απαγορεύει να διακόψεις το ρήτορα. 00:10:28.246 --> 00:10:31.815 Έτσι, κρατιόμουνα κι εγώ, για να σας τα πω μια και καλή στο τέλος, 00:10:31.815 --> 00:10:35.590 καθώς σφίγγεται, κρατιέται κι αναβάλλει κανείς τις χειμωνιάτικες νύχτες, 00:10:35.590 --> 00:10:39.546 σα βρέχει και φυσάει χιονιάς, να βγει στην αυλή προς νερού του. 00:10:40.025 --> 00:10:44.151 Μα σαν ήρτε κι η σειρά μου να μιλήσω, ξέχασα τί θα σας έλεγα 00:10:44.481 --> 00:10:46.319 και βαρέθηκα νάν τα θυμηθώ. 00:10:47.511 --> 00:10:51.324 Μα κείνο που άκουσα καλύτερα ήταν η θανατική σας απόφαση. 00:10:51.700 --> 00:10:54.844 Την ήξερ’ από τα πριν, γιατί ’χα πλέρια μπιστοσύνη 00:10:54.844 --> 00:10:56.432 στον ξεπεσμό του καιρού μας. 00:10:56.683 --> 00:11:00.320 Μα και να μην την ήξερα, δε θα ’τανε δύσκολο να την καταλάβω. 00:11:00.533 --> 00:11:04.609 Τα νυσταγμένα μάτια σας και τα χασμουρητά σας το μαρτυρούσανε καθαρά. 00:11:04.822 --> 00:11:07.672 Δεν ήτανε λοιπόν ανάγκη να βάλετε κοτζάμ τελάλη 00:11:07.672 --> 00:11:09.698 να μου το γκαρίξει μέσα στ’ αυτιά μου. 00:11:09.888 --> 00:11:13.230 Μα και να μη νυστάζατε, πάλε θα με θανατώνατε. 00:11:13.524 --> 00:11:15.042 Κοιτάξτε τους κατηγόρους! 00:11:15.271 --> 00:11:18.913 Ωραίοι, πλούσια ντυμένοι, σπουδαία προσώπατα! 00:11:19.125 --> 00:11:24.145 Πατριώτες με πατέντα! Κοτσαμπασήδες, ήλιοι της Δημοκρατίας!… 00:11:24.870 --> 00:11:28.063 Γιά κοιτάχτε κι εμένα! Σουλούπι μια φορά! 00:11:28.531 --> 00:11:32.366 Κουρελής, κακοσούσουμος, γρουσούζης, ανιπρόκοπος, 00:11:32.366 --> 00:11:36.660 σωστός κοπρίτης κι «ἀνδρῶν ἁπάντων σοφώτατος!». 00:11:37.153 --> 00:11:40.139 Πού να κρυφτώ! Ν’ ανοίξ’ η γης να με καταπιεί!… 00:11:40.464 --> 00:11:42.110 Κι εγώ να ’μουνα στη θέση σας, 00:11:42.110 --> 00:11:44.645 θα ντρεπόμουν να μην καταδικάσω τον εαυτό μου 00:11:44.645 --> 00:11:47.440 και σε θάνατο και σ’ ανελέητο στειλιάρι, 00:11:47.440 --> 00:11:50.646 και θα τα θεωρούσα και τα δυο μεγάλη μου τιμή. 00:11:51.562 --> 00:11:55.790 Η ψυχή τους όμως ξεπερνάει πολύ την όψη τους και το ντύσιμό τους 00:11:55.790 --> 00:11:57.334 σ’ ομορφιά και πλούτο! 00:11:57.840 --> 00:12:00.702 Γιατί καταδεχτήκανε να ζητήσουνε το θάνατο μου; 00:12:00.974 --> 00:12:03.144 Για το καλό της πολιτείας! 00:12:03.499 --> 00:12:06.487 Αυτοί δεν κερδίζουνε τίποτα, κι αν πεθάνω κι αν ζήσω. 00:12:06.685 --> 00:12:08.238 Μήτε τα χωράφια, που δεν έχω, 00:12:08.238 --> 00:12:10.650 θέλανε να μου τα τσεπώσουνε φτηνά στη δημοπρασία· 00:12:10.650 --> 00:12:14.851 μήτε να μ’ αναγκάσουνε νάν τούς δώσω λεφτά για να πάρουνε πίσω τη μήνυση 00:12:14.851 --> 00:12:19.610 (πού να τα βρω;)· μήτε βέβαια βιάζονται να χηρέψ’ η γριά Ξανθίππη, 00:12:19.610 --> 00:12:23.265 για να μου τηνε παντρευτεί κάποιος από τους τρεις (χαρά στο πράμα!). 00:12:24.053 --> 00:12:27.344 Θέλαν, ω άντρες Αθηναίοι, με το δικό μου πέσιμο 00:12:27.344 --> 00:12:30.839 να στηρίξουνε μέσα στην ψυχή σας την Αρετή, που τρεκλίζει. 00:12:31.165 --> 00:12:34.622 Του λαού μπροστάρηδες, αν δεν ήτανε τίμιοι και καθαροί, 00:12:34.622 --> 00:12:37.559 θα ’ταν αυτοί κατηγορουμένοι κι εγώ κατήγορος. 00:12:38.264 --> 00:12:41.945 Ποιός δε θαμπώνεται μπροστά στο μεγαλοδύναμο ταμπάκη τον Άνυτο; 00:12:42.198 --> 00:12:44.039 Ο γενναίος στρατηγός! 00:12:44.518 --> 00:12:47.794 Τονε στείλατε με τριάντα καράβια να σώσει το Νιόκαστρο 00:12:47.794 --> 00:12:52.054 κι αυτός κρύφτηκε δώθες από τον κάβο Μαλιά (ενάντιος άνεμος), 00:12:52.054 --> 00:12:55.270 ώσπου να πέσει το κάστρο και να γλιτώσει το πετσί του. 00:12:55.615 --> 00:12:59.385 Το ζαναέτι, βλέπεις, τον κάνει να λογαριάζει πιότερο τα πετσιά 00:12:59.385 --> 00:13:01.498 κι απ’ τον «ὑπέρ πατρίδος» θάνατο. 00:13:01.498 --> 00:13:06.132 Κι όταν ύστερα δικάστηκε για προδότης, έδειξε πόσο στρατηγικός ήτανε! 00:13:06.334 --> 00:13:09.106 Αυτός, που φοβάται τη ζωή του για τα χρήματα, 00:13:09.106 --> 00:13:11.435 δε φοβήθηκε τα χρήματα για τη ζωή του. 00:13:11.868 --> 00:13:15.956 Έτσι, οι τοτεσινοί δικαστάδες τον αθωώσανε καταπώς ταίριαζε 00:13:15.956 --> 00:13:18.576 και σ’ αυτόνε και στα συνήθεια της δημοκρατίας 00:13:18.576 --> 00:13:21.687 και στον ενάντιον άνεμο, που του στάθηκε τόσο βολικός. 00:13:22.711 --> 00:13:27.757 Δεν του συχωρνάω μονάχα που πλήρωσε μιαν ολάκερη μνα στον Πολυκράτη το δικολάβο 00:13:27.757 --> 00:13:31.252 ναν του γράψει την κατηγορία, που σας απάγγειλε σα θεατρίνος. 00:13:31.569 --> 00:13:35.477 Και δεν ερχότανε σε μένα ο χριστιανός ναν του σκαρώσω μιαν καλύτερη 00:13:35.477 --> 00:13:38.511 (τουλάχιστο ξυπνότερη) και με τα μισά λεφτά; 00:13:39.005 --> 00:13:41.513 Αφού με τα δυο λόγια που σας είπα για υπεράσπισή μου 00:13:41.513 --> 00:13:44.606 κατάφερα να σας λυσσάξω και να με καταδικάσετε σε θάνατο, 00:13:44.606 --> 00:13:48.618 θαν τα κατάφερνα πολύ περισσότερο κατηγορώντας ο ίδιος τον εαυτό μου, 00:13:48.618 --> 00:13:50.179 όπως θαν το κάνω τώρα. 00:13:50.780 --> 00:13:54.064 Κι αυτά τα λεφτά μου χρειαζόντανε για ν’ αγοράσω το φαρμάκι, 00:13:54.064 --> 00:13:55.515 την καλύτερη μάρκα, 00:13:55.515 --> 00:13:58.100 και να φτιάξω και το κιβούρι μου από καρυδόξυλο, 00:13:58.100 --> 00:14:02.427 έτσι να σκάσ’ η κυρά Σωκράταινα, που δε μ’ είχε ποτέ της σε υπόληψη! 00:14:03.968 --> 00:14:05.815 Αμ’ ό Λύκων ο ρήτορας; 00:14:05.968 --> 00:14:09.436 Είδατε ποτέ σας ρήτορα που να ’ναι μονάχα «δημοπίθηκος»; 00:14:09.700 --> 00:14:11.589 Γι’ αυτό και σεις τονε κάνατε στρατηγό 00:14:11.589 --> 00:14:14.059 και του μπιστεφτήκατε να φυλάξει τον Έπαχτο. 00:14:14.687 --> 00:14:17.320 Μα τούτος, ξέροντας τί θα πει πατριωτισμός, 00:14:17.320 --> 00:14:20.154 πούλησε το κάστρο στους οχτρούς «ἀντί ἀργυρίου». 00:14:20.559 --> 00:14:22.099 Κι ύστερα πιστέψατε κι αυτόνε, 00:14:22.099 --> 00:14:24.839 πως δεν μπόρεσε να κάνει τίποτες ενάντια στη Μοίρα, 00:14:24.839 --> 00:14:27.785 που κι οι θεοί τής υποτάζονται, αντίς να πει: 00:14:27.785 --> 00:14:30.760 ενάντια στο χρήμα, που κυβερνάει και τη Μοίρα! 00:14:31.436 --> 00:14:35.940 Κι αυτός ο δοξασμένος σωτήρας κάνει νόμους που διαφεντεύουνε τη ζωή, 00:14:35.940 --> 00:14:39.244 την τιμή και την περιουσία του λαού, δηλαδή τη δικιά του 00:14:39.484 --> 00:14:44.371 και που σκοτώνουνε τους προδότες, δηλαδή τους ανάξιους να πουλάνε την πατρίδα! 00:14:45.648 --> 00:14:49.729 Κι αν ετούτ’ οι δυο καυκιούνται πως είναι με το δίκιο τους «εραστές της πόλης», 00:14:49.892 --> 00:14:52.347 είναι κι ο τρίτος «ερωμένος της πόλης»: 00:14:52.456 --> 00:14:57.748 «Μέλητος Μελήτου Πιτθιεύς Σωκράτει Σωφρονίσκου Ἀλωπεκῆθεν… 00:14:58.046 --> 00:14:59.696 Τίμημα θάνατος!». 00:15:00.210 --> 00:15:05.520 Ο μυρωδάτος Μέλητος, άγνωστος ποιητής και διάσημος «τέτοιος». 00:15:05.979 --> 00:15:07.850 Όμως αληθινό παλικάρι. 00:15:07.850 --> 00:15:11.756 Δέχτηκε για λίγα κατοστάρικα να υπογράψει αυτός την κατηγορία 00:15:11.756 --> 00:15:15.826 και ν’ αντικρύσει μοναχός του τον κίντυνο σαν τύχαινε και μ’ αθωώνατε, 00:15:15.826 --> 00:15:20.185 να καταδικαστεί σε «ατιμία» — σα να ’χε τίποτα να χάσει το παιδί. 00:15:21.066 --> 00:15:24.169 Μπροστά σ’ αυτούς, εγώ δεν έκανα τίποτα για την πατρίδα. 00:15:24.469 --> 00:15:27.654 Μήτε το Νιόκαστρο πρόδωσα, μήτε τον Έπαχτο πούλησα, 00:15:27.654 --> 00:15:32.252 μήτε στα ρέματα του Κηφισού παραδόθηκα στα μυστήρια της αρσενικής Αφροδίτης! 00:15:32.252 --> 00:15:35.440 Κι όσες φορές μου φορτώσατε με το ζόρι κανέν’ αξίωμα, 00:15:35.440 --> 00:15:38.112 πάγαινα κόντρα με τις συνήθειες των άλλων αρχόντων 00:15:38.112 --> 00:15:39.721 και με τα γούστα του λαού, 00:15:39.721 --> 00:15:42.921 πες γιατί ’μουνα στραβόξυλο, πες γιατί ’μουν άνθρωπος ίσιος. 00:15:43.915 --> 00:15:46.514 Και πριν να δοξαστείτε σεις θανατώνοντάς με, 00:15:46.514 --> 00:15:49.937 παρά τρίχα να πάθαινα τρεις άλλες φορές το ίδιο αστείο, 00:15:50.233 --> 00:15:54.334 δυο στα καλά χρόνια της δημοκρατίας και μια με τους τριάντα τυράννους. 00:15:54.775 --> 00:15:58.298 Μα κι αν δεν ήτανε τόσο μεγάλα τα μπόγια των κατηγόρων 00:15:58.298 --> 00:15:59.837 και τόσο μικρούλι το δικό μου, 00:15:59.837 --> 00:16:03.539 θα ’φτανε η δική σας σοφία κι αλαθοσύνη για νά καταδικαστώ. 00:16:03.942 --> 00:16:08.876 Είσαστε διαλεμένοι με το κουκί — άσπρο, μαύρο! Ένας κι ένας. 00:16:08.876 --> 00:16:10.077 «Διὸς κριταί!». 00:16:10.476 --> 00:16:12.280 Μοναχά ψυχή και μυαλό. 00:16:12.280 --> 00:16:15.136 Χωρίς φαντασία και χωρίς μάταια ψιλολογήματα. 00:16:15.136 --> 00:16:16.706 Μια κι όξω! 00:16:16.706 --> 00:16:21.295 Γι’ αυτό και βγάζετε τη θανατικήν απόφαση με την ίδια ευκολία που βγάζετε 00:16:21.295 --> 00:16:24.458 τη μύξα σας με τα δάχτυλα και την κολλάτε κει που κάθεστε. 00:16:25.837 --> 00:16:27.871 Νά τος ο Πανάρετος από την Πλάκα, 00:16:27.871 --> 00:16:30.780 πρόεδρος του συλλόγου για την προστασία της Ηθικής, 00:16:30.780 --> 00:16:33.876 που δεν αφήνει δυο σκυλιά ν’ ανταμώσουνε στο δρόμο, 00:16:33.876 --> 00:16:36.856 μα παραδίνει κρυφά τη γυναίκα του στους αγαπητικούς του 00:16:36.856 --> 00:16:38.438 — κι αυτός βλέπει! 00:16:38.951 --> 00:16:43.317 Νά κι ο Χοιρέας από τη Λεψίνα, καταστρόγγυλος μπροστά και πίσου, 00:16:43.317 --> 00:16:47.051 κι ολάσπρος μέσα κι όξω, που ξηγάει τα μυστήρια της θεάς, 00:16:47.051 --> 00:16:52.127 μα δεν ξηγάει και το πώς γενήκανε φαμελικά του τα χωράφια και τα λιοστάσια της. 00:16:52.691 --> 00:16:56.087 Νά κι οι τρανοί σταρέμποροι και καραβοκυραίοι του Περαία, 00:16:56.087 --> 00:16:59.902 τα καλαδέρφια οι Σαρανταδάχτυλοι (όνομα και πράγμα!), 00:16:59.902 --> 00:17:03.091 που τα καταφέρνουνε και γίνονται κάθε χρόνο «σιτοφύλακες» 00:17:03.091 --> 00:17:05.681 για να κανονίζουν αυτοί την τιμή των γεννημάτων, 00:17:05.681 --> 00:17:09.646 των αλευριών και του ψωμιού και να κοντρολάρουνε τα ζύγια των αλλωνών, 00:17:09.646 --> 00:17:11.342 μπας κι είναι ξύκικα! 00:17:11.932 --> 00:17:15.052 Νά κι ο τοκογλύφος ο Ξηνταβελόνης από την Κηφισιά, 00:17:15.052 --> 00:17:18.676 που ρήμαξε τη φτωχολογιά, μα χτίζει βωμούς στον Έλεο και, 00:17:18.676 --> 00:17:22.736 τρώγοντας όλο κριθαρόψωμο και σάπιες ελιές, βγάνει βουζούνους 00:17:22.736 --> 00:17:26.979 και ξύνεται κει που του ταίριαζε να βγάλει κέρατα και να φοράει τη ζέβγλα. 00:17:27.546 --> 00:17:31.680 Νά κι ο Παρθενίας από τον Κολωνό, μυγιάγγιχτος καλλωπιστής, 00:17:31.680 --> 00:17:33.033 λουσμένος στ’ αρώματα 00:17:33.033 --> 00:17:36.540 μα ταχτικός αγοραστής κάθε χρόνο του πορνικού φόρου, 00:17:36.540 --> 00:17:39.658 που του τονε πλερώνουνε κι ο αδερφός του κι η τσάτσα του. 00:17:39.738 --> 00:17:42.213 Νά κι ο μέγας ορφανοφάγος Πονόψυχος, 00:17:42.213 --> 00:17:44.505 που πέταξε στο δρόμο τα παιδιά τ’ αδερφού του 00:17:44.505 --> 00:17:47.110 κι ύστερα κλαίγεται πως αυτά τονε φτωχύνανε. 00:17:47.588 --> 00:17:51.858 Νά κι ο Θρασέας, ο μπράβος του Κλέωνα, που έκανε καρτέρι μ’ άλλους δεκαπέντε 00:17:51.858 --> 00:17:55.514 για να δείρουν ή να σκοτώσουν ένανε, και τώρα, που αλλάξανε τα πράματα, 00:17:55.514 --> 00:17:58.930 τον έπιασε τρεμούλα και λέει πως μετάνιωσε και θα καλογερέψει, 00:17:58.930 --> 00:18:00.333 για να σώσει την ψυχή του ! 00:18:00.714 --> 00:18:03.654 Νά κι ο φημισμένος ψευτομάρτυρας Αληθίων, 00:18:03.654 --> 00:18:06.114 που για να προφταίνει στις πολλές δουλειές του, 00:18:06.114 --> 00:18:11.041 άνοιξε γραφείο στη γειτονιά των δικαστηρίων με δέκα βοηθούς… Νά κι ο… 00:18:12.221 --> 00:18:17.667 Μεγάλος σαματάς έγινε εκείνην την ώρα, με φοβέρες και φωνές: “Κάτου! Κάτου!” 00:18:18.885 --> 00:18:21.922 Τί «κάτου» και «ξεκάτου»! Μη βραχνιάζετε τζάμπα!.. 00:18:21.922 --> 00:18:25.037 Έχετε καιρό να θυμώσετε, γιατί θα σας ψάλω χειρότερα. 00:18:25.484 --> 00:18:28.102 Φοβηθήκατε μην ξεσκεπάσω καθενού σας χωριστά 00:18:28.102 --> 00:18:29.823 τις μπομπές και τα μασκαραλίκια. 00:18:30.097 --> 00:18:33.209 Συχάστε… Δε βλέπω παραπέρ’ από τις δυο πρώτες σειρές. 00:18:33.507 --> 00:18:35.991 Ύστερα, πού να σας ξέρω κι ολουνούς με τ’ όνομα… 00:18:36.416 --> 00:18:41.092 Αν βαραίνουνε την ψυχή καθενού σας από δέκα μονάχα (βάλε τρεις!) ατιμίες, 00:18:41.255 --> 00:18:42.939 η σούμα τους θα ’τανε χιλιάδες! 00:18:43.190 --> 00:18:45.392 Ποιός θα μπορούσε νάν τις πει μια μια; 00:18:45.822 --> 00:18:50.368 Εμένα μου κολλήσανε τρεις όλο όλο και χρειαστήκαν έξι ολάκερες ώρες 00:18:50.368 --> 00:18:52.822 για να σας τις ιστορήσουνε και ναν τις πιστέψετε!..· 00:18:53.316 --> 00:18:57.028 Και το κάτου της γραφής, τί χολοσκάνετε με το ξεσκέπασμά σας; 00:18:57.255 --> 00:19:01.170 Είσαστε σεις ο Νόμος, — ο Νόμος χτες και σήμερα κι αύριο… 00:19:01.460 --> 00:19:03.154 Ένας σας να ’τανε καθαρός, 00:19:03.154 --> 00:19:06.341 ο Νόμος θα γκρεμιζότανε χάμου θρύψαλα και κουρνιαχτός. 00:19:08.673 --> 00:19:11.876 Μη μου πείτε: «Νά τος! Τόσα χρόνια γλωσσοκοπανούσε 00:19:11.876 --> 00:19:14.559 πως το πνέμα κυβερνάει την ύλη κι η ψυχή το σώμα· 00:19:14.559 --> 00:19:17.957 πως δε λογάριαζε τη γνώμη του μπουλουκιού μα μονάχα των φιλοσόφων 00:19:17.957 --> 00:19:20.817 (δηλαδή τη δική του· όλ’ οι ρέστοι σοφιστάδες!). 00:19:21.224 --> 00:19:24.839 Και τώρα, μόλις τα βρήκε σκούρα, τα ξέχασε όλα και παραφέρνεται, 00:19:24.839 --> 00:19:26.264 παρακαλεί και βρίζει». 00:19:26.971 --> 00:19:29.457 Μα δε βρίζω και δεν παινώ τίποτα! 00:19:29.708 --> 00:19:34.442 Μήτε λυπάμαι που πεθαίνω των αδίκων άδικα, μήτε θα ντρεπόμουν αν πέθαινα δίκια. 00:19:34.913 --> 00:19:37.917 Δε με νοιάζει που ξεμπερδεύω σήμερα με την μπαμπεσιά των νόμων, 00:19:37.917 --> 00:19:40.145 όπως δε θα μ’ ένοιαζε να σας άδειαζα τη γωνιά 00:19:40.145 --> 00:19:43.189 μετά λίγους μήνες ή χρόνια με το θέλημα της Φύσης. 00:19:43.674 --> 00:19:45.305 Σας χρωστάω και χάρη… 00:19:45.631 --> 00:19:49.986 Φεύγοντας με παράτα και σάλπιγγες από το να Τίποτα για τ’ άλλο το πιο Τίποτα, 00:19:49.986 --> 00:19:53.047 κάνω γούστο να κοροϊδεύω και σας και τον εαυτό μου. 00:19:53.457 --> 00:19:56.612 Τί τα θέλετε! Κρίνω θα πει κοροϊδεύω. 00:19:57.697 --> 00:20:00.467 Και σα συλλογιέμαι πως σκυλιάζετε μ’ αυτά που σας λέω, 00:20:00.467 --> 00:20:03.702 μα δεν μπορείτε να μου κάνετε τίποτα μήτε και να φύγετε αποδώ, 00:20:03.702 --> 00:20:08.070 γιατί θα χάσετε τους τρεις οβολούς, χοροπηδάω από κέφι και χαιρεκάκια. 00:20:08.881 --> 00:20:12.341 Σας αγαπάω και μου ’ρχεται να σας αγκαλιάσω και να σας φιλήσω, 00:20:12.341 --> 00:20:14.671 όπως κάνουν οι μεθυσμένοι κλαουρίζοντας… 00:20:15.226 --> 00:20:19.774 Εσείς θα τρομάζατε πιο πολύ μοναχά να φανταζόσαστε τον εαυτό σας στη θέση μου. 00:20:20.090 --> 00:20:24.732 Γιά πείτε πως σας δέσανε πρώτα κι ύστερα σας ποτίσανε με το ζόρι το φαρμακοζούμι! 00:20:24.970 --> 00:20:28.639 Νά! Κι άρχισαν οι πόνοι κι οι σπασμοί, το γυάλωμα των ματιών 00:20:28.639 --> 00:20:30.239 και τ’ άφρισμα του στομάτου· 00:20:30.239 --> 00:20:33.733 το κρουστάλλιασμα των ποδιών ανεβαίνει γλιστρώντας λίγο λίγο 00:20:33.733 --> 00:20:37.204 και μπήγει τα νύχια του πρώτα στο στομάχι κι ύστερα στην καρδιά… 00:20:37.671 --> 00:20:39.068 Κι αυτό ήταν όλο!… 00:20:40.785 --> 00:20:43.912 Μην πασπατεύετε τις κοιλιές σας ω άντρες Αθηναίοι. 00:20:44.265 --> 00:20:46.075 Καίνε σαν τις πλάκες του φούρνου. 00:20:46.395 --> 00:20:48.471 Εκεί μέσα, κανένα φαρμάκι δε δουλεύει, 00:20:48.471 --> 00:20:52.184 μα χορεύουν (ή σε λίγο θα χορέψουν) όλα τα καλά του Θεού: 00:20:52.607 --> 00:20:57.201 τράγιο συκώτι ψημένο στη θράκα, παλαμίδα σαλαμούρα της Μαυροθάλασσας, 00:20:57.201 --> 00:21:00.008 χοιρινά λουκάνικα με μπόλικο πιπέρι και σκόρδο, 00:21:00.008 --> 00:21:05.051 καρύδια, σταφίδα, κρασί (πολύ κρασί!) κι άνεμος μουσικός! 00:21:05.754 --> 00:21:07.629 Είσαστε αθάνατοι! 00:21:07.879 --> 00:21:10.208 Και θα ’σαστε να πούμε αθανατότεροι, 00:21:10.208 --> 00:21:12.864 αν η Μοίρα σάς γεννούσε με μιαν αλογήσιαν ούρα 00:21:12.864 --> 00:21:16.133 που να σαλεύει μοναχή της ζερβά δεξιά σα βεντάγια 00:21:16.133 --> 00:21:19.427 και να διώχνει τις μύγες που σας τσιμπάνε την ώρα που κοιμάστε 00:21:19.427 --> 00:21:23.237 και την ώρα που δικάζετε, — σα δικάζετε κοιμάμενοι!… 00:21:35.937 --> 00:21:45.560 Η αληθινή απολογία του Σωκράτη ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ 00:21:45.974 --> 00:21:49.396 Σαν είδα τον εαφτό μου καργαρισμένον απάνου στο σανιδοκρέβατο 00:21:49.396 --> 00:21:52.100 με την κωμικήν επισημότητα πόχουν τα λείψανα, 00:21:52.420 --> 00:21:56.047 και γύρα μου θλιμένες Μαγδαληνές τον πατριωτισμό των κατηγόρων, 00:21:56.047 --> 00:21:59.057 τη δική σας αγαθοσύνη και την παρθενιά των νόμων, 00:21:59.242 --> 00:22:00.754 γέλασα με την καρδιά μου. 00:22:01.090 --> 00:22:04.562 Γιατί, καθώς το ξέρετε, οι ψείρες φέβγουν από τους πεθαμένους 00:22:04.562 --> 00:22:05.973 και πάνε στους ζωντανούς. 00:22:06.434 --> 00:22:10.356 Και σαν κοίταξα και σας και τους ζωντανούς από πάνω ως κάτου να βρομάτε 00:22:10.356 --> 00:22:12.119 σαν ψοφίμια δέκα μερών 00:22:12.391 --> 00:22:17.125 (άλλος να χει θέρμες, άλλος σπάσιμο και άλλος μαγιασίλι..., ψώρα..., χτικιό...) 00:22:17.425 --> 00:22:20.842 κι ωστόσο να χετε την όρεξη να βγάλετε το μάτι του πλαγινού σας, 00:22:20.842 --> 00:22:22.723 πήγε ο νους μου στα ζώα : 00:22:23.331 --> 00:22:26.840 όσα τρώνε τ' άλλα νομίζουνε τον εαφτό τους αθάνατο˙ 00:22:27.108 --> 00:22:29.428 κι όσα τρώγονται δεν μπορεί να μην ελπίζουνε, 00:22:29.428 --> 00:22:32.291 πως θ' αναστηθούνε μια μέρα σε καλύτερη ζωή. 00:22:33.758 --> 00:22:36.592 Κι ύστερα σκέφτηκα : αντίς, μωρέ Σωκράτη, 00:22:36.592 --> 00:22:40.148 να στέκεσαι πάνω στο βήμα "και όμμασι και σχήμασι φαιδρός" 00:22:40.148 --> 00:22:44.323 ναν τους κοροϊδέβεις, αν είχανε μπροστά τους ξαπλωμένο το κουφάρι σου, 00:22:44.323 --> 00:22:48.656 για ναν το δικάσουν, όπως δικάζουν οι εφέτες στο "επί Πρυτανείω" δικαστήριο 00:22:48.656 --> 00:22:53.348 τ' άψυχα πράματα : τα τούβλα, τις πεπονόφλουδες, τα χασάπικα τσιγκέλια..., 00:22:53.348 --> 00:22:54.911 ξέρεις τι θα γινότανε ; 00:22:55.423 --> 00:22:59.719 Θα μαζεβόντανε γύρα σου, θα σκύβανε να σε κοιτάξουνε κάμποσην ώρα, 00:22:59.719 --> 00:23:03.068 θα κουνούσανε λυπητερά το κεφάλι τους κι ύστερα θα λέγανε: 00:23:03.467 --> 00:23:07.540 "Καλός είταν ο κακομοίρης!... Για ιδές πώς ομόρφηνε πεθαμένος! 00:23:07.898 --> 00:23:11.700 Κλείσανε τ' αλεπουδίσια μάτια του, λιγοστέψανε τα πρησμένα χείλια του, 00:23:11.700 --> 00:23:14.675 στένεψε και μάκρυνε η πλατσουκωτή του μύτη... 00:23:14.992 --> 00:23:16.389 Έγινε μια χαρά!... 00:23:17.030 --> 00:23:18.469 Θυμόσαστε τι γούστο που είχε, 00:23:18.469 --> 00:23:21.632 σαν αλουποτίναζε τους σοφιστάδες και τους κάλπηδες!... 00:23:21.882 --> 00:23:23.721 Έκανε μεγάλο καλό στην πολιτεία. 00:23:23.975 --> 00:23:27.094 Γι' αυτό δεν είδε χαΐρι... Έζησε και πέθανε στην ψάθα... 00:23:27.871 --> 00:23:29.671 Και ναν τα λέμε συναμεταξύ μας, 00:23:29.671 --> 00:23:33.505 όποιος ζημιώνεται με τα λόγια και τις πράξεις του μπορεί να ναι κουτός, 00:23:33.505 --> 00:23:34.838 μα κατεργάρης δεν είναι˙ 00:23:35.055 --> 00:23:38.017 κι όποιος κερδίζει με τις πράξεις του και με τα λόγια του 00:23:38.017 --> 00:23:40.506 αφτουνού βρωμάνε κ' οι φούχτες κ' η ψυχή του... 00:23:41.008 --> 00:23:45.121 Ξέρεις τι λέω; Ναν του κάνουμε την κηδεία του "δημοσία δαπάνη". 00:23:45.121 --> 00:23:47.537 Χρειάζονται παραδείγματα για τα παιδιά μας". 00:23:48.943 --> 00:23:52.149 Μα τώρα, που δεν είμουνα τυχερός να χω πεθάνει μοναχός μου, 00:23:52.149 --> 00:23:55.068 με σκοτώνετε σεις... πάλε για παράδειγμα. 00:23:55.390 --> 00:23:56.943 Σας χρειαζόταν ένα θύμα... 00:23:56.943 --> 00:24:00.083 όχι για να μάθουνε τα παιδιά σας ν' αγαπάνε την αρετή, 00:24:00.284 --> 00:24:02.564 μα για να φοβούνται την δημοκρατία! 00:24:02.995 --> 00:24:05.326 Σας χρειαζόταν ένα θύμα πολύ μεγάλο, 00:24:05.605 --> 00:24:08.484 για να πλερώσει τα κακουργήματα της χτεσινής τυραννίας 00:24:08.484 --> 00:24:11.052 και να φράξει το δρόμο του ξαναγυρισμού της. 00:24:11.297 --> 00:24:13.758 Αφού το σκάσαν οι φταίχτες, πιάσατ' εμένα, 00:24:13.758 --> 00:24:16.768 το δάσκαλο του Κριτία και του Θηραμένη του κόθορνου, 00:24:16.768 --> 00:24:21.242 τον αρνητή της οχλοκρατίας, την Αλογόμυγα, που σας έμπαινε στα ρουθούνια... 00:24:21.948 --> 00:24:23.942 Το κορμί μου (κόκαλα και σάρκες) 00:24:23.942 --> 00:24:26.523 δε βαραίνει βέβαια μέσα στην παλάντζα της Νέμεσης, 00:24:26.523 --> 00:24:29.930 όσο τα χίλια πεντακόσια κορμιά των σκοτωμένων από τους τυράννους˙ 00:24:30.191 --> 00:24:33.371 όμως βαραίνει τ' όνομά μου κ' η ψυχή μου! 00:24:33.756 --> 00:24:38.265 Κι όλοι σας ίσαμ' εκατό γενιές να μπαίνατε στο να τάσι της παλάντζας, 00:24:38.265 --> 00:24:40.561 πάλε εγώ θα βάραινα περισσότερο... 00:24:41.619 --> 00:24:45.146 Θα βρεθούν ύστερ' από πολλά χρόνια και φίλοι κι αρνητάδες μου, 00:24:45.146 --> 00:24:48.376 και ντόπιοι και ξένοι, και συγκαιρινοί και μελλούμενοι, 00:24:48.376 --> 00:24:51.008 που θα κάνουνε ντόρο μεγάλο γύρα στο θάνατό μου. 00:24:51.386 --> 00:24:55.472 Θα με πούνε "των Ελλήνων το άριστον", "αηδόνα Μουσών", 00:24:55.472 --> 00:25:00.376 "τον δικαιότατον", "τον φρονιμώτατον", "κορώνα της Ελλάδος". 00:25:00.827 --> 00:25:04.580 Τα παιδιά σας θα μου χτίσουν εκκλησιά, το "Σωκρατείον", 00:25:04.580 --> 00:25:07.814 και θα μου κάνουνε θυσίες κάθε χρόνο, την άνοιξη... 00:25:08.113 --> 00:25:09.824 Θα με προσκυνάνε για θεό 00:25:10.200 --> 00:25:13.815 (σε μένα δεν επιτρέψατε νάχω μήτε μιας πεντάρας δαιμόνιο.... 00:25:14.315 --> 00:25:15.642 και για ποιό λόγο;) 00:25:15.967 --> 00:25:18.771 Οι πρώτοι για να κολλήσουνε τ' όνομά τους δίπλα στο δικό μου 00:25:18.771 --> 00:25:20.156 και ν' ακούγονται μαζί μου˙ 00:25:20.370 --> 00:25:23.683 κ' οι δέφτεροι για να δείξουνε, πως αν εζούσα στα χρόνια τους, 00:25:23.683 --> 00:25:26.065 θα με καταλαβαίνανε και θα με τιμούσαν!... 00:25:26.591 --> 00:25:27.884 Μπόσικα πράματα. 00:25:27.884 --> 00:25:32.129 Και κείνοι και τούτοι θα παραφουσκώνουνε την αξία μου και θ' αδικούν εσάς˙ 00:25:32.471 --> 00:25:35.008 θα λένε ψέματα και θα πιστέβουνε ψέματα... 00:25:35.396 --> 00:25:37.995 Εσείς κι ο Νόμος κάνατε το χρέος σας. 00:25:38.264 --> 00:25:41.455 Μονάχα που δε με τιμωρήσατε γιατί παρέβηκα το Νόμο, 00:25:41.455 --> 00:25:45.267 μα γιατί στάθηκ' ανίκανος να πατήσω απάνου του και να περάσω!... 00:25:45.863 --> 00:25:52.056 "Αδικεί Σωκράτης ασθενής ων, άτε πένης... Τίμημα θάνατος!!" 00:25:52.658 --> 00:25:54.902 Αφτό θα πρεπε να λέγ' η μήνυση. 00:25:56.099 --> 00:26:01.063 Αν με δικάζατ' ένας ένας χωριστά, ω άντρες Αθηναίοι, θα μ' αθωώνατε˙ 00:26:01.630 --> 00:26:03.346 τόσοι πολλοί δεν μπορείτε... 00:26:03.619 --> 00:26:07.123 Όσο πιότεροι κολλάνε συναμεταξύ τους και κάνουνε πλήθος, 00:26:07.123 --> 00:26:10.322 τόσο λιγότερ' η κρίση τους και πιότερ' η κάκητα. 00:26:10.615 --> 00:26:13.315 Κι αν είσαστε κολλημένοι πεντακόσιοι διαλεχτοί σοφοί 00:26:13.315 --> 00:26:17.524 (Σωκράτηδες να πούμε, δε θα κάνετε μισό Μπερτόλδο˙ 00:26:17.524 --> 00:26:20.493 όχι τώρα, που σαστε πεντακόσιοι Μπερτόλδοι!... 00:26:20.831 --> 00:26:23.032 Πλήθος, Δημόσια Γνώμη, 00:26:23.032 --> 00:26:27.029 - τεράστιο Κοπρόσκυλο δεμένο, στο παλούκι μέσα στον ήλιο. 00:26:27.706 --> 00:26:32.258 Όλο τον καιρό κοιμάται, ξύνει την ψώρα του και χυμάει λυσσασμένα, 00:26:32.258 --> 00:26:35.587 μόλις θελήσει κανείς ναν το βγάλει απ' τα συνήθεια του, 00:26:35.587 --> 00:26:37.382 να του λύσει την αλυσίδα. 00:26:37.822 --> 00:26:41.284 Έτσι κι εσείς, μόλις σας μηνύσανε πως χαλάω τη Θρησκεία, 00:26:41.284 --> 00:26:45.547 τα παιδιά και τη Λογική, πεταχτήκανε πάνου στις χιλιάδες τα ποδάρια σας 00:26:45.547 --> 00:26:48.958 κι αρχίσατε να χτυπάτε τις Συμπληγάδες τα σαγόνια σας, 00:26:48.958 --> 00:26:50.858 για να με λιώσετε κει μέσα... 00:26:51.839 --> 00:26:56.392 Αν έτρωγα φλόγες και κατάπινα σπαθιά, σαν τους σαλτιμπάγκους των πανηγυριών, 00:26:56.705 --> 00:26:59.220 δε θα παραξενεβόσαστε, γιατί θα πιστέβατε, 00:26:59.220 --> 00:27:02.224 πως αληθινά καταπίνω τα σπαθιά και τρώω τις φλόγες. 00:27:02.595 --> 00:27:06.717 Κι αν είμουνα κομπογιαννίτης να σας μπουκώνω κάτουρα και μαγαρισιές, 00:27:06.717 --> 00:27:09.377 θα πιστέβατε, πως σ' εμένα χρωστάτε τη ζωή σας. 00:27:09.731 --> 00:27:12.008 Θα καταλαβαίνατε και θα με πλερώνατε. 00:27:12.358 --> 00:27:16.761 Μα τώρα μ' ακούγατε να λέω συχνά χαμογελώντας, πως δεν "ξέρω τίποτα". 00:27:17.071 --> 00:27:21.092 Δεν ξέρω τίποτα!... Αφτό δεν το καταλαβαίνετε 00:27:21.512 --> 00:27:24.182 Το λοιπόν είμαι σωστός ο οξαποδώ, 00:27:24.182 --> 00:27:26.821 ένας τέτοιος όλα μπορεί να τα κάνει. 00:27:27.766 --> 00:27:31.309 Έβαζα και τους άλλους να λένε το ίδιο και να πιστέβουνε πραγματικά, 00:27:31.309 --> 00:27:35.856 πως ό,τι ξέρουν είναι ψέματα!... Και να ψάχνουνε να βρίσκουνε την αλήθεια. 00:27:36.259 --> 00:27:40.779 Μα σεις, ω άντρες Αθηναίοι, πρώτα ανησυχήσατε κι ύστερα αγριέψατε... 00:27:41.376 --> 00:27:43.384 Ως πού θα πήγαινε τούτ' η δουλειά; 00:27:43.384 --> 00:27:47.498 Ξέρετε, πως όσο λιγότερο σκέφτεται, τόσο πιο μυαλωμένος ο πολίτης 00:27:47.753 --> 00:27:50.482 κι όσο λιγότερο μιλά, τόσο πιο λέφτερος. 00:27:50.956 --> 00:27:55.108 Αν έξαφνα και στα καλά καθούμενα με το ψάξε ψάξε ο Γνάθων έβρισκε 00:27:55.108 --> 00:27:57.683 πως είναι σωστότερο να τρώει παρά να νηστέβει; 00:27:57.992 --> 00:28:01.586 Κι αν δεν του φτανε τούτ' η τρέλα, μα κι άρχιζε να το ξεφωνίζει; 00:28:01.836 --> 00:28:03.940 Προτού λοιπόν ξεσπάσ' η φουρτούνα, 00:28:03.940 --> 00:28:06.463 θελήσατε να σταματήσετε τους κακούς ανέμους. 00:28:06.885 --> 00:28:11.780 Μα τους κακούς ανέμους (τους... καλούς!), τους είχανε φέρ' οι σοφιστάδες. 00:28:12.153 --> 00:28:14.520 Εγώ τότες σαν ελεεινή Δημόσια Γνώμη, 00:28:14.520 --> 00:28:16.772 τους γάβγιζα και τους δάγκωνα τις άντζες... 00:28:17.196 --> 00:28:19.898 Όμως για να με ξεκάνετε, μου κολλήσατε τη ρετσινιά, 00:28:19.898 --> 00:28:24.099 πως είμουν εγώ των σοφιστάδων ο σοφιστής!... Μακάρι να είμουνα!... 00:28:24.412 --> 00:28:28.036 Και για να με ξεκάνετ' εφκολότερα, μου κολλήσατε κι άλλη ρετσινιά: 00:28:28.036 --> 00:28:31.239 πως είμουν άθεος!... Μακάρι να είμουνα!... 00:28:31.628 --> 00:28:36.000 Την αθεΐα την έχετε για το πιο σίγουρο μέσο να ερεθίζετε το Σκύλο 00:28:36.000 --> 00:28:40.189 και να τον ξεσηκώνετε να διαφεντέβει με τα δόντια του τα υλικά σας διάφορα. 00:28:40.690 --> 00:28:44.100 Τους οχτρούς της εφτυχίας σας τους κάνετε πολύ σοφά 00:28:44.100 --> 00:28:45.948 προσωπικούς οχτρούς του Σκύλου. 00:28:46.357 --> 00:28:50.873 Για να ξεφορτωθείτε τον Αλκιβιάδη, που τον αγαπούσε και τόνε θάμαζε ο λαός 00:28:50.873 --> 00:28:53.981 για την ομορφιά του, για τα πλούτη του και τη μουρνταροσύνη του, 00:28:53.981 --> 00:28:55.591 τον κατηγορήσατε γι' άθεο. 00:28:55.985 --> 00:28:58.929 Και ο λαός, ο Σκύλος, ξέχασε τις αγάπες του 00:28:58.929 --> 00:29:00.963 και τον κυνήγησε στην άκρη του κόσμου. 00:29:01.202 --> 00:29:04.342 Γιατί τόνε μάθατε να περιμένει την εφτυχία του από τον ουρανό 00:29:04.587 --> 00:29:06.429 και να μην τήνε ζητάει από σας! 00:29:06.842 --> 00:29:10.687 Άμα λοιπόν του πάρεις την ελπίδα του τίποτα, του παίρνεις το παν! 00:29:10.999 --> 00:29:12.397 Και σε ξεσκίζει! 00:29:13.660 --> 00:29:17.488 Αν ερχόσαστε στο σπίτι μου, θα βλέπατε στο σπίτι μου κρεμασμένες εικόνες, 00:29:17.488 --> 00:29:21.033 την καντήλ' αναμένη, τα στέφανά μας μέσα στην τενεκεδένια θήκη τους. 00:29:21.315 --> 00:29:24.585 Και στην εκκλησιά θα με βλέπατε να φιλάω τη χέρα του παπά. 00:29:24.984 --> 00:29:26.536 Δε σας φτάνανε τούτα; 00:29:26.690 --> 00:29:29.065 Τι σας έμελε κι αν πίστεβα ή δεν πίστεβα; 00:29:29.326 --> 00:29:31.201 Φτάνει που φαινόμουνα θρήσκος... 00:29:31.535 --> 00:29:36.047 Αληθινά, μη θέλοντας καβγάδες με την Ξανθίππη και με το Σκύλο, το Πλήθος, 00:29:36.047 --> 00:29:38.671 την άφηνα και μασκάρεβε τα ντουβάρια με εικόνες. 00:29:39.221 --> 00:29:42.587 Φιλούσα και τη χέρα του παπά μπροστά στους άλλους, για να τόνε σκάσω: 00:29:42.971 --> 00:29:47.060 "Μπρε, με ξεπεράει ο θεομπαίχτης, έλεγε, στον ταρτουφισμό!" 00:29:49.049 --> 00:29:52.109 Έλεγα, πως υπήρχε μέσα μου κάποιο δαιμόνιο, που μ' οδηγούσε. 00:29:52.579 --> 00:29:55.933 Έπρεπε ναν το λέω, για να ξηγάνε κάπως οι απλοϊκοί, 00:29:55.933 --> 00:29:58.969 γιατί το δικό μου μυαλό ξεπερνούσε το μυαλό των αλλωνών!... 00:29:59.553 --> 00:30:01.913 Δε θα πει πως μ' αφτό χαλούσα τη θρησκεία! 00:30:02.291 --> 00:30:04.823 Υπάρχουνε τόσοι μικροί θεοί (μερμήγκια!...) 00:30:04.823 --> 00:30:08.263 που μήτε τους μετρήσαμε ποτές μήτε τα ονόματά τους ξέρουμε... 00:30:08.653 --> 00:30:11.623 Κι αν σε κάθε βρύση, σε κάθε δέντρο, σε κάθε τρύπα 00:30:11.623 --> 00:30:15.876 φωλιάζει και ένας μικρός θεός, γιατί να μη φωλιάζει και μέσα στο Σωκράτη, 00:30:15.876 --> 00:30:20.548 που ναι για θεούς αξιότερη μονιά κι από μια κοτρόνα κι από μια γούβα νερό 00:30:20.548 --> 00:30:23.676 κι από να κούτσουρο της σόμπας - κι από κάθε τρύπα; 00:30:24.111 --> 00:30:27.782 Κι αν μέσα σε κάθε τρελό μπαίνει κάποιος θεός, που τόνε τρελαίνει, 00:30:27.959 --> 00:30:32.234 γιατί να μη μπει και μέσα στο σοφό Σωκράτη, για να τόνε κάνει σοφότερο; 00:30:32.629 --> 00:30:36.936 Κι αν όλες οι αρρώστιες κι αν το μεθύσι κι αν ο ύπνος και τ' όνειρο 00:30:36.936 --> 00:30:40.898 κι ο θάνατος κι αν ακόμα το φτάρνισμα κι ο βήχας είναι θεοί, 00:30:41.190 --> 00:30:43.303 γιατί να μην είναι κ' η Κοροϊδία; 00:30:44.535 --> 00:30:47.470 Ας δεχτούμε, πως είτανε το δαιμόνιό μου καινούριο θεόπουλο... 00:30:47.868 --> 00:30:52.232 Εδώ κάθε μουνουχισμένος παπάς από την Ανατολή φέρνει και σας πασσάρει 00:30:52.232 --> 00:30:56.464 κι από έναν ξετσίπωτο θεό σαν τον Σαβάζιο, την Κοτυτώ και τον Αφρόδιτο 00:30:56.464 --> 00:30:59.156 και σεις τους δέχεστε και τους προτιμάτε μετά χαράς. 00:30:59.626 --> 00:31:03.971 Κι αν για τέτιους θεούς φοραίνετε φουστάνια και νταντελένια παντελονάκια 00:31:03.971 --> 00:31:07.481 και χορέβετε μανιασμένοι, κουνώντας την κοιλιά σας και τα καπούλια σας, 00:31:07.481 --> 00:31:10.115 σα γυναίκες˙ κι αν βρίσκετε θεάρεστο πράμα 00:31:10.115 --> 00:31:13.784 να τάζετε τις σκλάβες και τους σκλάβους σας και τα κορίτσια σας, 00:31:13.784 --> 00:31:18.428 ακόμα και τον ίδιο τον εαφτό σας στην Αφροδίτη, στην Αθηνά, στον Απόλλωνα 00:31:18.428 --> 00:31:21.898 και να παραδίνεστε "σώματα ιερά" στους μερακλήδες, 00:31:21.898 --> 00:31:26.213 για να πενταρολογούνε και να χαραμοτρώνε οι Κήρυκες, οι Ευμολπίδαι 00:31:26.213 --> 00:31:27.789 και τ' άλλα παπαδόσογα, 00:31:27.789 --> 00:31:32.167 τι σας έφταιξε το ταπεινό μου δαιμόνιο, που καθότανε μέσα μου φρόνιμα 00:31:32.167 --> 00:31:35.660 και συμαζεμένα και μ' ορμήνεβε τάχα να βρίσκω το σωστό, 00:31:35.660 --> 00:31:38.947 χωρίς να βγάζει δίσκο και να θέλει ναούς και θυσίες; 00:31:39.487 --> 00:31:42.347 Μήτε σας υποχρέωνε να ξεβρακώνεστε για χατίρι του. 00:31:42.803 --> 00:31:47.052 Και το κάτου της γραφής άμα θα πέθαινα, θα φεβγε κι αφτό μαζί μου, 00:31:47.052 --> 00:31:50.767 για να μην ξαναγυρίσουμε ποτές πια στην καταραμένη χώρας σας! 00:31:53.210 --> 00:31:56.056 Να τι λένε τώρα μέσα τους οι πιο νοικοκύρηδες από σας: 00:31:56.621 --> 00:32:00.257 Γιορτάζω τρακόσες μέρες το χρόνο˙ μεθοκοπάω, κυλιέμαι στη λάσπη, 00:32:00.257 --> 00:32:03.799 δέρνω τη γυναίκα μου, κλέβω το κουτί της εκκλησιάς, κάνω κοντραμπάντο, 00:32:03.799 --> 00:32:08.026 πουλώ ξύκικα, παίρνω ψέφτικους όρκους, σπιουνέβω και δεν πειράζω κανένανε! 00:32:08.026 --> 00:32:10.708 Δεν πάω να διδάξω στους άλλους την αθεΐα! 00:32:10.708 --> 00:32:13.091 Εγώ μπορεί να μην πιστέβω, μα το πλήθος;... 00:32:13.513 --> 00:32:17.272 Οι σαχλές σκουληκαντέρες των χωραφιών, οι λαδωμένοι ποντικοί των λιμανιών, 00:32:17.272 --> 00:32:19.243 οι ξενηστικωμένοι σκύλοι του παζαριού, 00:32:19.243 --> 00:32:22.093 άμα χάσουνε την πίστη στο θεό, ποιος θα τους συγκρατήσει; 00:32:22.596 --> 00:32:26.379 Ας μορφωθούνε πρώτα!... Για σήμερις είναι πρόωρα πράματα!... 00:32:26.833 --> 00:32:30.223 Η θρησκεία, που λες, είναι το θεμέλιο της πατρίδας και της ηθικής. 00:32:30.482 --> 00:32:33.383 Ο λαός χωρίς το φόβο του Θεού θα χυθεί ν' αρπάζει 00:32:33.383 --> 00:32:36.291 τους παράδες και τα χτήματα, τους "κόπους" των αλλωνών 00:32:36.291 --> 00:32:38.826 και να παλουκώνει τους φυλακάτορές του!... 00:32:39.710 --> 00:32:42.952 Δε συμφέρει, δε θέλετε να σας μιμηθεί κι ο λαός. 00:32:43.452 --> 00:32:46.769 Του πετάτε λοιπόν μπροστά στα πόδια του τ΄άθλιο κουφάρι μου, 00:32:46.769 --> 00:32:50.635 για να μην ξεχνά, πως η αθεΐα είναι το μεγαλύτερο φταίξιμο... 00:32:51.608 --> 00:32:56.459 Μα χαλούσα και την ηθική! Ξεμάβλιζα τα παιδιά! Ποια παιδιά; 00:32:56.804 --> 00:32:59.703 Ούλ' οι μαθητάδες μου τα χανε περασμένα τα σαράντα... 00:33:00.087 --> 00:33:02.733 Και δεν είτανε "μαθητάδες" μου, είτανε φίλοι μου... 00:33:03.440 --> 00:33:06.862 Αν τα παιδιά με παίρνανε το κατόπι, θα μπορούσα και ναν τα διώξω... 00:33:07.351 --> 00:33:09.348 Τα παιδιά θέλουν αστεία και γέλια... 00:33:09.348 --> 00:33:13.445 Φιλοσοφίες και τέτια δεν τα χωνέβουνε, κοροϊδέβουνε το δάσκαλο, 00:33:13.445 --> 00:33:15.800 βαριεστίζουνε και το σκάνε από το σκολειό!... 00:33:16.116 --> 00:33:18.459 Τα δασκάλεβα, λέτε, πως έχουνε το δικαίωμα 00:33:18.459 --> 00:33:20.768 να δένουνε και να δέρνουνε τους πατεράδες τους 00:33:20.768 --> 00:33:23.473 όταν αφτοί μπεκρολογούνε και χαλάνε τα λεφτά τους 00:33:23.473 --> 00:33:26.782 στο τζόγο και στις γυναίκες κι όταν ξεμωραθούν ή τρελαθούνε. 00:33:27.130 --> 00:33:31.130 Αφτά δεν τα λεγα στα παιδιά˙ τα λεγα στους πατεράδες! 00:33:31.517 --> 00:33:33.327 Είναι, θαρρώ, κάποια διαφορά. 00:33:34.618 --> 00:33:39.626 Θα μου πείτε : "Και τον Αλκιβιάδη; Δεν τον είχες μαθητή τον Αλκιβιάδη;" 00:33:40.173 --> 00:33:42.281 Και ποιος θα βαστούσε να μην τον είχε! 00:33:42.527 --> 00:33:47.990 Ωραίο παιδί, πλούσιο, ζωερό, πρώτο τζάκι, λιγάκι παλαβό και πεισματάρικο 00:33:47.990 --> 00:33:52.137 κι αδάμαστο, μα τετραπέρατο - το ξυπνότερο παιδί της Αθήνας! 00:33:52.680 --> 00:33:55.211 Α! πολύ πιο δυνατός από μένα !... 00:33:55.473 --> 00:33:58.458 Γύμναζα κοντά του την ψυχή μου να νικά τα πάθη της... 00:33:58.458 --> 00:34:01.857 να μην ταράζεται μπροστά στον πλούτο, στην ομορφιά και στα νιάτα... 00:34:02.370 --> 00:34:05.762 Λοιπόν, εγώ είμουνα μαθητής του κι όχι αφτός δικός μου. 00:34:06.166 --> 00:34:10.219 Κι έφτασα να πιστέψω και να το διαλαλήσω, πως ο πνευματικός έρωτας, 00:34:10.219 --> 00:34:14.097 δηλαδή ο αφύσικος, καθαρίζει την ψυχή και κατεβάζει ιδέες!... 00:34:14.329 --> 00:34:17.412 Γι αφτό και φώναζα, πως πρέπει να κλείσουν οι ταβέρνες 00:34:17.412 --> 00:34:18.951 κ' οι ναοί της Αφροδίτης. 00:34:19.270 --> 00:34:23.803 Αι! τότε θύμωσαν οι δημόσιοι ταμίες και τα παπαδόσογα, 00:34:23.803 --> 00:34:26.245 γιατί θα λιγοστέβανε τα εισοδήματά τους. 00:34:26.561 --> 00:34:30.883 Και με κατηγορήσανε, πως θέλω να χαλάσω την... ελληνική οικογένεια!... 00:34:31.632 --> 00:34:34.713 Τι; Είμουνα επικίντυνος στη Δημοκρατία! 00:34:35.056 --> 00:34:37.869 Επικίντυνος εγώ, και σεις δημοκρατία!... 00:34:38.836 --> 00:34:42.210 Μα τους επικίντυνους, ω άντρες Αθηναίοι, δεν τους δικάζουνε. 00:34:42.210 --> 00:34:46.010 Τους προσκυνάνε ραγιάδικα ή τους δολοφονούνε μπαμπέσικα. 00:34:46.271 --> 00:34:48.678 Κι όσους μπορεί να γίνουν επικίντυνοι μια μέρα, 00:34:48.678 --> 00:34:52.755 γιατί τους εχτιμάει το πόπολο προλαβαίνετε και τους εξοστρακίζετε. 00:34:53.233 --> 00:34:57.174 Αν είμουνα επικίντυνος, θα βάζατε μερικούς χασικλήδες να με μαχαιρώσουνε˙ 00:34:57.454 --> 00:34:59.360 θα ξαγοράζατε τους μαγέρους μου 00:34:59.360 --> 00:35:02.984 να ρίξουνε σουλιμά στο φαγί μου, στο κρασί μου, στον καφέ μου... 00:35:03.343 --> 00:35:06.516 Ένας επικίντυνος μήτε δικάζεται μήτε κι απολογιέται... 00:35:06.742 --> 00:35:08.455 Δικάζει και θανατώνει. 00:35:08.455 --> 00:35:10.101 Γιατί κατέχει την εξουσία! 00:35:10.386 --> 00:35:13.869 Και μοναχά σαν τήνε χάσει, τότε μπορεί να τόνε δικάσατε, 00:35:14.282 --> 00:35:17.293 αν σας βαστάει... κι αν τόνε πιάσετε! 00:35:18.066 --> 00:35:22.832 Επικίντυνος είταν ο Πεισίστρατος και τα παιδιά του, ο Αλκιβιάδης, οι Τριάντα. 00:35:23.111 --> 00:35:27.621 Θα γινότανε κι ο Κύλων, αν κατάφερνε ν' αρπάξει την εξουσία, κι ο Αριστείδης, 00:35:27.621 --> 00:35:30.714 αν είτανε λιγότερο "δίκαιος" και περισσότερο παλιάνθρωπος. 00:35:31.086 --> 00:35:34.170 Οι τέτιοι σας κλέβουνε, σας σκοτώνουνε, σας εξορίζουν, 00:35:34.170 --> 00:35:35.796 σας λένε και "προδότες". 00:35:35.796 --> 00:35:36.968 Και σεις μιλιά! 00:35:37.475 --> 00:35:39.963 Κι αν εγώ, αντίς να αεροκοπανάω στο παζάρι, 00:35:39.963 --> 00:35:43.897 σκότωνα καμιά σαρανταριά χιλιάδες από σας και θρόνιαζα τους οντρούς στο Τατόι, 00:35:43.897 --> 00:35:46.985 για ν' αρπάζουνε τα ζωντανά σας, να κόβουνε τα λιόδεντρα 00:35:46.985 --> 00:35:49.084 και τ' αμπέλια σας,να καίνε τα χωράφια σας 00:35:49.084 --> 00:35:52.876 και σεις να ψοφάτε κλεισμένοι μέσα στο Κάστρο κι από πείνα κι από λοιμική˙ 00:35:52.876 --> 00:35:56.807 κι αν εξόριζα μερικές χιλιάδες από σας, τους πιο πλούσιους, 00:35:56.807 --> 00:36:01.205 για να βουτήξω την περιουσία σας˙ κι αν ανοίγοντας τις πόρτες τις πολιτείας 00:36:01.205 --> 00:36:05.532 έμπαζα μέσα τους Παλιομωραΐτες, τους Ατζέμηδες κι όποιον άλλον κερατά, 00:36:05.532 --> 00:36:08.132 για να με καθίσουνε στο σβέρκο σας για σωτήρα, 00:36:08.373 --> 00:36:11.845 ποιος θα τολμούσε να κάνει κιχ! - όχι να με δικάσει; 00:36:12.414 --> 00:36:16.531 Όλ' οι τυχοδιώκτες θα τρέχανε δίπλα μου και θα γινόντανε λιβανιστάδες μου. 00:36:16.531 --> 00:36:19.896 Κ' οι "καλοί πατριώτες" θα χτυπούσανε το ξερό τους στον τοίχο, 00:36:19.896 --> 00:36:22.138 που δεν προλάβανε να κάνουν αφτοί χειρότερα 00:36:22.138 --> 00:36:23.840 για να πλουτήνουνε περισσότερο. 00:36:24.644 --> 00:36:27.278 Όχι! Δε φοβηθήκατε το Σωκράτη, 00:36:27.278 --> 00:36:30.124 μα θελήσατε να φοβίσετε τους άλλους με το θάνατό του. 00:36:30.477 --> 00:36:33.663 Η δημοκρατία σας δε στέκεται καλά στα πόδια της. 00:36:33.663 --> 00:36:37.011 Τα μακροτείχια της Αθήνας και του Περαιά κοίτουνται χάμου, 00:36:37.011 --> 00:36:37.860 ναν τα κλαις. 00:36:38.243 --> 00:36:39.755 Καράβια δεν έχετε. 00:36:39.983 --> 00:36:43.477 Συμμάχους να πλερώνουνε χαράτσι να τρώτε, δεν έχετε. 00:36:43.886 --> 00:36:47.376 Μεταξύ σας μ' όλους τους σκοτωμούς και τις εξορίες που κάνατε, 00:36:47.376 --> 00:36:50.351 κρύβονται πολλοί που νοσταλγούνε τον καλό καιρό της τυραννίας˙ 00:36:50.716 --> 00:36:53.132 γιατί χάνουνε τώρα τα όσα κερδίζανε τότες, 00:36:53.132 --> 00:36:57.192 όπως και σεις προσπαθείτε να ξαναβγάλετε τώρα τα όσα χάσατε τότες. 00:36:58.489 --> 00:37:00.925 Όποιος είναι στα πράματα φοβάται την αλλαγή˙ 00:37:00.925 --> 00:37:04.549 κι ο πεσμένος την αποθυμάει και την ετοιμάζει με κάθε τρόπο. 00:37:05.248 --> 00:37:08.089 Ο κοσμάκης στέκεται στη μέση και πλερώνει τα σπασμένα˙ 00:37:08.540 --> 00:37:12.155 το ίδιο δυστυχεί και με τα παράνομα και με τα νόμιμα καθεστώτα 00:37:12.155 --> 00:37:14.606 και με την τυραννία και με τη λεφτεριά. 00:37:15.257 --> 00:37:17.625 Για να μην καταλαβαίνει και να μην αντιστέκεται, 00:37:17.625 --> 00:37:19.837 του λέτε ψέματα και τόνε φοβερίζετε. 00:37:20.247 --> 00:37:24.113 Είναι λαοί, που ζούνε στα δάση, δεν έχουνε νόμους, τρώνε τις ψείρες τους, 00:37:24.113 --> 00:37:27.681 όμως αγαπάνε τη λεφτεριά τους. Βάρβαροι λαοί! 00:37:28.148 --> 00:37:30.675 Εμείς ζούμε στην ωραιότερη πολιτεία του κόσμου, 00:37:30.836 --> 00:37:34.002 έχουμε τους σοφότερους νόμους, δεν τρώμε τις ψείρες μας 00:37:34.260 --> 00:37:36.988 κι αγαπάμε τους κατεργαρέους που μας τρώνε. 00:37:38.661 --> 00:37:41.661 Οι Τριάντα σκοτώνανε κι αρπάζανε δίχως προσκήματα. 00:37:41.661 --> 00:37:46.638 Καταργήσανε νόμους, δικαστήρια, λαοσύναξες - την κυριαρχία του λαού! 00:37:46.808 --> 00:37:50.432 Και κάνανε βουλή δικιά τους από μπράβους και μαχαιροβγάλτες. 00:37:50.782 --> 00:37:53.906 "Και τούτον ημείς θανατούμεν!" - μια κι όξω. 00:37:54.325 --> 00:37:56.825 Ξέρανε, πως θα μένουνε λίγο και βιαζόντανε. 00:37:57.209 --> 00:38:01.155 Σεις θέλετε να μείνετε για πάντα και μεταχειρίζεστε κάποια προσκήματα. 00:38:01.431 --> 00:38:04.847 Και γι αφτό σκεφτήκατε να περιορίσετε τα πολιτικά δικαιώματα 00:38:04.847 --> 00:38:07.861 μονάχα σ' όσους έχουνε χτήματακ' είναι κι από σόι, 00:38:07.861 --> 00:38:11.636 για να κρατήσετε μακριά από το Ταμείο χιλιάδες φτωχούς. 00:38:12.249 --> 00:38:16.403 Κείνοι μποδίσανε τη λεφτεριά του λόγου και τη διδασκαλία της ρητορικής˙ 00:38:16.403 --> 00:38:19.364 εσείς πάτε να μποδίσετε τη λεφτεριά της σκέψης 00:38:19.364 --> 00:38:21.410 και τη διδασκαλία της φιλοσοφίας. 00:38:21.599 --> 00:38:24.888 Από κείνους επήρατε το φτηνό και σύντομο θανατικό μέσο, 00:38:24.888 --> 00:38:27.207 το βρωμόχορτο, που με ποτίζετε σήμερα. 00:38:27.688 --> 00:38:31.880 Η δημοκρατία σας είναι, καθώς βλέπετε, μασκαρεμένη τυραννία. 00:38:33.816 --> 00:38:37.217 "Εμείς δεν ξέρουμε δικολαβίες. Εφαρμόσαμε τους νόμους", 00:38:37.217 --> 00:38:39.215 ακούω κάποιονε που φωνάζει. 00:38:39.575 --> 00:38:43.855 Κ' εγώ σας λέω : μονάχ' αν παραβαίνατε το νόμο, δε θα μ' αδικούσατε! 00:38:43.855 --> 00:38:47.403 Γιατί σκοπός των νόμων δεν είναι να τιμωρούνε τους φταίχτες, 00:38:47.403 --> 00:38:48.709 μα τους αδικημένους, 00:38:48.709 --> 00:38:51.857 και να μποδίζουνε τους κλεμένους να κλέψουνε κι αφτοί. 00:38:52.115 --> 00:38:55.826 Νόμος θα πει θέληση των δυνατών κι αδυναμία των άβουλων. 00:38:56.799 --> 00:39:01.247 "Δίκαιον ουκ άλλο τι ή το του κρείττονος συμφέρον". 00:39:01.899 --> 00:39:04.458 Έτσι πανου κάτου το χα μυριστεί και μοναχός μου, 00:39:04.458 --> 00:39:09.360 μα πρόλαβε και το διαλάλησε κείνος ο Πώλος και μ' ανάγκασε να τόνε κοντραστάρω. 00:39:09.772 --> 00:39:13.057 Και στη γλώσσας μας "κρείττων" θα πει δυνατότερος. 00:39:13.480 --> 00:39:15.999 Κι ο Σόλων δε δυσκολέφτηκε να παινεφτεί, 00:39:15.999 --> 00:39:19.110 πως έφερε την τάξη στην τρικυμισμένη πολιτεία: 00:39:19.511 --> 00:39:23.182 "κράτει νόμου βίην τε και δίκην συναρμόσας". 00:39:23.491 --> 00:39:26.571 Μ' άλλα λόγια σιγουράρησε με τη βία το δίκιο, 00:39:26.571 --> 00:39:29.220 ήγουν το συφέρο των δυνατότερων. 00:39:30.240 --> 00:39:31.923 Και ποιοι ναι οι δυνατότεροι; 00:39:32.309 --> 00:39:35.814 Μήτε κείνοι πόχουνε τα πιο γερά και γυμνασμένα κορμιά : 00:39:36.136 --> 00:39:39.164 οι πεχλιβάνηδες, ο Μίλων, ο Ηρακλής, 00:39:39.164 --> 00:39:42.823 ο πετεινόμυαλος Ηρακλής, που μ' όλα τ' ατσαλένια μπράτσα του 00:39:42.823 --> 00:39:46.460 γίνηκε κλωτσοσκούφι μιας γκόμενας και κοκόνα με ρόκα και φουστάνια. 00:39:47.024 --> 00:39:50.217 Μήτε κείνοι πόχουνε τα πιο γερά κι ανωφέλεφτα μυαλά : 00:39:50.576 --> 00:39:54.981 φιλόσοφοι, σατυρικοί ποιητάδες κι ούλ' οι μισάνθρωποι κ' οι γεροπαράξενοι. 00:39:55.331 --> 00:39:58.307 Μήτε κείνοι πόχουνε τις πιο γερές ψυχές: 00:39:58.599 --> 00:40:02.519 ένας Προμηθέας, ένας Λεωνίδας, ένας Κυναίγειρος 00:40:02.930 --> 00:40:06.916 - μυθικά προσώπατα, πλάσματα της φαντασίας των φοβιτσιάρηδων. 00:40:07.740 --> 00:40:11.465 Δυνατότεροι παντού και πάντοτες είναι οι κλέφτες. 00:40:13.498 --> 00:40:14.739 "Παραμύθια;"... 00:40:15.739 --> 00:40:18.972 Άι λοπόν θα σας πω κ' ένα παραμύθι, για να ξεκουραστείτε! 00:40:20.094 --> 00:40:23.534 Μια φορά κ' έναν καιρό οι κλέφτες της πρώτης πολιτείας του κόσμου, 00:40:23.534 --> 00:40:27.591 αφού πλουτήνανε αρκετά, αποφασίσανε να ταχτοποιήσουνε τη ζωή τους. 00:40:28.110 --> 00:40:30.605 Μπλοκάρανε το λοιπόν τους φτωχούς της πολιτείας 00:40:30.605 --> 00:40:32.945 κι αφού τους μαζώξανε στην πλατέα, τους είπανε: 00:40:33.833 --> 00:40:36.835 "Ψηλά τα χέρια! Θέλουμε το καλό σας. 00:40:37.239 --> 00:40:40.549 Δε θα σας πάρουμε τα φκιάρια, τους κασμάδες, τα σκεπάρνια, 00:40:40.549 --> 00:40:43.011 τα δισάκια και τα ζεμπίλια σας με το ψωμοτύρι, 00:40:43.011 --> 00:40:46.939 τα τρύπια σας πουκάμισα με τις ψείρες και τις απάτωτες καλύβες σας, 00:40:46.939 --> 00:40:48.659 που κάνουνε νερά, σα βρέχει. 00:40:49.016 --> 00:40:54.196 Είσαστε λέφτεροι -- Ψηλά τα χέρια! -- λέφτεροι να ζείτε κατά το κέφι σας, 00:40:54.196 --> 00:40:59.228 να κερδίζετε, να κάνετε κομπόδεμα, να μεθάτε, να χορέβετε, να γεννοβολάτε 00:40:59.228 --> 00:41:00.527 και να πεθαίνετε. 00:41:00.738 --> 00:41:03.028 Εμείς θα σας μαθαίνουμε τις... αλήθειες! 00:41:03.299 --> 00:41:06.525 Θα σας δώσουμε πλούσια φαντασία κ' αισθαντική καρδιά˙ 00:41:06.926 --> 00:41:08.930 θα σας δώσουμε κι αθάνατη ψυχή. 00:41:09.318 --> 00:41:12.466 Κι όποιος από σας του γουστάρει, θα μπορεί να γράφει ποιήματα, 00:41:12.466 --> 00:41:14.859 να σκαρώνει θεωρίες και να δοξάζεται. 00:41:15.322 --> 00:41:17.901 Ο κυρίαρχος λαός θα σαστε σεις! 00:41:17.901 --> 00:41:20.198 Εμείς μονάχα θα σας κουμαντάρουμε. 00:41:20.768 --> 00:41:24.524 Θα φροντίζουμε για την ασφάλεια της ζωής, της τιμής και της περιουσίας σας 00:41:24.524 --> 00:41:26.508 - μ' ένα λόγο για τη λεφτεριά σας. 00:41:26.860 --> 00:41:31.279 Σεις θα δουλέβετε, καταπώς θέλετε κι ό,τι θέλετε κι όποτε θέλετε. 00:41:31.613 --> 00:41:34.597 Εμείς θα σας δίνουμε δουλειά, φτάνει να βρίσκεται, 00:41:34.597 --> 00:41:36.689 και σεις θα μας δίνετε τα κόπια σας. 00:41:37.312 --> 00:41:39.730 Και για να μη θαρρέψετε πως σας αδικούμε, 00:41:39.730 --> 00:41:43.045 θα πλερώνουμε κ' εμείς το ίδιο δόσιμο στο Κράτος, 00:41:43.045 --> 00:41:44.661 - στον εαφτό μας! 00:41:45.466 --> 00:41:49.411 "Κ' εσείς κ' εμείς θα χουμε πάνου από τα κεφάλια μας τους ίδιους θεούς, 00:41:49.411 --> 00:41:52.422 που θα προστάζουν εσάς που δουλέβετε και να μην τρώτε 00:41:52.422 --> 00:41:54.617 κ' εμάς να καθόμαστε και να τρώμε. 00:41:54.930 --> 00:41:58.902 Κ' εμείς κ' εσείς θα χουμε πάνου από τα κεφάλια μας τους ίδιους νόμους, 00:41:58.902 --> 00:42:02.758 που εμείς θα σας τους δίνουμε κ' εσείς θα τους ψηφίζετε σα βουλεφτάδες 00:42:02.758 --> 00:42:06.281 και θαν τους εφαρμόζετε σα δικαστάδες ενάντια στον εαφτό σας. 00:42:07.172 --> 00:42:09.828 Και για να μην πλακώνουν απ' άλλες στεριές και θάλασσες 00:42:09.828 --> 00:42:12.511 κουρσάροι και κλέφτες ν' αρπάζουνε το υστέρημά σας 00:42:12.511 --> 00:42:16.174 και να παίρνουνε σκλάβους κ' εσάς και τις γυναίκες σας και τα παιδιά σας, 00:42:16.174 --> 00:42:18.659 θα σας αρματώνουμε, θα σας γυμνάζουμε, 00:42:18.659 --> 00:42:22.309 για να μπορείτε να διαφεντέβετε τους θεούς σας, τον εαφτό σας κ' εμάς, 00:42:22.309 --> 00:42:23.702 δηλαδή την πατρίδα. 00:42:23.942 --> 00:42:26.647 Να σκοτώνεστε σεις και να ζούμε μεις. 00:42:27.077 --> 00:42:30.688 Κι' επειδή μοναχοί σας δε θα μπορούσατε να σκεφτείτε το συφέρο σας 00:42:30.688 --> 00:42:34.422 και να φυλάξετε τον εαφτό σας, θα σας αναγκάζουμε με το ζόρι 00:42:34.673 --> 00:42:35.910 (ψηλά τα χέρια!). 00:42:36.738 --> 00:42:41.451 Ένα πράμα μοναχά σας απαγορέβουμε: να κλέβει ο ένας τον άλλονα. 00:42:41.791 --> 00:42:44.026 Γιατί μπορεί να κλέψετε κ' εμάς". 00:42:46.599 --> 00:42:50.026 Έτσι λοιπόν ο λαός δούλεβε λέφτερα και λέφτερα σκεφτότανε. 00:42:50.402 --> 00:42:55.019 Και τραγουδούσε χαρούμενα στις ταβέρνες σαν τον κότσυφα στο κλαρί (στο κλουβί!). 00:42:55.692 --> 00:43:00.039 Κ' οι σωτήρες του ξαπλωνόντανε τ' ανάσκελα στα ζεστά παλάτια το χειμώνα 00:43:00.039 --> 00:43:02.703 και κάτου απ' ανθισμένα δέντρα το καλοκαίρι 00:43:02.893 --> 00:43:06.153 - και σωρό γυναικούλες όμορφες τους ψειρίζανε το σβέρκο 00:43:06.153 --> 00:43:09.520 και τους χουχουλίζανε το ριζάφτι (πολύ συντελεί!). 00:43:10.359 --> 00:43:13.105 Κ' η εφτυχία τους, είτανε δύναμη της πατρίδας 00:43:13.105 --> 00:43:15.531 κ' η ξετσιπωσιά τους καθαρμός. 00:43:15.944 --> 00:43:19.160 Κι αν κάπου βαριοεστίζοντας ο λαός τους έδιωχνε, 00:43:19.160 --> 00:43:21.616 ζητούσε αμέσως άλλους να τονε κλέβουνε: 00:43:21.989 --> 00:43:26.485 δε μπορούσε πια μήτε να ζήσει μήτε να σκεφτεί χωρίς "σωτήρες". 00:43:28.076 --> 00:43:30.909 Γελάτε και με το δίκιο σας, ω άντρες Αθηναίοι. 00:43:31.355 --> 00:43:34.941 Τέτια παράξενη πολιτεία μήτε γίνηκε μήτε θα γίνει ποτές! 00:43:35.640 --> 00:43:37.035 Παραμύθια, βλέπετε. 00:43:37.308 --> 00:43:42.766 Τώρα θα μου ζητάτε κ' επιμύθιο! Πού ναν το βρω!... Μοναχά σας λέω: 00:43:43.349 --> 00:43:48.054 "Αλίμονο στον αφτόδουλο πολίτη, που φτασμένος στα έσχατα της απελπισιάς 00:43:48.054 --> 00:43:51.150 παραδίνεται, για να σωθεί, στο έλεος του Θεού 00:43:51.150 --> 00:43:52.992 και στους νόμους των Κλεφτών". 00:44:04.869 --> 00:44:11.893 Η αληθινή απολογία του Σωκράτη Μερος τριτο 00:44:12.820 --> 00:44:16.423 τι περιμένεις ἀπό ναν ἄνθρωπο σηµανδιακό, στριµένονε χαὶ φαρμαχκόψυχο. 00:44:16.886 --> 00:44:18.959 Κοπροσιωλιάζοντας όλη την ημέρα στο παζάρι 00:44:18.959 --> 00:44:21.575 τα βαζε με τους άλλους, πού κοιτάγανε τή δουλειά τους. 00:44:21.575 --> 00:44:23.957 Τού φταίγαν εκείνοι γιὰ τη δικιά του τὴν κατάντια! 00:44:23.957 --> 00:44:25.510 Κι όλοι φέβγαν ἀπὸ κοντά του 00:44:25.510 --> 00:44:29.350 -- μῆτε τὸ διάβολο νὰ ἰδεῖς μήτε τὸ σταβρό σου νὰ κάνεις! 00:44:29.525 --> 00:44:32.654 Υστερα παινεβότανε, πὼς δὲ ζητοῦσε πλερωμὴ γιὰ τὴ σοφία του!... 00:44:32.881 --> 00:44:35.765 ᾿Αφτὸ μᾶς ἔλειπε! Νὰ μᾶς φορτώνεται μὲ τὸ στανιὸ 00:44:35.765 --> 00:44:37.476 καὶ νὰ τὸν πλερώνουμε κιόλας!... 00:44:37.866 --> 00:44:40.215 Τώρα τοῦ δώσαμε τὴν πλερωμῆ, ποὺ τοῦ χρειαζότανε! 00:44:40.618 --> 00:44:43.953 "Αβριο δὲ θά µαστε µῆτε πιὸ πλούσιοι µῆτε πιὸ φτωχοί! 00:44:44.210 --> 00:44:46.498 "Ὅμως θά χουμε ἕναν μπελὰ λιγότερο!» 00:44:47.576 --> 00:44:50.770 ᾿Eσεῖς, ὦ ἄντρες ᾿Αθηναῖοι, παίρνετε τὰ σκιάχτρα 00:44:50.770 --> 00:44:53.375 γι’ ἀληθινοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς ἀέρηδες γιὰ θεοὺς· 00:44:53.752 --> 00:44:57.456 ἐγὼ τοὺς ἀνθρώπους γιὰ ψέφτικα σκιάχτρα καὶ τοὺς θεοὺς γι’ ἀέρηδες. 00:44:57.742 --> 00:44:59.897 ᾿Εσεῖς ὀνειρέβεστε κ ἐγὼ βλέπω. 00:45:00.194 --> 00:45:02.653 Βλέπω, γιατὶ ἔχω περισσότερο µυαλὀ, 00:45:02.653 --> 00:45:05.397 τὸ περισσότερο, ποὺ γένηκε ποτὲ στη χώρα σας. 00:45:06.100 --> 00:45:07.528 K’ ἐπειδὴ μποροῦσα νὰ βλέπω, 00:45:07.528 --> 00:45:10.676 γι’ἀφτὸ καὶ μοῦ φανιζόντανε ὅλα κατάµαβρα κι ἄσκημα. 00:45:10.974 --> 00:45:15.369 ᾿Αφοῦ κατάλαβα, πὼς οἱ τριγυρινοί µου δὲν εἶναι ψυχὲς καὶ πνέµατα, μὰ κωλάντερα, 00:45:15.369 --> 00:45:18.400 κ’ η ζωὴ δὲν ἔχει κανένα σκοπό μα το θάνατο 00:45:18.779 --> 00:45:22.154 δε κυνηγούσα την εφτυχία μήτε κόπιαζα να γίνω καλύτερος. 00:45:22.262 --> 00:45:23.000 Έιμουνα. 00:45:23.360 --> 00:45:27.672 Αφηνόμούνα σιγά και μαλακάθησαν οι αδυναμίες μου στη δύναμή μου. 00:45:28.243 --> 00:45:30.748 Ακαμάτης κοροϊδεβα τα σκιάθρα σας στο φανερό 00:45:30.748 --> 00:45:32.375 και τον εαφτό μου στα κρυφά. 00:45:32.487 --> 00:45:37.439 προσπαθούσα να ξεχνώ το σήμερα, το χτες και το άβριο· δήλάδη τον θάνατο. 00:45:38.106 --> 00:45:41.648 Δεν είμουν ο Απόλλωνας να σας εγδάρω μια και καλή με το ....... 00:45:41.849 --> 00:45:44.253 Είμουνα γιος της μαμής, πρόστυχο σόι. 00:45:44.797 --> 00:45:49.153 Σας έδερνα λοιπόν κάθε μέρα με τη σοφία μου, με την κούραλιδία 00:45:49.508 --> 00:45:51.186 Δε σας καλυτέρεβα σε τίποτα. 00:45:51.441 --> 00:45:55.187 Μοναχά σας αγρίεβα και καταλάβανε πως τελεφταία θα με..... 00:45:55.765 --> 00:45:57.836 Έτσι κορόιδεβα και τη σοφία μου. 00:45:57.847 --> 00:46:02.299 Τίποτα δεν ξέρω, ήγουν αφτά που ξέρω δεν αξίζουνε τίποτα. 00:46:03.002 --> 00:46:05.386 Κι έτσι δεν έχομε το καιρό να γράφουν. 00:46:05.386 --> 00:46:09.088 Αν τά γραφα... ////// 00:48:41.541 --> 00:48:45.536 μα φταίει κι ὁ νόμος πιο πολύ, ποὺ μᾶς ἔβαλε να πάρουμε καὶ δέφτερη γυναίκα, 00:48:45.536 --> 00:48:49.605 για να δώσουμε στρατιώτες στην πατρίδα. Τὰ δύστυχα τα πλάσματα ... 00:48:52.649 --> 00:48:55.197 Να δουλέβω!... Τί νὰ δουλέβω ; 00:48:55.484 --> 00:48:58.560 Μιὰ φορὰ στὰ νιάτα μου έκανα τὸ μαρμαρά κοντὰ στὸν πατέρα μου. 00:48:58.800 --> 00:49:01.355 Κι όπως μ' ἔκαιγεν ο πόθος τοῦ γυναίκειο κορμιού, 00:49:01.355 --> 00:49:05.789 κάθισα, για νὰ μερώνω τὴν ψυχή μου, κ' έπλασα θεόγυμνες τις Χάριτες, 00:49:05.789 --> 00:49:08.009 ποὺ μαζὶ τὶς πίστεβα καὶ τὶς ἀποθυμοῦσα. 00:49:08.371 --> 00:49:11.530 Κι ὅταν τῆς ἀποτέλειωσα, βρέθηκα να μαι ερωτεμένος μαζί τους... 00:49:12.038 --> 00:49:15.192 Κι ἀργότερα, πολύ συχνά, ἔπαιρνα τὸν ἀνήφορο τῆς ᾿Ακρόπολης, 00:49:15.192 --> 00:49:17.659 γιὰ νὰν τὶς βλέπω καὶ νὰ ξαναθυμούμαι τὰ παλιά. 00:49:18.090 --> 00:49:21.183 Μὰ τώρα πιὰ δὲν ἔχω τις φαγούρες τῆς νιότης καὶ δὲν πιστέβω 00:49:21.183 --> 00:49:24.019 μήτε στοὺς θεοὺς μήτε στὰ πλάσματα της Τέχνης... 00:49:24.588 --> 00:49:28.042 Τὸ πολὺ θὰ μποροῦσα ν' ἀνοίξω μαγαζί στην ὁδὸν ᾿Αναπαύσεως, 00:49:28.324 --> 00:49:32.429 γιὰ νὰ φτιάχνω καὶ νὰ πουλάω μαρμαρένιους σταβρούς κι ἀγγέλους γιὰ τὰ μνήματα... 00:49:32.797 --> 00:49:35.715 Ολ' ἀφτὰ μοναχὰ νὰ τὰ κοροϊδέψω θα μποροῦσα τώρα. 00:49:36.026 --> 00:49:38.523 Το πολύ μυαλό, μεγάλη σκοτούρα. 00:49:38.779 --> 00:49:42.356 Μοῦ δεσε τὰ χέρια· δὲν μπορῶ πιὰ νὰ κάνω τίποτα. 00:49:43.373 --> 00:49:47.140 Μήπως να «δουλέβων σὰν καὶ σᾶς, ποὺ σταβρώνοντας τὰ χέρια σας 00:49:47.140 --> 00:49:51.159 αγκομαχάτε ποιὸς θὰ γελάσει τὸν ἄλλονε καὶ ποιὸς θὰ πουληθεῖ περισσότερο; 00:49:53.383 --> 00:49:57.060 Μιὰ φορά, σὰ μὲ καλούσαν ἡ τιμὴ τῆς πατρίδας κι ο κατάλογος τῶν ἐφέδρων 00:49:57.060 --> 00:50:01.489 να σκοτώνω τοὺς ὀχτροὺς ἢ νὰ σκοτωθώ, πολεμοῦσα πρῶτος κ' ἔφεβγα τελευταῖος 00:50:01.971 --> 00:50:04.044 καὶ κορόιδεβα μέσα μου τὸν πόλεμο. 00:50:04.323 --> 00:50:07.291 Συλλογιζόμουνα, πὼς οἱ συντρόφοι μου θα χυθοῦνε μετὰ τὴ μάχη 00:50:07.291 --> 00:50:10.650 στα τριγυρινά χωριὰ νὰ σφάζουνε τὸν ἄμαχο πληθυσμό, 00:50:10.650 --> 00:50:13.572 νὰ κλέβουν ὅ,τι λάχει καὶ νὰ βιάζουνε τὶς γυναῖκες. 00:50:15.016 --> 00:50:16.967 Στὸ κρασὶ δὲ μοῦ παράβγαινε κανείς. 00:50:17.218 --> 00:50:20.155 Μποροῦσα νὰ πίνω μὲ τὴν κούπα κ' εἴκοσι ώρες κορδόνι, 00:50:20.493 --> 00:50:23.776 κ' ἐνῶ κυλιότανε ἡ παρέα μου μπρούμυτα κι ανάσκελα στο πάτωμα 00:50:23.776 --> 00:50:24.729 μέσα στα ξερατά, 00:50:25.006 --> 00:50:29.595 στητός έγώ κι αψηλομέτωπος χαιρετούσα τον ήλιο, που πρόβαινε θάμα, 00:50:29.825 --> 00:50:34.756 καὶ ξεχνώντας όλες μου τίς μιζέριες - έφτυν αδιάφορα στὴν ὄχτο της Λήθης. 00:50:35.468 --> 00:50:37.630 Στὸν Έρωτα τί νὰν τὰ λέω ; 00:50:37.851 --> 00:50:41.678 Μοναχοί σας μὲ παρανομιάσατε θεϊκό τραγί, δηλαδή σάτυρο. 00:50:42.535 --> 00:50:45.146 Μονάχα στὸ φαγὶ δὲν εἴμουνα καὶ τόσο μερακλής. 00:50:45.530 --> 00:50:47.505 Ετρωγα μιὰ φορὰ τὴ μέρα καὶ λίγο. 00:50:47.955 --> 00:50:50.229 Είμουνα πολύ παχὺς καὶ θὰ μ' ἔβλαφτε. 00:50:50.401 --> 00:50:52.197 Ήθελα να χω τὸ στομάχι μου λαφρό 00:50:52.197 --> 00:50:54.874 για να χω καὶ τὸ μυαλό μου φρέσκο κι ἀλέγρο. 00:50:55.638 --> 00:50:57.557 Όποιος κοιμάται πολύ καὶ τρώει λίγο: 00:50:57.557 --> 00:51:02.261 ζαρζαβατικά, φασόλια, θρούμπες και κριθαρόψωμο, δεν παθαίνει σφίξη. 00:51:02.261 --> 00:51:04.786 Δε σκουριάζει καὶ δὲν ξυνίζει τὸ γαίμα του, 00:51:04.786 --> 00:51:07.455 δὲ βγάνει σπυριά, βουζούνους και ζωχάδες. 00:51:08.289 --> 00:51:11.307 Επαιρνα μὲ τὸ πρώτο χρυσορόδισμα τα μακρινά χωράφια. 00:51:11.506 --> 00:51:15.250 Ἐκεῖ διάλεγα κάποια πρόσχαρη μεριὰ στὴν ούγια τοῦ πεφκόδασου, 00:51:15.250 --> 00:51:17.988 αντίκρα στον ήλιο νὰ τὸν κοιτάω καὶ νὰ μὲ θαμπώνει, 00:51:17.988 --> 00:51:22.341 καὶ πρόσμενα με κατάνυξη στη Μητέρα θεὰ μιὰν ὁλάκερην ἑκατόμβη... 00:51:22.778 --> 00:51:24.786 Κ' ἡ θεά τό γραφε στὰ κατάστιχά της. 00:51:25.071 --> 00:51:29.674 Μου λαμπικάριζε τὰ μάτια, μοῦ ἀκόνιζε τὸ μυαλό, μοῦ δίνε κέφι κ' ὑπομονή !... 00:51:30.279 --> 00:51:32.945 "Α ! δὲ θὰ γινόμουνα τόσο μεγάλος ἄνθρωπος, 00:51:32.945 --> 00:51:35.182 ἂν εἴχανε τίποτα κουσούρι τὰ λούκια μου. 00:51:35.439 --> 00:51:36.910 Είχα στομάχι κούρκου. 00:51:37.187 --> 00:51:40.544 Μπορούσα να καταπίνω καὶ νὰ χωνέβω καρύδια μὲ τὰ τσόφλια τους, 00:51:40.544 --> 00:51:43.046 καρφιά σκουριασμένα καὶ φούχτες ἄμμο. 00:51:43.777 --> 00:51:45.365 Για κοιτάχτε καὶ τὰ δόντια μου ! 00:51:45.734 --> 00:51:50.139 Τριανταδυό μύγδαλα - ψίχα... Κι ὅμως ἔτρωγα λίγο. 00:51:50.508 --> 00:51:54.734 Μποροῦσα τὸ λοιπὸν νὰ μὴ δουλέβω, δηλαδή νὰ μὴν πολιτέβομαι. 00:51:56.041 --> 00:51:59.844 Έχοντας τόσο δυνατό σκαρί και τόσα κέφια, πῶς δὲ σκορπούσα 00:51:59.844 --> 00:52:03.816 χαρά καὶ καλοσύνη, μὰ σταλοβολούσα παντου φαρμάκι καὶ χολή; 00:52:04.264 --> 00:52:09.051 Γιατί 'χα μεγάλο μυαλό και σᾶς ἔβλεπα πέρα πέρα σε να σαστε γυαλένιοι. 00:52:09.629 --> 00:52:13.307 επειδῆς ἤξερα, πὼς δὲ θὰ σᾶς διόρθωνα μοναχός μου, κορόιδεβα. 00:52:13.695 --> 00:52:16.381 "Α ! δὲν εἶναι τόσο ἔφκολο πράμα ἡ κοροϊδία. 00:52:16.381 --> 00:52:18.523 Είναι μαζί παιχνίδι καὶ τέχνη. 00:52:18.749 --> 00:52:22.286 Πρέπει να χεις πολλή φαντασία καὶ κρίση καὶ πείρα τῆς ζωῆς. 00:52:22.596 --> 00:52:27.574 Καὶ νὰ μπορεῖς όλ' ἀφτὰ νὰν τὰ παίζεις ανάλαφρα καὶ φωτερά, δίχως προσπάθεια. 00:52:28.172 --> 00:52:31.825 Η κοροϊδία δὲν εἶναι ἡ ἀρχή, μὰ τὸ τέλος της φιλοσοφίας. 00:52:32.258 --> 00:52:34.611 Χρειάζεται να χεις περάσει πρῶτα ἀπὸ τὸ δράμα 00:52:34.611 --> 00:52:39.170 τῆς συλλογῆς καὶ τῆς ἀπελπισιᾶς γιὰ νὰ φτάσεις στο γέλιο, - στὸ πικρόγελο. 00:52:39.318 --> 00:52:41.260 Κι ἂν μπορέσεις να φτάσεις ! 00:52:42.544 --> 00:52:45.464 Τις περισσότερες φορές προσπαθοῦσα νὰ μὴ σᾶς βλέπω. 00:52:45.778 --> 00:52:48.299 Πήγαινα πότε στη θάλασσα, πότε στις παλαίστρες. 00:52:48.485 --> 00:52:52.220 Τὰ παιδιὰ μὲ τὰ σφιχτοδεμένα κορμιά τους, τὰ λυγερά σὰν τὰ στάχια, 00:52:52.220 --> 00:52:55.563 μὲ κάνανε νὰ ξεχνιέμαι σὰν ἐμπροστά στὴν ἀπέραντη θάλασσα 00:52:55.563 --> 00:52:56.919 τ' ανοιξιάτικα πρωινά. 00:52:57.249 --> 00:53:00.697 Γέλια, ξεφωνητὰ καὶ πείσματα... χαρούμενος αέρας, 00:53:00.697 --> 00:53:04.320 ποὺ μὲ σιγομεθοῦσε καὶ μὲ βύθιζε σὲ μιὰ γλυκιά μελαγχολία. 00:53:04.753 --> 00:53:08.318 "Ηθελα να γινόμουν ἄμυαλο παιδί καὶ μοῦ ρχότανε νὰ σηκωθώ κ' ἐγὼ 00:53:08.318 --> 00:53:11.121 νὰ κυλιστῶ μὲ τ' ἄλλα μέσα στη σκόνη και στὸν μπουχό, 00:53:11.457 --> 00:53:14.273 σὰν τοὺς γαϊδάρους τὸ καλοκαίρι μὲ τὸ σαμάρι στην πλάτη, 00:53:14.557 --> 00:53:16.691 - καὶ νὰ γκαρίζω, νὰ γκαρίζω ! 00:53:17.514 --> 00:53:20.743 Αν ἐκείνη τὴν ὥρα με ζύγωνε κανείς, γιὰ νὰ μοῦ κάνει τὸν ἔξυπνο, 00:53:20.743 --> 00:53:22.181 θὰ τὸν ἔτρωγα ζωντανό. 00:53:22.999 --> 00:53:24.196 Ὕστερις, ὅταν ἔφεβγα, 00:53:24.196 --> 00:53:26.885 τραβοῦσα σκυφτός καὶ συλλογισμένος τοίχο τοίχο 00:53:26.885 --> 00:53:31.545 και μετροῦσα τὰ βήματά μου... δέκα... τρακόσια... χίλια... δυο χιλιάδες... 00:53:31.545 --> 00:53:34.824 Χωρὶς νὰν τὸ καταλαβαίνω, βρισκόμουνα ξαφνικά στα λιβάδια. 00:53:35.518 --> 00:53:41.252 Να ! νὰ ! νά ! Ἔδερνα μὲ τὸ μπαστούνι μου τα στάχια καὶ τὰ στρωνα χάμου. 00:53:41.606 --> 00:53:47.144 Ἔτσι ξεθύμαινα καὶ ξεχνοῦσα, πὼς μήτ' ἐγὼ θὰ γίνω παιδί μήτε καὶ σεῖς ἀνθρώποι, 00:53:47.896 --> 00:53:51.450 Το καλοκαίρι ! Χρυσὴ ἐποχὴ τῶν φτωχών... 00:53:51.918 --> 00:53:55.633 Μοναχά τὸ καλοκαίρι ζοῦσα πλέρια τὸ κορμί μου καὶ τὴ σκέψη μου. 00:53:56.590 --> 00:54:00.990 Όλα μου τὸ εἶναι βοοῦσε καὶ φωρτούλιζε χαρούμενα τὰ λέφκα στὸν ὄχτο, 00:54:00.990 --> 00:54:02.583 γεμάτη ἀστρώματα και πουλιὰ καὶ τζιτζίκια. 00:54:03.350 --> 00:54:07.200 Καὶ στὴ ρίζα κουλουριασμέν ή ψυχή μου μὲ τὸ κεφάλι ψηλά καρφωτό, 00:54:07.240 --> 00:54:10.579 πυρωνότανε στον ήλιο καὶ κατέβαζε πλήθιο το φαρμάκι 00:54:10.579 --> 00:54:12.283 στα κανάλια των δοντιῶν τῆς ! 00:54:12.482 --> 00:54:14.751 Καὶ ἀλὶ σὲ κείνονε, που δάγκωνε ... 00:54:16.521 --> 00:54:19.500 Πήγατε λοιπὸν νὰ μὲ καταδικάσετε στη δόξα τοῦ καλοκαιριού, 00:54:19.500 --> 00:54:23.897 τὸ Μάη μὲ τὰ λουλούδια ... Τὴν ὥρα, που χω το πιότερο φαρμάκι ... 00:54:24.554 --> 00:54:26.952 "Αν εἶτανε χειμώνας, δὲ θὰ βγαζα λέξη. 00:54:27.543 --> 00:54:30.441 Μα τώρα γλεντάω καὶ φραίνομαι νὰ σᾶς δαγκώνω. 00:54:30.441 --> 00:54:33.613 (βήχας( 00:54:35.388 --> 00:54:40.534 Εδώ ὁ Σωκράτης ξεροκατάπιε, ἔβηξε δυο τρεῖς φορὲς καὶ ξανακολούθησε. 00:54:41.241 --> 00:54:44.613 Διηγήθηκε στο δικαστήριο μιὰν ἡμέρα τῆς ζωῆς του. 00:54:45.830 --> 00:54:50.451 Όλη τη νύχτα ξαπλωμένος στὴν ἀβλὴ πάνου σὲ στρατιωτικές μπατανίες καὶ τσουβάλια, 00:54:50.451 --> 00:54:56.840 κάτου ἀπὸ τ' ἄστρα, δὲν μποροῦσα νὰ κλείσω μάτι : σκνίπες, κοριοί κι ιδέες. 00:54:56.561 --> 00:55:00.300 Τις σκνίπες μου τις στέλνανε τ' άστρα, τοὺς κοριοὺς ὁ τοίχος 00:55:00.300 --> 00:55:03.293 (παλιὸ τὸ σπίτι, βλέπετε), τὶς ἰδέες ἡ κάκητα. 00:55:03.636 --> 00:55:05.995 Αυτή ναι, θαρρῶ, τὸ θεϊκό μας στοιχείο ! 00:55:06.191 --> 00:55:10.282 Το μυαλό μου δουλέβει· κι ὅταν ἀποκοιμηθώ, ξακολουθεῖ νὰ δουλέβει... 00:55:10.543 --> 00:55:14.911 ᾿Αναχαράζω τις κουβέντες τῆς ἡμέρας, τις βάζω σὲ τéaξη, τίς ξεκαθαρίζω. 00:55:15.362 --> 00:55:18.690 Τότε βρίσκω τὶς πιὸ θανάσιμες ἀντιλογίες, 00:55:18.690 --> 00:55:20.379 ποὺ θὰν τὶς ξεφουρνίσω τὸ πρωὶ στὴν ᾿Αγορά... 00:55:20.718 --> 00:55:23.892 Στάσου καὶ θὰ δεῖς, τί ἔχω νὰ σὲ κάνω κύριε Τάδε... 00:55:24.807 --> 00:55:29.238 Λίγο λίγο γαληνέβουνε τὰ μέσα μου κι ἀργὰ πολὺ κλείνουνε βαριὰ τὰ μάτια μου. 00:55:29.782 --> 00:55:34.860 Μόλις κοκκινίσουνε τὰ μάγουλα τῆς ᾿Αβγῆς, πετιέμαι ψηλὰ σὰν τὸ πετεινάρι 00:55:34.860 --> 00:55:36.888 κι ἀρχίζω νὰ λαλῶ : νὰ πειράζω τὴν Ξανθίππη... 00:55:37.457 --> 00:55:41.473 Αφοῦ μοῦ φέρει τὴν πρωινή μου κρασοψυχιά μέσα σ'ένα πήλινο καφκί, 00:55:41.473 --> 00:55:44.316 μουρμουρίζοντας, πάει στο πηγάδι καὶ τραβάει νερό. 00:55:45.510 --> 00:55:47.665 Ὕστερις μοῦ χύνει κατακέφαλα τὸν κουβὰ γεμάτο. 00:55:48.157 --> 00:55:51.940 Κι ἐνῶ σφουγγίζοµαι γρήγορα γρήγορα μὲ τὰ μανίκια 00:55:51.940 --> 00:55:54.787 καὶ χτενίζω τὰ γένια µου μὲ τὰ δάχτυλα... κείνη δυναμώνει τὸ χαβά της. 00:55:55.531 --> 00:55:57.734 «Δὲ μ᾿ ἄφησες ὅλην τὴ νύχτα νὰ κοιμηθῶ. 00:55:57.734 --> 00:56:01.815 Κλωτσοῦσες, ῥροχάλιζες, ἔτριζες τὰ δόντια σου καὶ βρωμοῦσες σχκὀρδο. 00:56:01.815 --> 00:56:03.873 Δὲ ντρέπεσαι τουλάχιστο τὰ παιδιά ;» 00:56:04.379 --> 00:56:07.999 (Ὅλοι κοιµόμαστε στὴν ἀβλη κατάχαµα, ἕνας πλάι στὸν ἄλλονε). 00:56:08.304 --> 00:56:12.372 Αἴ τότες ἐγὼ βγάνω φτερά, τῆς τσιµπάω τὸ μπράτσο... καὶ δρόµο ! 00:56:12.822 --> 00:56:17.595 "Αν δὲ μὲ βρίσει πρωὶ πρωί, θά µαι ξυνισμένος κι ἄκεφος ὅλη τὴν ημέρα !... 00:56:18.579 --> 00:56:22.886 Πρὶν πάει μισὸ καλάμι ὁ γῆλιος κόβω μιὰν κορφὴ βασιλικὸ καὶ ξεπορτίζω. 00:56:23.267 --> 00:56:26.510 Ἕνα ζεβγάρι σπουργίτες τροµάζουνε ξαφνικὰ 00:56:26.510 --> 00:56:28.712 καὶ χαράζουνε στὸν ἀέρα δυὸ φωτεινὲς γραμµές, 00:56:28.712 --> 00:56:32.167 ἀπὸ τὴν καβαλίνα τοῦ δρόμου στὴν κορφὴ τῆς διπλανῆς ροδακινιᾶς. 00:56:33.500 --> 00:56:37.602 Στρίβω δεξιὰ καὶ παίρνω τ᾽ ἀνοιχτά... περιβόλια... ρεματιές... 00:56:38.130 --> 00:56:40.989 ν ἀνασάνω βαθιά... νὰ ξαλαφρώσω... 00:56:42.183 --> 00:56:44.407 ᾿Ακούγονται μακριὰ στὶς δημοσιὲς τὰ πρῶτᾳ κάρα, 00:56:44.407 --> 00:56:47.589 ποὺ κατεβαίνουνε στὴν ᾿Αθήνα γεμάτα δροσερὰ λαχανικὰ καὶ φροῦτα. 00:56:48.209 --> 00:56:51.905 Σὲ λίγο στὰ καλντερίµια τῶν σοκακιῶν ἀνακατέβονται τὰ πέταλα τῶν ἀβασταγῶν 00:56:51.905 --> 00:56:53.578 μὲ τὰ χουγιαχτὰ τῶν ἀγωγιάτηδων. 00:56:53.578 --> 00:56:58.106 Λεκάνες καὶ ντενεκέδες ἀδειάζούυνε σαπουνόνερα καὶ λάντζες ὅπου τύχει. 00:56:58.441 --> 00:57:02.918 Γεροντικὰ βηξίµατα καὶ ρόχαλα κάνουνε στράκες ἀπάνου στὰ κεφάλια τῶν Θεῶν... 00:57:03.357 --> 00:57:07.388 Τὰ χούφταλα ! Ξυπνώντας ἀξημέρωτα πᾶνε νὰ δικάσουν 00:57:07.388 --> 00:57:10.436 η νὰ συνεδριάσουνε στη λαοσύναξη γιὰ τὶς δεκάρες... 00:57:10.709 --> 00:57:15.342 Ὅσο νὰ κατέβω στὸ παζαρι, σύνεφα μύγες, κουρνιαχτός, κάτουρα, 00:57:15.342 --> 00:57:20.128 ποὺ ἀχνίζουνε, κι ἀνθρωπήσια βαρβατίλα μαγαρίζουνε τὴν παρθενικὴν ημέρα. 00:57:21.801 --> 00:57:25.252 Κιαλάρω μαζωμένους στὴ στοὰ τὸν Κόλια, τὸν Πρίφτη, 00:57:25.252 --> 00:57:29.603 τὸ Δέδε, τὸ Γκίκα, τὸ Δεδεγκίχα... τοὺς μεγάλους ἄντρες ! 00:57:29.900 --> 00:57:32.006 Εἶναι μαζὶ τους κι ὁ χύριος Τάδες. 00:57:32.218 --> 00:57:34.205 Κι ἂν δὲν εἶναι, θά ρτει. 00:57:34.336 --> 00:57:35.846 Ζυγώνω καὶ καληµερίζω. 00:57:36.279 --> 00:57:40.242 Τοὺς λέω τὰ σπουδαῖα τῆς Ἠμέρας : γιὰ τὸ γάιδαρο τοῦ Μελέτη, 00:57:40.242 --> 00:57:43.769 πού σπασε τὴν τριχιά του ψὲς τὸ βράδι καὶ λάκηξε κατὰ τὰ Τουρκοβούνια 00:57:43.769 --> 00:57:47.544 κυνηγώντας μιὰ καλοθρεμένη τσακἰστρα· γιὰ τὸ κρασὶ τοῦ Μπαρμπαχρίστου, 00:57:47.544 --> 00:57:50.279 ποὺ ξύνισε κι ὁ γιατρὸς δὲν μπόρεσε νὰν τὸ γιάνει΄ 00:57:50.279 --> 00:57:53.576 γιὰ τὴν Παπαλάμπραινα, ποὺ σήκωσε τὴ γειτονιὰ στὸ ποδάρι, 00:57:53.576 --> 00:57:56.130 γιατὶ τ᾿ ἀγγούρι, ποὺ τῆς ἔδωκε ψὲς ὁ µανάβης, 00:57:56.130 --> 00:57:58.966 εἴτανε καὶ μικρὸ καὶ πικρὸ φαρμάκι ! 00:58:00.212 --> 00:58:05.940 Καὶ ποιὸς εἴτανε ἀφτὸς ὁ κ. Τάδες ; Ὁ σοφιστῆς, ὁ πολιτικός, ὁ ποιητάκος. 00:58:06.254 --> 00:58:10.186 "Όσοι φαντάζονιαι πὼς εἶναι πανήξεροι, καὶ τό χουνε καμάρι ποὺ λένε ψέματα. 00:58:10.691 --> 00:58:11.866 Τοὺς ἀλάλιαζα. 00:58:11.866 --> 00:58:14.449 "Οχι γιατί θελα νὰ φαίνομαι καλὐτερός τους. 00:58:14.449 --> 00:58:18.081 Δὲν ἀξίζει τὸν κόπο νά ναι κανεὶς πρῶτος η τελεφταῖος 00:58:18.081 --> 00:58:20.984 ἀνάμεσα σὲ τελεφταίους, ποὺ θαρροῦνε πὼς εἶναι πρῶτοι. 00:58:21.623 --> 00:58:24.362 Τοὺς τσάκιζα, καθὼς τσακίζουµε τοὺς κοριοὺς... 00:58:24.724 --> 00:58:26.900 Δὲ ζητᾶμε δηλαδη νὰν τοὺς καλυτερέψουµε 00:58:26.900 --> 00:58:30.312 μήτε νὰ σώσουμε τοὺς γειτόνους η τὶς μελλούμενες γενιὲς τῶν Ἑλλήνων ! 00:58:30.635 --> 00:58:34.433 Ἕνας λύκος μοναχά, τοῦ ᾿Αγκούμπιο, τὰ κατάφερε νὰ καλυτερέψει, 00:58:34.433 --> 00:58:38.185 νὰ γίνει θεοφοβούμενος καὶ νὰ μὴν τρώγει κρέατα ζωντανά, µά... 00:58:38.185 --> 00:58:42.134 ραδίκια βραστά,ποὺ κατέβαινε καὶ τ᾽ ἀγόραζε πρωὶ πρωὶ στὸ Λαχανοπάζαρο. 00:58:43.314 --> 00:58:47.830 Γιὰ τὴν πλεμπάχγια τὴν παρακατιανη, γιὰ σᾶς, ἔνιωθα μονάχα λύπηση. 00:58:48.105 --> 00:58:51.279 “Ο νούς, η καρδιὰ κ᾿ η πράξη σας δὲν εἶναι δικά οας : 00:58:51.815 --> 00:58:55.602 αἰστάνεστε, νογᾶτε καὶ κάνετε ὅ,τι συφέρνει στοὺς Λύκους. 00:58:56.102 --> 00:58:59.193 Οἱ Λύκοι σᾶς µάθανε, πὼς εἶναι καὶ δίκιο καὶ θέλημα τῶν θεῶν, 00:58:59.193 --> 00:59:04.817 ἀφτοὶ νὰ τρῶνε κρέας ἀνθρωπινὸ καὶ σεῖς ραδίκια βραστὰ -- καὶ νὰ βρίσκονται ! 00:59:07.400 --> 00:59:10.218 Οἱ σοφιστάδες... Τί µεγαλεῖο ! 00:59:10.535 --> 00:59:14.954 ᾿Ἐρχόντουσαν ἀπὸ πολὺ µακριά. ψηλοί, γεμάτοι, χαρούμενοι. 00:59:15.614 --> 00:59:19.137 Σὰν κοσμογυρισµένοι, μπορούσανε καὶ γινόντανε σὲ μιὰ βδομάδα 00:59:19.137 --> 00:59:21.372 βέροι Αθηναῖοι, γέννημα - θρἐµα. 00:59:21.797 --> 00:59:25.523 Ντυμένοι κόκκινους μαντύες, σπαρµένους ἄστρα µαλαματένια, 00:59:25.523 --> 00:59:28.095 κατσαρωμένοι καὶ φκιασιδωµένοι στὸν καθρέφτη, 00:59:28.095 --> 00:59:31.759 προβαίνανε ἀργὰ καὶ πίσηµα μὲ τὰ σκαλισµένα μπαστούνια τους 00:59:31.759 --> 00:59:34.225 καὶ τὸ φιλντισένιο μῆλο, σὰ βασιλιάδες. 00:59:35.175 --> 00:59:38.881 Μᾶς περνούσανε γιὰ ἐπαρχιῶτες --- καὶ τάχατες δὲν εἴμαστε ; 00:59:39.904 --> 00:59:44.803 'Η ξενοτοπίτισσα προφορά τους ἔκανε τὸ µίληµά τους κελαηδιστὸ καὶ ζαχαρένιο. 00:59:44.803 --> 00:59:47.252 Έτσι τὸ ψέβδισµα τῶν σπαθάτων ἀχειλιῶν 00:59:47.252 --> 00:59:50.211 ἢ τ᾽ ἀλαφρὸ ἀλλοιθώρισμα τῶν παιχνιδιάρικων ματιῶν 00:59:50.211 --> 00:59:54.154 κάνει τὶς κοκέτες γυναικοῦλες πιὸ τσαχπίνισσες καὶ πιὸ λαχταρισµένες. 00:59:55.038 --> 00:59:57.535 Κάθε τους λέξη τῆνε βροντούσανε στ᾽ ἀφτιά σας, 00:59:57.535 --> 01:00:00.317 ὅπως οἱ σαράφηδες τὶς λίρες ἀπάνου στὴν πέτρα, 01:00:00.317 --> 01:00:04.601 μὰ ἐσᾶς δὲ σᾶς ἔνοιαζε νὰ ξεχωρίζετε τὶς ἀληθινὲς ἀπὸ τὶς κάλπικες. 01:00:04.808 --> 01:00:07.938 Ο Πήγασος τῆς ρητορείας τους σᾶς ἀνέβαζε καμαρωτὸς 01:00:07.938 --> 01:00:09.786 στ᾽ ἀτέλειωτα βάθη τῶν ὑψῶν, 01:00:09.786 --> 01:00:12.554 κ᾿ η καρδιά σας, ὅπως η σπηλιὰ τῆς Πεντέλης, 01:00:12.554 --> 01:00:15.256 δεφτέρωνε καὶ τρίτωνε τ᾽ ἀχολογητό του. 01:00:15.471 --> 01:00:19.531 Χάνοντας ἀπὸ τὰ πόδια σας τὴ γῆς, ἐχάνατε στὸ τέλος καὶ τὸν ἑαφτό σας 01:00:19.531 --> 01:00:21.944 γινάµενοι σὰν τοὺς ἥσκιους τοῦ Κάτου Κόσμου. 01:00:22.514 --> 01:00:24.874 "Όταν λοιπὸν ἐγὼ τοὺς ἀρωτοῦσα ξαφνικά : 01:00:24.874 --> 01:00:28.208 «Ἔχετε πολιτικὰ δικαιώµατα γιὰ νὰ φωνάζετε τόσο :» 01:00:28.537 --> 01:00:30.704 χάλαγ᾽ ἐφτὺς η παράσταση. 01:00:30.950 --> 01:00:33.478 Καἱ σεῖς ἀπὸ τὰ ψηλά, ποὺ ἁρμενίζατε, 01:00:33.478 --> 01:00:36.818 πέφτατε κατακέφαλα πάνου στὰ βράχια τῆς γῆς καὶ τσακιζόσαστε 01:00:36.818 --> 01:00:38.890 σὰν τὶς χελῶνες τοῦ Γεροαίσωπου. 01:00:39.223 --> 01:00:41.445 Εἴτανε λοιπὸν νὰ μὲ χωνέβετε ; 01:00:42.965 --> 01:00:47.208 Ἐγὼ βέβαια τὰ πολιτικά µου δικαιώµατα τὰ εἶχα γραμμένα στὰ παλιά µου τὰ παπούτσια. 01:00:47.494 --> 01:00:50.701 Ποτές µου δὲν πῆγα νὰ ψηφίσω' νὰ διαλέγω μοναχός µου 01:00:50.701 --> 01:00:53.827 ποιὸς κλέφτης θὰ μὲ κλέβει καὶ ποιὸς τζελάτης θὰ μὲ κόβει. 01:00:54.472 --> 01:00:58.245 Ἔλεγα ἔτσι στοὺς σοφιστάδες, γιὰ νὰ θυµώνετε σεῖς κ᾿ ἐγὼ νὰ γελάω 01:00:58.855 --> 01:01:02.504 Οἱ σοφιστάδες µοσκοπλερώνονται... Πέντε µνές... 01:01:02.840 --> 01:01:05.126 Θὰ πεῖ, πὼς ἡ σοφία τους ἄξιζε τόσο. 01:01:05.404 --> 01:01:08.092 ᾿Απὸ τὴν τιμή καταλαβαίνεις τὴν ἀξία τῆς πραμάτειας. 01:01:08.473 --> 01:01:13.265 ᾿Εγὼ τὴ φτωχή µου τὴ γνώση τή χάριζα τζάμπα καὶ κανένας δὲν τήνε δεχότανε. 01:01:13.613 --> 01:01:15.635 Θὰ πεῖ πὼς δὲν ἄξιζε τίποτα. 01:01:16.021 --> 01:01:19.667 Μὰ θὰ πεῖ καὶ κατιτὶς ἄλλο : γιὰ νὰ ἐπιμένω 01:01:19.667 --> 01:01:22.673 νὰ σᾶς τήνε δίνω μὲ τὸ ζόρι καὶ μὲ κίντυνο τῆς ζωῆς µου, 01:01:22.866 --> 01:01:26.373 κάποιος ὀχτρός σας θὰ μὲ πλῆρωνε. Προπαγάντα ! 01:01:26.661 --> 01:01:31.773 Οἱ Σλάβοι μὲ πλερώνανε νὰ ξεβιδώσω τὴν ἰδεαλιστικὴ μηχανή τῆς πολιτείας ! 01:01:32.451 --> 01:01:36.800 Μὰ γιὰ νὰ µπορῷ νὰ ρεζιλέβω τὴν παντογνωσία τῶν κοτζάµου σοφιστάδων, 01:01:36.800 --> 01:01:42.108 δὲ θὰ πεῖ πὼς εἶχα δίκιο, μὰ πὼς εἴμουνα πιὸ πονηρὸς καὶ πιὸ καπάτσος ἀπὸ δάφτους. 01:01:42.443 --> 01:01:46.477 Μποροῦσα νὰ κάνω τ' ἄσπρο µάβρο. Σημάδι τῶν καιρῶν... 01:01:46.770 --> 01:01:50.068 ᾿Αφοῦ μὲ τὶς λογῆς ἀλλαξοκαθεστοσύνες καὶ προδοσίες 01:01:50.068 --> 01:01:53.961 µαγαρίσατε κάθε νόημα δικαιοσύνης, ρίξατε τὸ φταίξιμο σὲ μένα. 01:01:54.431 --> 01:01:57.181 Ἐγὼ μὲ τὴ διδασκαλία µου καὶ μὲ τὶς κοροϊδίες µου 01:01:57.181 --> 01:02:00.912 κλόνισα µέσα στὴν φυχἠ τῶν πολιτῶν κάθε μπιστοσύνη στοὺς νόμους ! 01:02:00.912 --> 01:02:03.854 Εἴμουνα λοιπὸν κ᾿ ἐγὼ ἕνας ἀπὸ τοὺς σοφιστάδες ! 01:02:03.854 --> 01:02:04.779 Μακάρι ! 01:02:04.779 --> 01:02:08.960 Τό χω βάρος στὴν ψυχή µου, ποὺ κοροϊδέβοντας τὴ θεατρική τους ρητορεία, 01:02:08.960 --> 01:02:11.759 χτύπαγα μαζὶ καὶ τὶς μεγάλες τους ἀλήθειες... 01:02:11.759 --> 01:02:16.535 Ὅταν ἐπιτέλους πέτυχα νὰν τοὺς διώξετε, κάθισα καὶ συλλογίστηκα τὰ λεγόμενά τους. 01:02:16.873 --> 01:02:18.560 Μέσα µου τί χαλασμός ! 01:02:18.560 --> 01:02:22.485 Λυπᾶμαι πολὺ, ποὺ δὲν πρόλαβα ν᾿ ἀνοίξω τὴν ψυχη µου στὸν κόσμο, 01:02:22.485 --> 01:02:26.349 πρὶν ἐσεῖς μοῦ τῆνε κουκουλώσετε γιὰ πάντα μὲ μιὰν ὀργιὰ χώμα ! 01:02:26.800 --> 01:02:30.483 Αἴ ! στὸ τέλος τῆς ἀπολογίας µου θὰ σᾶς ἀμολήσω τὰ σφαλάγγια, 01:02:30.483 --> 01:02:32.361 ποὺ βράζουνε µέσα µου ἀπὸ καιρό. 01:02:35.704 --> 01:02:37.472 Νὰ κι ὁ πολιτικὸς ἀριβάρει. 01:02:37.706 --> 01:02:40.811 Μπροστὰ πᾶνε τ᾽ ἀστραφτερά του μάτια καὶ πίσου ἀφτός. 01:02:41.056 --> 01:02:42.595 Πριχοῦ πατήσει τὸ ποδάρι, 01:02:42.595 --> 01:02:45.890 δοκιμάζει τὰ γεφυροσάνιδα μὲ τὰ μάτια του σὰν τὸ µουλάρι. 01:02:46.455 --> 01:02:49.261 Ξεροβήχει, γιὰ νὰ γυρίσουμε νὰ τὸν κοιτάξουμε. 01:02:49.504 --> 01:02:53.331 Μαζί µας εἶναι κάµποσοι φίλοι του. Τὸν καληµερίζουµε κι ἀφτὸς ζυγώνει. 01:02:53.858 --> 01:02:56.635 Σφίγγει τὰ χέρια µας πολὺ γκαρδιαχκὰ καὶ μὲ δύναμη. 01:02:56.853 --> 01:02:59.827 Mὲ τέτιο δυνατὸ χέρι βαστάει τὸ τιμόνι τοῦ Καραβιοῦ. 01:03:00.096 --> 01:03:02.678 Μᾶς ἀγαπάει καὶ γίνεται θυσία γιὰ μᾶς ! 01:03:02.860 --> 01:03:06.492 Γιὰ χατίρι µας βουτάει τὸ δημόσιο ταμεῖο, γιὰ νὰ δίνει σ᾿ ἐμᾶς 01:03:06.492 --> 01:03:09.991 καὶ γιὰ χατίρι µας τσαλαπατάει τοὺς νόμους, γιὰ νὰ μᾶς σώζει. 01:03:10.464 --> 01:03:13.781 Αφτὸς μᾶς ἔμαθε νὰ παίρνουμε ψέφτικον ὅρκο στὰ δικαστήρια 01:03:13.781 --> 01:03:16.478 καὶ νὰ μὴν κρατᾶμε τὸ λόγο μας στ᾿ ἁλισβερίσια µας. 01:03:17.207 --> 01:03:20.492 Αφοῦ ναι μεγάλος τσορµπατζῆς, εἶναι καὶ μεγάλος στρατηγός. 01:03:20.753 --> 01:03:23.964 “Αν νικούσαν οἱ στρατιῶτες, ἀφτὸς δοξαζότανε. 01:03:24.225 --> 01:03:27.077 Μά κι ἂν τήνε παθαίνανε, ἀφτὸς δὲν πάθαινε τίποτα. 01:03:27.431 --> 01:03:29.392 Δὲν ἔφταιγε. Φταίγανε... 01:03:29.839 --> 01:03:31.933 Θὰ σᾶς τὸ πῶ παρακάτου ποιοὶ φταίγανε. 01:03:32.769 --> 01:03:36.241 Κι ἄν παράδινε τὸ στρατὸ στοὺς ὀχτροὺς κι ἂν τοὺς πουλοῦσε τὰ κάστρα 01:03:36.241 --> 01:03:39.748 κι ἂν ἔφεβγε πρῶτος πρῶτος, ποιὸς θὰ μποροῦσε νὰ τὸν κατηγορῆήσει ; 01:03:40.024 --> 01:03:42.401 ᾿Αφτὸς εἴταν ὁ Δημόσιος Κατήγορος ! 01:03:42.877 --> 01:03:46.567 "Αμα λοιπὸν ξέκοβα ἀπὸ τὴν παρέα καὶ παρουσιαζόµουνα μπροστά του 01:03:46.567 --> 01:03:49.351 καὶ τοῦ λεγα «Κὺρ Θόδωρε, γιατί σαι λέρα ;» 01:03:49.500 --> 01:03:52.074 τὰ µατάκια του χωνόντανε βαθιὰ στὶς τρύπες τους, 01:03:52.074 --> 01:03:54.173 σὰν τὰ ποντίκια ποὺ τὰ τρόμαξε η γάτα. 01:03:54.684 --> 01:03:56.246 Κόκκαλο ὁ κὺρ Θόδωρος. 01:03:56.685 --> 01:04:00.140 Ποιὸς κὺρ Θόδωρος; “Ὁ Λύκων καὶ ὁ Ανυτος, καλε ! 01:04:01.421 --> 01:04:03.420 Αμέσως τὰ πράµατα σκουραίνουν. 01:04:03.420 --> 01:04:06.286 Οἱ φίλοι κ΄ οἱ µπράβοι του νά κι ἀνασκουμπώνοντα!. 01:04:06.778 --> 01:04:09.782 Τόνε κοιτᾶνε λοξὰ στὰ μάτια νὰν τοὺς κάνει τὸ νόηµα. 01:04:10.297 --> 01:04:12.179 Μὰ τοῦτος δὲν εἶναι τόσο µπόσικος. 01:04:12.179 --> 01:04:16.684 Παίρνει τὴν κουβέντα µου γιὰ χωρατὀ. Σκάει στὰ γέλια. Ξέρετε γιατί ; 01:04:17.362 --> 01:04:21.136 Κοιτάει τὰ µπράτσα µου τὰ χοντρά, ποὺ καταχερίσανε πολλοὺς ὣς τώρα. 01:04:21.499 --> 01:04:25.148 "Ὑστερις ἔχουνε σφιχτεῖ γύρα µου πολλοί, γιὰ νὰ πάρουνε τὸ µέρος µου. 01:04:25.470 --> 01:04:29.627 Δὲν εἶναι φιλοσόφοι, δὲν εἶναι φίλοι µου· εἶναι λέρες σὰν κι ἀφτόν. 01:04:29.896 --> 01:04:31.527 Είναι πολιτικοί του ὀχτροί. 01:04:32.643 --> 01:04:37.039 Γελώντας ἀποτραβιέται μὲ τοὺς δικούς του. «Ἔννοια σου», λέει µέσα του, 01:04:37.039 --> 01:04:40.020 «καὶ θὰ σοῦ τῆνε φέρω ἐγὼ ἐκεῖ ποὺ δὲν τὸ περιμένεις». 01:04:40.976 --> 01:04:44.306 Οἱ πιὸ µαλαγάνες ἀπὸ δάφτους κοιτάζανε πῶς νὰ μὲ καλοπιάσουνε, 01:04:44.306 --> 01:04:45.777 γιὰ νὰ μὴν τοὺς βρίζω. 01:04:45.995 --> 01:04:51.435 Μὲ προσφωνάζανε «μέγιστο φιλόσοφο» καὶ μοῦ στέλνανε στὸ σπίτι λογής πεσκέσια : 01:04:51.691 --> 01:04:55.409 κόκκιν᾽ ἀβγὰ καὶ τσουρέκια τὸ Πάσκα· γουρουνόπουλα τὴν Πρωτοχρονιά· 01:04:55.409 --> 01:05:00.437 τσαντῆλες Γιαούρτι Μανωλάδας τὸ Φλεβάρη· ὀρτύκια µανιάτικα τὸν ᾿Αλωνάρη· 01:05:00.693 --> 01:05:04.832 καὶ στὴ γιορτή µου συναγρίδες, σύκα, νταμιτζάνες κρασὶ καὶ λουλούδια. ᾿ 01:05:05.737 --> 01:05:09.375 Εγὼ τά στελνα πίσου... κι ἂς φώναζε η Ξανθίππη, πὼς εἶμαι κορόιδο. 01:05:09.874 --> 01:05:14.617 Στὸ θεό σας ! Θέλανε νὰ μοῦ κλείσουνε τὸ στόµα ! Θά σκαγα... 01:05:14.617 --> 01:05:18.971 Μιὰ φορὰ µάλιστα κάποιος τρανὸς ἀπὸ δάφτους μοῦ στειλε γιὰ σκλάβους 01:05:18.971 --> 01:05:22.728 δυὸ ἀραπάκια τῶν ἑκατὸν ἑξήντα μηνῶν, ποὺ δὲν ξέραν ἑλληνικά· 01:05:22.964 --> 01:05:27.018 κατσαρὰ μαλλιά, σιντεφένια δὀντια, χρυσὰ βραχιόλια καὶ σκουλαρίκια... 01:05:27.018 --> 01:05:29.838 «Γιὰ νὰν τὰ κάνω», μοῦ γραφε, «φιλοσόφους» ! 01:05:30.233 --> 01:05:33.278 Τὰ τύλιξα μὲ μισὸ σεντόνι (εἴτανε τσίτσιδα) 01:05:33.278 --> 01:05:36.700 καὶ τὰ ξανάστειλα πίσου. Ποιὸς θὰν τά τρεφε ; 01:05:37.572 --> 01:05:39.778 ᾽Αφτὸ τὸ περιστατικὸ τὸ ξέρουνε πολλοί. 01:05:40.064 --> 01:05:42.848 Κείνη τὴ µέρα σηκώθηκε ὅλο τὸ Κολωνάκι στὸ ποδάρι. 01:05:43.115 --> 01:05:46.939 Βγήκαν ἀπὸ τὰ σπίτια καὶ τὰ µαγαζιά τους κι ἀραδιαστήκανε στὰ πεζοδρόμια, 01:05:46.939 --> 01:05:50.001 γιὰ νὰν τὰ κοιτᾶνε, ποὺ περνούσανε πιασµένα χέρι χέρι... 01:05:50.632 --> 01:05:53.359 Καὶ τί, θαρρεῖτε, μὲ κουτσομπολέψανε κατόπι ; 01:05:53.775 --> 01:05:57.101 Ὁ Σωκράτης τά διωξε, γιατὶ τὰ θελε νά ταν ἄσπρα ! 01:05:59.097 --> 01:06:02.233 'Ὁ Περικλής, σὰν ἄκουσε νὰ γίνεται τόση κουβέντα γιὰ μένα, 01:06:02.233 --> 01:06:04.950 ἔβαλε τὴν ᾿Ασπασία νὰ μὲ φωνάξει στὸ παλάτι του. 01:06:05.207 --> 01:06:07.252 Καὶ κείνη μοῦ στειλε τὸν ᾽Αλκιβιάδη. 01:06:07.646 --> 01:06:09.180 Μποροῦσα νὰ χαλάσω τὸ χατίρι 01:06:09.180 --> 01:06:11.401 τοῦ καλόπαιδου καὶ τῆς μεγάλης ἀρχόντισσας ; 01:06:11.895 --> 01:06:13.548 Πήγα μὲ σκοπὸ νὰ τσακωθῶ. 01:06:13.888 --> 01:06:16.969 Μὰ σ᾿ ὅ,τι καὶ νὰν τοὺς ἔλεγα, δὲ μοῦ φέρνανε ἀντίρρηση. 01:06:17.244 --> 01:06:21.421 Κι ὅταν κατάκρινα τὸν «᾿Ὀλύμπιο Δία» γιὰ ὅσες ρομαντικὲς παπαρδέλες 01:06:21.421 --> 01:06:25.432 σᾶς εἶπε στὸν Επιτάφιό του, κούνησε γελώντας τὴ σουβλερή του καράφλα 01:06:25.432 --> 01:06:28.028 καὶ μὲ παρακινοῦσε νὰ κακολογῶ τοὺς ὀχτρούς του 01:06:28.028 --> 01:06:29.993 καὶ νὰ λέω ἀρσίζικα χωρατά. 01:06:30.392 --> 01:06:34.879 Κ᾿ η ᾿Ασπασία γελώντας κι ἀφτὴ μοῦ χάιδεβε μὲ τὰ θεῖα της κρινοδάχτυλα 01:06:34.879 --> 01:06:38.586 τούτην ἐδῶ τὴν παλιοπατατούκα, ποὺ βλέπετε, καὶ μοῦ λεγε σιγανά : 01:06:38.793 --> 01:06:41.395 «Βγάλ’ τηνε, καημένε, νὰ σοῦ τήνε µπαλώσω ...» 01:06:42.362 --> 01:06:46.305 Μοῦ κάνανε μεγάλα ἰκράµια καὶ μ᾿ ἀκούγανε μὲ κατάνυξη καὶ θαμασμό. 01:06:46.716 --> 01:06:49.653 Μὰ δὲν εἶναι γι’ ἀφτά, ποὺ δὲν ἔβρισα καὶ τὸν Περικλή. 01:06:49.913 --> 01:06:52.169 Μοῦ δινε τὸ λόγο του, πὼς ὅπου νά ναι, 01:06:52.169 --> 01:06:55.368 θὰν τὰ ταίριαζε μὲ τοὺς Μωραΐτες καὶ θὰ τέλειωνε τὸν πόλεμο... 01:06:55.564 --> 01:06:57.872 Τώρα τὸ βλέπω, μὲ κορόιδεβε. 01:06:58.250 --> 01:07:03.668 Ὁ µόνος ποὺ μὲ κορόιδεψε στὴ ζωή μου. Αν ἐζοῦσε, θὰ πολεμοῦσε ἀκόμα Ι... 01:07:03.960 --> 01:07:06.454 Εξουσία καὶ πόλεμος δὲν μπορεῖ νὰ χωριστοῦνε !... 01:07:07.626 --> 01:07:12.525 Θαρρῶ βγηκ᾽ ἀπὸ τὸ θέµα... Γεροντικὴ φλυαρία. Νὰ μὲ συμπαθᾶτε ! 01:07:15.928 --> 01:07:20.774 Αμ’ οἱ ποιητάδες ; ᾿Αρσενικὲς Πυθίες, ποὺ κουβεντιάζουνε μὲ τοὺς θεούς, 01:07:20.774 --> 01:07:22.214 σὰν παλιοὶ κουμπάροι... 01:07:22.469 --> 01:07:26.291 Μεσάτοι, κουνιστοὶ καὶ μὲ κομένα μάτια, κεῖ ποὺ περπατᾶνε 01:07:26.291 --> 01:07:28.930 σκορπίζοντας ἀρώματα καὶ χάχανα καμπανιστά, 01:07:28.930 --> 01:07:33.463 σταματᾶνε ξαφνικά, γουρλώνουνε τὰ µάτια καὶ κοιτάζουνε τ᾽ ἄστρα µέρα μεσημέρι. 01:07:33.764 --> 01:07:36.356 Κείνη τὴ στιγμή κατεβαίνουν ἄγγελοι τῶν Θεῶν 01:07:36.356 --> 01:07:38.777 καὶ τοὺς καλοῦνε στὸν "Όλυμπο τῆς Μωρίας !... ᾿ 01:07:39.048 --> 01:07:41.441 Εκεῖ μεθᾶνε κ ἐδῶ χρησμολογοῦνε. 01:07:41.736 --> 01:07:45.824 Μὲ τὰ μάγια τῶν στίχων μᾶς λυτρώνουν ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς µαταιότητας. 01:07:46.084 --> 01:07:49.735 ᾿Αφτοὶ δίνουν αἰωνιότητα σ’᾿ ὅτι ἀγγίσουνε μὲ τὴν πνοή τους. 01:07:50.268 --> 01:07:55.387 Χάρη σ᾿ ἀφτοὺς ὁ κόσμος γίνεται καλύτερος καὶ βασιλέβουνε στὴ γὴς η ψυχη κι ὁ Θεός ! 01:07:55.764 --> 01:07:57.484 Καλὴ ὥρα σὰν τὸ Μέλητο... 01:07:58.653 --> 01:08:01.591 Αμα λοιπὸν τοὺς ἔπαιρνε τὸ µάτι µου καὶ τοὺς χαιρετοῦσα : 01:08:01.591 --> 01:08:06.999 «τί μοῦ γλυκοπικρογίνεσαι, Μαρίκα » φυσικὰ θυµώνανε κι ἀφτοὶ κ οἱ φίλοι τους. 01:08:07.472 --> 01:08:11.299 Καὶ νά πούρθανε τὰ πράματα δεξιὰ κ᾿ η Μαρίκα - Μέλητος 01:08:11.299 --> 01:08:13.949 στάθηκε πρῶτος θανάσιµος κατηγορός µου. 01:08:15.211 --> 01:08:18.089 Στὸ ἀναμεταξὺ μοῦ γραφαν ἐπιγράμματα τσουχτερά, 01:08:18.089 --> 01:08:20.932 ποὺ κάνανε τὴ βόλτα τους στὰ σοκάκια, στὰ χωριά... 01:08:21.442 --> 01:08:25.769 Ὅσο ποὺ κάποτες ὁ ᾿Αριστοφάνης, ὁ μόνος ποὺ τοῦ ταίριαζε νά ναι ποιητῆς, 01:08:25.769 --> 01:08:29.173 γιατί τανε µισάνθρωπος καὶ τζαναµπέτης, μ᾿ ἀνέβασε στὸ θέατρο... 01:08:29.872 --> 01:08:31.909 Πρωταγωνιστῆς τῶν «Νεφελῶν» ! 01:08:32.824 --> 01:08:34.938 Γελοῦσε ὁ κόσμος κ᾿ ἐγὼ καµάρωνα... 01:08:34.938 --> 01:08:38.881 ὅσο ποὺ μ᾿ ἀναγκάσανε νὰ πηδήξω πάνου σὲ μιὰ καρέκλα γιὰ νὰ μὲ ἰδοῦνε ! 01:08:39.477 --> 01:08:41.738 ᾿Απὸ τότες ἔγινα «σπουδαῖος» ἄνθρωπος. 01:08:42.002 --> 01:08:44.003 “Ολ᾽ η "Ἑλλάδα μιλοῦσε γιὰ μένα... 01:08:44.223 --> 01:08:47.184 Πρωτύτερα δὲ μὲ καλοξέρανε, μήτε μὲ λογαριάζανε. 01:08:47.977 --> 01:08:51.383 Μετὰ τὴν παράσταση μὲ πῆραν οἱ φίλοι καὶ πήγαμε στὴν ταβέρνα 01:08:51.383 --> 01:08:53.034 νὰ γιορτάσουµε τὴ δόξα µου. 01:08:53.321 --> 01:08:57.160 Γενήκαμε στουπὶ στὸ µεθύσι κ᾿ εἴπαμε σωρὸ καρίπικα τραγούδια... 01:08:57.699 --> 01:08:59.725 Τὰ ξηµερόµατα γύρισα στὸ σπίτι... 01:09:00.044 --> 01:09:02.813 Πατοῦσα στὰ νύχια, γιὰ νὰ μὴ μὲ μυριστεῖ η Ξανθίππη. 01:09:03.033 --> 01:09:06.672 Μὰ ποῦ ! Τινάχτηκε ἀπάνου κι ἄρχισε τὸν ἀναβαλλόμενο... 01:09:07.091 --> 01:09:12.003 «Ξέρεις», τῆς λέω, «ἀπὸ σήµερις εἶμαι ὁ μεγαλύτερος ἄνθρωπος σ’ ὅλο τὸν... κόσµο 01:09:12.286 --> 01:09:14.269 (ἔτσι τό λεγα, γιὰ νὰ τὴν καλμάρω). 01:09:14.269 --> 01:09:16.941 Καἱ σύ, ποὺ μ᾿εἶχες τοῦ µπάτσου καὶ τοῦ κλώτσου !... 01:09:16.941 --> 01:09:18.823 Μ’ ἀνεβάσανε στὸ θέατρο...» 01:09:20.355 --> 01:09:24.691 Ἔτριψε τὰ μάτια της, στάθηκε λίγο κ᾿ὕστερις γιὰ πρώτη φορὰ στὴ ζωή της 01:09:24.691 --> 01:09:27.657 μ᾿ ἀγκάλιασε, μὲ φίλησε καὶ μοῦ πε: «χρυσό µου !» 01:09:29.519 --> 01:09:34.271 Ὡς τὸ πρωὶ µετάνιωσε : «Κοίταξε νὰ βρεῖς καμιὰ δουλειά᾿ νὰ διοριστεῖς... 01:09:34.271 --> 01:09:37.963 καὶ νὰν τ᾽ ἀφῆσεις ἀφτά... Γεροπαραλυµένε... ἀγράμματε !» 01:09:40.779 --> 01:09:44.045 ᾿Αφτὰ ποὺ σᾶς διηγήθηκα δὲ γινόντανε κάθε µέρα τὰ ἴδια. 01:09:44.246 --> 01:09:46.962 Τὶς περισσότερες φορὲς κοίταγα νὰ φέβγω ἀπὸ τὸν κόσμο... 01:09:47.202 --> 01:09:51.788 Νὰ κατεβαίνω στὴ θάλασσα τὴν πολύμορφη καὶ χιλιότροπη, τὴν ἀχόρταστην ἐρωμένη ἱ 01:09:52.552 --> 01:09:57.107 Νὰ πέφτω µέσα, νὰ τὴν ἀγκαλιάζω καὶ νὰ πηγαίνω βαθιά... πολὺ βαθιὰ 01:09:57.107 --> 01:09:59.317 συντροφιὰ μὲ τὶς Νεράιδες καὶ τοὺς Τρίτωνες. 01:09:59.847 --> 01:10:02.534 Νὰ κυλιέμαι κατόπι στὴν πυρωμένην ἀμμουδιά, 01:10:02.534 --> 01:10:04.666 νὰ ξαπλώνω τ᾽ ἀνάσκελα στὸν ἥλιο 01:10:04.666 --> 01:10:08.066 καὶ νὰ τόνε χορέβω σὰν τόπι πἀνου στὴν τουρλωτὴ κοιλιά µου... 01:10:08.528 --> 01:10:13.173 Έπαιρνα τὸ λοιπὸν τ'ἀπόμερα σοκάκια καὶ τραβοῦσα τοῖχο τοῖχο στὶς ᾿Ίτωνίδες Πύλες. 01:10:13.750 --> 01:10:17.090 ᾿Εκεῖ στεκόµουνα στὀ να µου ποδάρι κι ἔβγαζα τό να τσαρούχι 01:10:17.090 --> 01:10:20.238 κ’ ὕστερα στ᾽ ἄλλο ποδάρι κ᾽ ἔβγαζα τὸ δεύτερο τσαρούχι. 01:10:20.635 --> 01:10:24.614 Τά σφιγγα καὶ τὰ δυὸ κάτου στὴν ἁμασκάλη -- γιὰ νὰ μὴ λιώνουν οἱ σόλες ἅδικα, -- 01:10:24.614 --> 01:10:27.962 κ᾿ ἓν δυὀ, ἓν δυὸ κατέβαινα στὸ Φάληρο. 01:10:28.375 --> 01:10:31.102 Καμιὰ φορὰ μοῦ τύχαινε νὰ πατήσω καμιὰ μαγαρισιὰ 01:10:31.102 --> 01:10:36.039 (γιοµάτες οἱ συνοικίες καὶ τὰ σοκάκια !). «Νὰ τὸν Κύνα !» μουρμούριζα. 01:10:36.474 --> 01:10:40.164 «Καλύτερα νὰ πατᾶς µαγαρισιές, παρὰ νὰ σκοντάβεις ὅλη µέρα 01:10:40.164 --> 01:10:44.438 πάνου σὲ διακονιαρέους καὶ ψέφτες, «'"Ελληνες Ἑλλήνων” 01:10:54.492 --> 01:11:03.165 ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ 01:11:07.966 --> 01:11:10.078 Βαρέθηκα πια να παίζω μαζί σας... 01:11:10.078 --> 01:11:12.541 Καιρός να σᾶς ἐξηγήσω καὶ τὴ φιλοσοφία μου... 01:11:12.907 --> 01:11:16.033 Τι κατσουφιάζετε ;... Δὲ σᾶς ἀρέσουν οἱ θεωρίες, αἱ ; 01:11:16.200 --> 01:11:18.098 Θα προτιμούσατε βρωμοκουβέντα. 01:11:18.098 --> 01:11:21.115 Αξαφνα, τὸ πῶς μοῦ ρίχτηκε κάποτες ή Θεοδότη... 01:11:21.516 --> 01:11:23.232 Μὰ δὲ μὲ παίρν' η ώρα. 01:11:23.535 --> 01:11:27.510 Ανάγκη, πρὶν πεθάνω, νὰ μαθεφτεῖ, πὼς ὁ Σωκράτης είχε καταλάβει 01:11:27.510 --> 01:11:30.182 τὰ σφάλματα τῆς διδασκαλίας του καὶ μετάνιωσε... 01:11:31.480 --> 01:11:36.165 Αλήθεια, της είχανε πει τῆς Θεοδότης, πως δε γουστάρω τάχα τὶς γυναῖκες, - ἐγώ ! 01:11:36.553 --> 01:11:37.792 Καὶ πικαρίστηκε. 01:11:38.210 --> 01:11:39.985 Το βαλε πεῖσμα νὰ μὲ καταφέρει. 01:11:40.433 --> 01:11:43.837 Μὲ καλοῦσε κάθε τόσο στη βίλα της να συζητάμε φιλοσοφία. 01:11:43.837 --> 01:11:46.389 Κι όλο τύχαινε νὰ λούζεται, ν' ἀλείφεται 01:11:46.389 --> 01:11:49.594 καὶ νὰ προβάρει γυμνή μπροστά μου τους νέους χορούς της. 01:11:49.839 --> 01:11:53.119 «Σαν άνθρωπος ἀνώτερος», μου λεγε, «δὲν παρεξηγείς»... 01:11:53.801 --> 01:11:59.072 Ἔπειτα ξαπλωνότανε στο ντιβάνι τ' ανάσκελα γιὰ νὰ ξεκουραστεί, με κάθιζε δίπλα της 01:11:59.072 --> 01:12:02.498 κ' ἐνῶ ζεστὸς καὶ φωτεινὸς ὁ κόρφος της ἀνεβοκατέβαινε γρήγορα, 01:12:02.498 --> 01:12:05.359 τῆς μιλοῦσα γιά τὴν ἀθανασία τῆς ψυχῆς. 01:12:05.844 --> 01:12:07.784 Ξαφνικά μ' έκοβε στη μέση καὶ μοῦ λεγε : 01:12:07.784 --> 01:12:10.776 «Ξέρω σωστοὺς ἐξηνταεννιὰ τρόπους νὰ κάνω τὸν ἔρωτα». 01:12:11.300 --> 01:12:15.186 Κ' εγώ τό ριχνα στη συλλογή. «Τι έχεις;» μὲ ρωτούσε. 01:12:15.791 --> 01:12:18.384 «Κοιτάω νὰ βρῶ, ποιὸς ἀπὸ τοὺς ἑξηνταεννιά σου τρόπους 01:12:18.384 --> 01:12:21.573 εἶναι... φιλοσοφικότερος, ἀπόλυτος»... 01:12:22.283 --> 01:12:25.111 Φωνές: «Ποιὸς εἶναι; Ποιὸς εἶναι;» 01:12:26.310 --> 01:12:29.048 Βλέπετε, πὼς χρειάζεται νὰ ξέρουμε καὶ φιλοσοφία : 01:12:29.332 --> 01:12:32.559 Ἔτσι κ' η Θεοδότη, σὰν κ' ἐσᾶς, μὲ ρωτοῦσε καὶ μὲ ξαναρωτοῦσε... 01:12:32.559 --> 01:12:33.808 «ποιὸς εἶναι :» 01:12:33.965 --> 01:12:36.033 "Ὥσπου μιὰ µέρα, γιὰ νὰ γλυτώσω, τῆς λέω : 01:12:36.033 --> 01:12:39.742 «Ο τρόπος ἀφτὸς εἶναι νὰ... δείρεις πρῶτα δίχως λύπηση τὴ γυναίκα 01:12:39.742 --> 01:12:43.082 καὶ κεῖ ποὺ κουλουριάζεται ξεφωνίζοντας στὸ πάτωµα καὶ τρέμει σύγκορμη, 01:12:43.082 --> 01:12:44.518 νὰ τὴν ἀναποδογυρίζεις...» 01:12:44.961 --> 01:12:49.155 Τότες η διαβόλισσα σφίχτηκε ἀπάνω µου καὶ µισοκλείνοντας λαγγεμένα τὰ μάτια της 01:12:49.155 --> 01:12:51.881 μουρμούρισε λιγόψυχα : «Δεῖρε µε». 01:12:53.112 --> 01:12:55.690 ᾿᾽Αφτὰ δὲ σᾶς τὰ λέω μοναχὰ γιὰ νὰ σᾶς πειράξω. 01:12:56.202 --> 01:12:58.865 Θέλησα καὶ μὲ τρὀπο νὰ σᾶς µπάσω στὴ φιλοσοφία µου... 01:12:59.534 --> 01:13:00.992 Πάλε κατσουφιάζετε : 01:13:01.279 --> 01:13:03.948 Ἕλληνες ἀρχαῖοι καὶ νὰ φοβόσαστε τὴ σκέψη Ι... 01:13:04.331 --> 01:13:06.822 'Ἠσυχάστε ! «Διὸς κριταί» 01:13:06.822 --> 01:13:09.486 σὰν κ᾿ ἐσᾶς δὲν πάει νὰ πονοχεφαλιάζετε. 01:13:10.085 --> 01:13:14.255 Μ’ ὅσο κέφι μοῦ περισσέβει, θὰ κοροϊδέψω τώρα καὶ τὴ φιλοσοφία µου. 01:13:14.744 --> 01:13:17.504 Σὰν ἔξυπνοι γκαγχαρέοι θὰ µισοκαταλάβετε, 01:13:17.504 --> 01:13:20.794 πὼς ἂν δὲν ὑπάρχει στὶς ἐρωτοδουλειὲς ἀπόλυτον «εἶδος», 01:13:20.794 --> 01:13:23.791 ἄλλο τόσο δὲν ὑπάρχει καὶ στὰ «ὑψηλὰ ζητήματα». 01:13:24.740 --> 01:13:27.030 Καὶ πρῶτα πρῶτα δὲν εἶμαι φιλόσοφος. 01:13:27.413 --> 01:13:29.553 Δὲν ἔχω φκιάσει κανένα δικό µου «σύστημα», 01:13:29.804 --> 01:13:34.297 λαμπερὸ ναὸ τῆς Σκέψης μὲ κολόνες, μὲ πολυελαίους, μ’ "Άγιο Βῆμα 01:13:34.297 --> 01:13:35.732 κι ἄδυτα τῶν ἀδύτων. 01:13:36.203 --> 01:13:39.037 Είχα βρεῖ μοναχὰ μιὰ δικιά µου «μέθοδο» σκέψης. 01:13:39.510 --> 01:13:42.393 Τ’ ᾿Αφάλι τῆς Γῆς, τ᾽ ἀχνιστὸ καὶ σκανταλιάρικο, 01:13:42.393 --> 01:13:45.525 μοῦ δωσε πιστοποιητικὸ σοφοῦ κι ὄχι φιλοσόφου. 01:13:45.976 --> 01:13:49.290 Καὶ δὲ μὲ σύγκρινε μὲ τὸν τρανὸ τὸν Πυθαγόρα, τὸν Ἔμπεδοκλή 01:13:49.290 --> 01:13:53.925 τὸν ᾿Αναξαγόρα καὶ τόσους ἄλλους, μὰ μὲ τὸ Σοφοκλὴ καὶ τὸν ᾿Εβριπίδη 01:13:54.189 --> 01:13:55.724 -- μὲ δυὸ ποιητάδες ! 01:13:56.363 --> 01:13:59.616 Φαίνεται, ήθελε νὰ ρεζιλέψει κι ἀφτουνούς, ὁμολογώντας, 01:13:59.616 --> 01:14:02.574 πὼς ξέρουνε λιγότερα ἀπ᾿ τὸ δικό µου τὸ «τίποτα», 01:14:02.574 --> 01:14:06.776 κ᾿ ἐμένα, βάνοντάς µε στὴν ἴδια σειρὰ μὲ δυὸ φημισμένους «ἄερολόγους» 01:14:06.776 --> 01:14:09.415 -- κεῖνοι τῆς καρδιᾶς κ᾿ ἐγὼ τοῦ στοχασμοῦ. 01:14:10.575 --> 01:14:13.291 ακόμα κ᾿ οἱ φίλοι µου δὲ μὲ φωνάζανε φιλόσοφο, 01:14:13.537 --> 01:14:16.228 μὰ «δάσκαλε» καὶ «κύριε πρὀεδρε». 01:14:18.431 --> 01:14:23.460 'Ὁ θεῖος Καπνὸς τῶν Δελφῶν, ποὺ μὲ ρεκλαμάρισε σὲ ὅλον τὸ κόσµο γιὰ σοφότατο, 01:14:23.460 --> 01:14:26.659 δὲν ἀστειεβότανε. Ηθελε νὰ μὲ στραβώσει. 01:14:26.659 --> 01:14:29.637 Νὰ μὲ κάνει νὰ πιστέψω, πὼς εἶχα βρεῖ τὴν ᾿Αλήθεια, 01:14:29.858 --> 01:14:32.646 γιὰ νὰ μὴν τὴν ἀναζητῷ καὶ τὴν πετύχω καμιὰ μέρα, 01:14:32.944 --> 01:14:34.907 -- Φοβότανε τὸ µεγάλο μυαλό µου. 01:14:35.477 --> 01:14:38.091 Δὲ συφέρνει καὶ στοὺς ἀθάνατους ᾽Αφέντες 01:14:38.091 --> 01:14:40.688 νὰ µαθαίνουνε τὴν ἀλήθεια τὰ ζωντανὰ τῆς γῆς. 01:14:40.906 --> 01:14:45.017 Καὶ σὰν εἶδε, πὼς ἄρχισα νὰ τῆνε µυρίζοµαι, δὲν ἔχασε καιρό· 01:14:45.442 --> 01:14:50.397 ἔπεσε πηχτὸς καὶ μάβρος µέσα στὸ μυαλό σας καὶ σᾶς φλόμωσε γιὰ νὰ μὲ σκοτώσετε... 01:14:51.502 --> 01:14:56.378 Αν ὅμως ὁ Λοξίας τό πε στὰ σοβαρά, πὼς εἶμαι σοφότατος, ἐννοοῦσε, βέβαια, 01:14:56.378 --> 01:15:00.615 πὼς ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους εἴμουν ὅτι κι ἀφτὸς ἀνάμεσα στοὺς θεούς : 01:15:01.016 --> 01:15:02.926 ὁ πρῶτος κοροϊδεφτῆς. 01:15:06.249 --> 01:15:10.361 Όταν ἀκόμα παιδὶ μυξιάρικο χάζεβα στὴν ἀγορὰ κι ᾱκουα τοὺς μεγάλους, 01:15:10.361 --> 01:15:14.595 παραξενεβόµουνα, ποὺ γιὰ κάθε ζήτημα µαλλιοτραβιόντανε σαράντα γνῶμες 01:15:14.595 --> 01:15:16.354 κι ὅλες φαινόντανε σωστές. 01:15:16.772 --> 01:15:20.269 Οἱ σοφιστάδες ὑποστηρίζανε καθαρά, πὼς εἶναι καὶ σωστές. 01:15:20.810 --> 01:15:24.108 Στὴν ἀρχή μὲ τ᾽ ἄγουρο μυαλό µου κι ἀργότερα μὲ τὸ γινωμένο 01:15:24.108 --> 01:15:26.970 προσπαθοῦσα νὰ βρίσκω πάντοτε μιὰ μοναδικὴ γνώμη, 01:15:26.970 --> 01:15:30.133 ποὺ νᾶ ναι σὲ καθε περίσταση καὶ γιὰ ὅλους ὑποχρεωτικὴ, 01:15:30.133 --> 01:15:34.710 δηλαδη παντοτινἡ κι ἀνάλλαγη, πάνου ἀπὸ καιροὺς καὶ τόπους κι ἀνθρώπους, 01:15:34.980 --> 01:15:36.018 -- ἀπόλυτη. 01:15:36.483 --> 01:15:40.380 Θά πρεπε νά χει κάτι τὸ θεϊκὸ µέσα της, νά ναι «ἰδέα». 01:15:40.789 --> 01:15:43.233 Καἱ γιὰ νὰν τήνε βροῦμε, δὲ θά πρεπε καθόλου 01:15:43.233 --> 01:15:47.031 νὰ φάχνουµε στὸν ὄξω κόσμο, πού ναι διαβατικὸς καὶ ψέφτικος, 01:15:47.031 --> 01:15:50.258 μὰ µέσα στὴν ψυχή µας, πού ναι κι ἄυλη κι ἀθάνατη. 01:15:51.128 --> 01:15:55.237 στὰ βάθια τῆς ψυχῆς μας κοίτονται θαμένες οἱ ἰδέες - ἀλήθειες 01:15:55.237 --> 01:15:58.394 κάτου ἀπὸ σκουριὰ πολλή, ποὺ τῆνε σωριάζουνε µέσα της 01:15:58.394 --> 01:16:01.682 οἱ αἴστησες - ἀποθυμιὲς κ᾿ οἱ ἀποθυμιὲς - συφέρα. 01:16:02.281 --> 01:16:06.280 Γιὰ νὰ τὴν ξεσύρουµε λοιπὸν στὸ φὼς τῆς ημέρας, θά τανε δύσκολο πράµα. 01:16:06.632 --> 01:16:08.910 Χρειαζότανε μαστοριὰ μαμῆς. 01:16:09.086 --> 01:16:11.908 Καὶ γίνηκα μὲ τὰ χρόνια μαμὴ τῆς πολιτείας. 01:16:12.394 --> 01:16:15.758 "Ἔπιανα τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, τὶς μάλαζα μὲ τρόπο 01:16:15.758 --> 01:16:18.917 κ΄ ἔχωνα στὴν ἀνάγκη µέσα τους τὴ χερούκλα µου καὶ τὶς κουτάλες 01:16:18.917 --> 01:16:20.240 γιὰ νὰ βγάλω τὸ μωρό. 01:16:20.522 --> 01:16:23.576 Ξεγεννοῦσα τὶς ἀλῆθειες, ὦ ἄντρες ᾿Αθήναῖοι, 01:16:23.576 --> 01:16:28.322 γι’ ἀφτὸ γεµίσανε γῆς, οὐρανὸς καὶ θάλασσα ψέματα, --- σύνεφο. 01:16:28.679 --> 01:16:29.694 Γιατί ; 01:16:30.166 --> 01:16:34.184 Δουλώντας καὶ µαλάζοντας τὶς ψυχές, γιὰ νὰ φανερώσουνε τὰ θεϊκά τους στοιχεῖα, 01:16:34.184 --> 01:16:36.615 τὶς ἕκανα καὶ ξερνούσανε τὴ σκουριά τους : 01:16:37.180 --> 01:16:40.512 Θεός, ᾿Αγαθό, Δικαιοσύνη, Πατρίδα κι ᾽Ομορφιὰ 01:16:40.512 --> 01:16:44.394 κι ὅλα τὰ ρέστα ποὺ δὲν εἶναι μήτε πρῶτες ἀρχὲς μήτε χ᾿ ἔσχατοι σκοποί· 01:16:44.394 --> 01:16:47.251 µῆτε χαρίσματα τῶν θεῶν µῆτε κατορθώματα τοῦ νοῦ, 01:16:47.476 --> 01:16:52.142 μὰ πλάσματα καιρικἀ, μὲ νόηµα τρεχούμενο κι ἄπιαστο, µέσα ταπεινά, 01:16:52.142 --> 01:16:56.211 ποὺ μὲ δάφτα κάθε κυρίαρχη φάρα στραβώνει τοὺς ὑποταχτικούς της 01:16:56.211 --> 01:16:57.579 καὶ πνίγει τὴν ψυχη τους. 01:16:57.885 --> 01:17:00.495 Οἱ ἀνθρῶποι χωριζόµαστε σὲ κείνους ποὺ διατάζουνε, 01:17:00.495 --> 01:17:02.391 καὶ σὲ κείνους ποὺ κάνουνε θελήματα· 01:17:02.391 --> 01:17:04.874 σὲ κείνους ποὺ κάθονται, καὶ σὲ κείνους ποὺ μοχτᾶνε· 01:17:04.874 --> 01:17:08.566 σὲ κείνους ποὺ βλέπουνε, καὶ σὲ κείνους ποὺ φορᾶνε κλάπες στὰ μάτια: 01:17:08.566 --> 01:17:10.679 σὲ χορτάτους καὶ σὲ κορόιδα. 01:17:11.055 --> 01:17:14.318 'Ἡ ζωή µας µπλέκεται μιᾶς ἀρχῆς µέσα στὰ δίχτια, 01:17:14.318 --> 01:17:16.235 ποὺ μᾶς εἶναι στηµένα, πρὶν γεννηθοῦμε. 01:17:16.455 --> 01:17:19.099 Μωρὰ στὸ σπίτι, στὸ δρόµο, στὸ σχολειό, 01:17:19.099 --> 01:17:23.000 µαθαίνουµε, χωρὶς νὰν τὸ ρωτᾶμε, ποιό ναι τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό, 01:17:23.267 --> 01:17:25.073 --- «τὸ τοῦ κρείττονος συμφέρον». 01:17:25.665 --> 01:17:28.980 Δεκαεφτάρικα παληκαράκια μὲ φρέσκη και χαρούμενη ψυχή 01:17:28.980 --> 01:17:32.141 δίνουμε συγκινηµένα μὲ βραχνη λαλιὰ πετειναριῶν 01:17:32.141 --> 01:17:36.899 τὸν ὅρκο στὰ μεγάλα Χρέη κ᾿ ᾿Ιδανικά, ---«τὸ τοῦ κρείττονος συμφέρον». 01:17:37.591 --> 01:17:41.312 Σὰν ἀπολυθοῦμε ἀπ᾿τὸ στρατὸ καὶ πάρουμε φῆφο, τὰ ἴδια θ᾿ἀκοῦμε 01:17:41.312 --> 01:17:45.600 -- καὶ θά λέμε -- στὴν ἀγορά, στὰ δικαστήρια, στὶς λαοσύναξες, στὰ θέατρα 01:17:45.862 --> 01:17:47.985 --«τὸ τοῦ κρείττονος συμφέρον». 01:17:48.301 --> 01:17:51.582 Κι ἀφοῦ μικροὶ καὶ μεγάλοι καὶ χτὲς καὶ σημερα καὶ ἄβριο 01:17:51.582 --> 01:17:57.712 τὰ ἴδια πιστέβουν ὅλοι, θὰ πεῖ, πὼς εἶναι νόμοι «οὐρανίαν δι᾽ αἰθέρα τεκνωθέντες». 01:17:58.665 --> 01:18:02.462 "Ἔτσι τραβᾶμε, χωρὶς νὰ συλλογιζόμαστε, τὴ µοιραία µας στράτα, 01:18:02.462 --> 01:18:06.418 δεμένοι συναµεταξὺ µας καὶ βέβαιοι πὼς τὸ συφέρο τοῦ ««κρείττονος» 01:18:06.418 --> 01:18:07.933 εἶναι δικό µας συφέρο. 01:18:08.218 --> 01:18:10.866 Συφέρο µας νά µαστε δεμένοι παρὰ λυτοί 01:18:11.066 --> 01:18:13.946 συφέρο µας ν᾿ ἀδικιούμαστε παρὰ νὰ τιμωροῦμε ! 01:18:14.175 --> 01:18:18.505 Κι ἂν ἄξαφνα κανεὶς ἀπόκοτος χυμοῦσε μὲ τὸ μαχαίρι νὰ ξεκοιλιάσει τὸ Λύκο, 01:18:18.505 --> 01:18:23.062 θὰ βάζαμε μπροστὰ τὶς ψυχὲς καὶ τὰ κορµιά µας νὰ δεχτοῦμ’ ἐμεῖς τὴ μαχαιριά. 01:18:23.515 --> 01:18:26.616 Κι ἂν τό φερνε ποτὲς η κατάρα νὰ μᾶς λείψει ὁ Λύκος, 01:18:26.616 --> 01:18:30.223 θὰ τρέχαμε νὰ βροῦμε ἄλλονε χειρότερο, γιὰ νὰ μᾶς τρώει. 01:18:32.158 --> 01:18:34.839 Τέτιες ἀλῆθειες ἔβγαζα ἀπὸ τὴν ψυχή τοῦ Κοπαδιοῦ. 01:18:35.000 --> 01:18:39.271 ᾿Αλήθειες, ποὺ μὲ τὸν καιρὸ καὶ τη συνήθεια κατανταίνουνε ψυχόρμητα 01:18:39.271 --> 01:18:41.717 πιὸ δυνατὰ κι ἀπὸ τὴν πείνα κι ἀπὸ τὸν ἔρωτα. 01:18:42.411 --> 01:18:45.556 Μὲ τὴν ἴδια µαμικῆ μποροῦσα νὰ βγάνω ἀπὸ τὶς ψυχὲς 01:18:45.556 --> 01:18:48.086 -- μιὰ κι ἀρχίσανε νὰ μὲ παίρνουνε γιὰ παντογνώστη, -- 01:18:48.086 --> 01:18:52.126 καὶ πράματα, ποὺ δὲν τά χανε µέσα τους, ὅπως οἱ Κινέζοι χομπογιαννίτες 01:18:52.126 --> 01:18:54.563 βγάνουνε σκουλήκια ἀπὸ τὰ μάτια τῶν Μεγαριτῶν. 01:18:54.988 --> 01:18:58.613 Τὰ σκουλήκια, θὰ μοῦ πεῖτε, τὰ βλέπεις πρῶτα κ ὕστερα τὰ πιστέβεις. 01:18:58.839 --> 01:19:02.706 Μὰ τὶς ἰδέες ; ᾿Ἀφτές, ὦ ἄντρες Αθηναῖοι, 01:19:02.706 --> 01:19:05.437 πρῶτα τὶς πιστέβεις κ᾿ ὕστεοὰ τὶς βλέπεις. 01:19:05.861 --> 01:19:10.150 "Όταν άξαφνα καμιὰ δαιμονοπαρμένη γριὰ ξεφωνίσει μὲς στὴν ἐκκλησιὰ 01:19:10.150 --> 01:19:15.507 δείχνοντας ψηλὰ τὸν "Άγιον Άλφα : «Νάτος ! σαλέβει... μᾶς κάνει νοηµατα !», 01:19:15.507 --> 01:19:19.705 οὗλες οἱ ἄλλες μαζὶ καὶ βλέπουνε μὲ τὰ μάτια τους τὸ σάλεμα, 01:19:19.705 --> 01:19:21.396 τὰ δάκρυα γαὶ τὰ νοήματα 01:19:21.396 --> 01:19:24.355 κι ἀκοῦνε μὲ τ᾽ ἀφτιά τους τὴ μιλιὰ καὶ τὴ φοβέρα του. 01:19:25.130 --> 01:19:26.743 ᾿᾿Αφτό ναι θάµα, βέβαια. 01:19:26.922 --> 01:19:31.242 Μὰ τὸ πιὸ συνειθισµένο θάµα γίνεται σὰν βάζεις μοναχὸς μὲς στὴν ψυχή σου 01:19:31.242 --> 01:19:32.574 κεῖνο ποὺ θὲς νὰ βρεῖς. 01:19:32.574 --> 01:19:36.018 Καὶ κατόπι σκάβοντας μὲ τὰ νύχια τῆς λογικῆς τὸ βρίσκεις, 01:19:36.018 --> 01:19:37.293 ὅπως τό θελες. 01:19:38.055 --> 01:19:41.523 Οἱ παλιοὶ θεομπαῖχτες θάβανε στὴ ρίζα κανενοῦ κυπαρισσιοῦ 01:19:41.636 --> 01:19:44.980 η πλάι σὲ καμιὰ βρύση τὴν εἰκόνα κ᾿ ὕστερα βλέπαν ὄνειρο, 01:19:44.980 --> 01:19:47.822 πὼς σὲ κεῖνο τὸ µέρος κοίτεται χρόνια θαμένος ὁ «ἄγιος» 01:19:47.822 --> 01:19:49.057 καὶ φωνάζει νὰ βγεῖ. 01:19:49.454 --> 01:19:53.203 Καὶ ξεσηκώνοντας τὸ χωριὸ μὲ κεριὰ καὶ λιβάνια πηγαἰναν ἐκεῖ, 01:19:53.203 --> 01:19:55.571 τόνε ξεθάβανε καὶ μοσκοβολοῦσε ὁ τόπος ! 01:19:56.077 --> 01:20:00.541 Καὶ χτιζότανε παρεκκλήσι καὶ γεµίζαν οι δίσκοι μὲ δεκάρες καὶ τὰ πιθάρια μὲ λάδι 01:20:00.541 --> 01:20:04.905 κι ἅγιαζε κι ὁ θεομπαίχτης σὰν «ὄργανο θείας ἐκλογῆς». 01:20:06.742 --> 01:20:10.600 Μὲ τέτιες θαυματουργίες στερέωνα τη βασιλεία τῶν Ὁραμάτων 01:20:10.600 --> 01:20:12.739 στην Κοιλάδα τοῦ Κλαυθμῶνος. 01:20:12.739 --> 01:20:16.400 Στράβωνα τὸ Κορόιδο κ᾿ ἔτσι φελοῦοα τὸ καθεστὸς τῆς ᾽Αδικίας, 01:20:16.400 --> 01:20:17.704 σύμφωνα μὲ τὸ ἀξίωμα : 01:20:17.843 --> 01:20:21.234 «ὅσο πιὸ στραβὸ τὸ Κορόιδο, τόσο πιὸ ντρέτα πορπατεῖ». 01:20:22.508 --> 01:20:24.740 Δὲν ἔπρεπε λοιπὸν νὰ μὲ σκοτώσετε. 01:20:25.056 --> 01:20:29.321 Θάρτουν ἄλλοι χαιροὶ ποὺ οἱ «κρείττονες» θὰ πλερώνουν ἀκριβὰ τοὺς κομπογιαννίτες 01:20:29.321 --> 01:20:34.471 ὄχι νὰ βγάζουνε, μὰ νὰ βάνουνε σκουλήκια µέσα στὸ μυαλὸ καὶ στὴν ψυχή τῶν Μεγαριτῶν 01:20:34.705 --> 01:20:38.936 καὶ νὰ κάνουνε θάµατα’ νὰ µαθαίνουνε στὰ παιδιὰ καὶ στοὺς μεγάλους, 01:20:38.936 --> 01:20:46.180 πὼς «πατρός τε καὶ μητρὸς κτλ., τιμιώτερον καὶ ἁγιώτερόν ἐστιν η ἐχμετἆλλευσις». 01:20:46.843 --> 01:20:49.705 Ἔτσι βυθισμένος ὁ λαὸς µέσα σὲ γαλάζια καταχνιά, 01:20:49.705 --> 01:20:52.140 στὴν ἀνυπαρξία τῆς σκέψης καὶ τῆς θέλησης, 01:20:52.140 --> 01:20:56.292 δὲ θὰ μπορεῖ νὰ σαλέβει τὴ γλώσσα του, τὸ μυαλό του καὶ τὰ χέρια του. 01:20:56.482 --> 01:21:01.591 Ἡ ψυχή, ποὺ βρίσκεται στὸ ἀπόλυτο ψῆλος, πιασμένη σε χορὸ μὲ τὶς αἰώνιες οὐσίες, 01:21:01.591 --> 01:21:05.267 τρέμει νὰ τὴν ἀγγίξουν οἱ νόμοι τῆς φύσης καὶ τῶν ἀνθρώπων : 01:21:05.267 --> 01:21:07.446 ἀσκήμια, σχετικότητα καὶ φθορά ! 01:21:07.979 --> 01:21:11.712 Τὸ σῶμα στέκει παρφωμένο στη λάσπη κ᾿ η φυχή πάντοτες λείπει... 01:21:11.902 --> 01:21:16.897 Δὲν πονάει, δὲν παθαίνει, δὲν ἀδικιέται. Δὲν ἀντιστέκεται, γιατί ναι λέφτερη. 01:21:17.667 --> 01:21:22.193 Μὲ τὸ κεντρὶ τῆς φιλοσοφίας µου χτυπώντας τοὺς ἅπλοικοὺς στὴ ρακοχοκαλιὰ 01:21:22.193 --> 01:21:25.874 τοὺς παραλυοῦσα κ᾿ ἔτσι ἀσφάλιζα τὸ χαροκόπι τῶν ἔξυπνων. 01:21:26.071 --> 01:21:28.479 Τί σᾶς ήρτε λοιπὸν καὶ μὲ σκοτώσατε ; 01:21:29.732 --> 01:21:33.344 Βλέπω τὶς πολιτεῖες τοῦ µέλλοντος, ὦ ἄντρες ᾿Αθηναῖοι ! 01:21:33.626 --> 01:21:36.605 Θεοποιοῦνε τὴν πείνα, τὸν πόνο καὶ τὴ βλακεία· 01:21:36.989 --> 01:21:40.718 χρυσώνουνε καὶ ταγίζουνε κουκουνάρι καὶ καρὖδια τοὺς κομπογιαννίτες, 01:21:40.718 --> 01:21:43.649 ποὺ ξεγελᾶνε τὸ λαὸ νὰ καταφρονάει την ὕλη 01:21:43.824 --> 01:21:47.797 καὶ νὰ προσµένει τὴν ἀνταπόδοση στὀν... «κόσμο τοῦ πνεύματος !». 01:21:50.222 --> 01:21:54.928 Αν ἐλάθεβα στη θεωρία, δὲ λάθεβα καὶ στὴν κριτική τῶν δημόσιων ἀντρῶν. 01:21:55.258 --> 01:21:58.879 Κι ἀφτοὶ γιὰ νὰ μὲ ξεκάνουνε μιὰ καὶ καλη μὲ βγάλαν ἄθεο. 01:21:59.415 --> 01:22:01.404 'Ὁ Σωκράτης κοροϊδέβει τοὺς θεοὺς 01:22:01.404 --> 01:22:04.456 κ’ ἐρεθίζει τὴν παντοδυναµία τους ἐνάντια στὴν πολιτεία. 01:22:04.995 --> 01:22:08.014 Εξ αἰτίας µου τραβηχτήκαν οἱ θεοὶ ἀπὸ τὴν ᾿Αθήνα 01:22:08.014 --> 01:22:11.860 κι ἀφήσανε τὸ βράχο τῆς ᾿Ακρόπολης καὶ τὴν ᾿Ακρόπολη τῶν ψυχῶνε σας 01:22:11.860 --> 01:22:13.900 στὰ νύχια καὶ στὰ δόντια τῶν Ἓρυννύων. 01:22:14.620 --> 01:22:18.483 Αν ξέσπαζε καμιὰ νεροποντή μὲ χαλάζι καὶ κατάστρεφε τὴ σπορά 01:22:18.483 --> 01:22:22.230 κι ἂν ἔπεφτε στάχτη στὰ γεννήματα, φυλλοξέρα στ᾽ ἀμπέλια, 01:22:22.230 --> 01:22:24.468 μελίγκρα στὰ κουκιὰ καὶ στὰ φασόλια· 01:22:24.778 --> 01:22:30.226 κι ἂν ἐρῆμαζε βλογιὰ τὶς ὄρνιθες, ἄφτρα τὶς γελάδες, σαρατζἁς τ᾽ ἀλόγατα 01:22:30.226 --> 01:22:35.021 κι ἂν ἔπιανε φωτιὰ σὲ κανένα µαχαλὰ κ᾿ ἔμνησκε στοὺς πέντε δρόµους η φτωχολογιά 01:22:35.021 --> 01:22:38.873 κι ἄν ἐβαστοῦσε δυὸ τρεῖς βδομάδες η φουρτοὺνα στη Μαβροθάλασσα 01:22:38.873 --> 01:22:43.137 καὶ ποδίζανε τὰ καϊΐκια μὲ τὸ σιτάρι καὶ την παλαμίδα καὶ πεινοῦσε ὁ κόσμος· 01:22:43.137 --> 01:22:47.748 κι ἂν ἑρχότανε τὸ θλιβερὸ µαντάτο, πὼς νικηθήκανε τὰ «παληκάρια µας» 01:22:47.748 --> 01:22:50.501 στὴν ἄχρη τῆς γῆς καὶ μαβροφορούσαν οἱ µανάδες 01:22:50.501 --> 01:22:52.108 -- ποιὸς ἔφταιγε ; 01:22:52.473 --> 01:22:54.658 Ποιὸς ἄλλος ἀπὸ τοὺς ἄθεους ! 01:22:54.814 --> 01:22:57.951 Αν δὲν εἶχα πεισµώσει τοὺς ἀθάνατους μὲ τὴ φιλοσοφία µου 01:22:58.167 --> 01:23:01.186 θὰ μᾶς στέλνανε τὴν πανούκλα τοῦ 404.; 01:23:01.532 --> 01:23:03.939 Μὰ τότες ἐγὼ δὲ φιλοσοφοῦσα ! 01:23:04.123 --> 01:23:08.318 Αν ὁ γιὸς τοῦ Κλεινία μὲ τὴν παρέα του δὲ σπάζανε τὰ κεφάλια τῶν Ἑρμήδων 01:23:08.318 --> 01:23:11.315 ἀντὶς νὰ σπάσονε τὰ δικά σας, ποὺ μοῦ θέλατε µεγαλεῖα, 01:23:11.315 --> 01:23:13.588 θὰ παθαίναµε τὴ συφορὰ τῆς Σικελίας : 01:23:13.914 --> 01:23:17.941 Κι ἄν οἱ στρατηγοὶ τῶν ᾽Αργινουσῶν δὲν εἴταν ἄθεοι, θ' ἀναποδογύριζεν 01:23:17.941 --> 01:23:21.691 η Νέμεση τὰ πέλαγα, γιὰ νὰ μὴν µπορέσουνε νὰ µαζέψουνε τοὺς πνιµένους ; 01:23:22.514 --> 01:23:25.065 Κ’ ἐπειδῆς ἐγὼ τοὺς ἀθώωσα, θυμᾶστε ; 01:23:25.359 --> 01:23:28.725 ἀνοίξαν οἱ οὐρανοὶ νὰ ρίξουνε ζεματιστὸ νερὸ νὰ μᾶς κάψουνε 01:23:29.081 --> 01:23:33.022 μά... λυπηθήκαν (οἱ οὐρανοί !) τοὺς Τριάντα Τυράννους !... 01:23:33.780 --> 01:23:36.467 Νά λοιπὸν ποιοὶ φταίγανε γιὰ ὅλα τὰ ζαβά, 01:23:36.467 --> 01:23:40.006 καθὼς σᾶς ὑποσκέθηχα νὰ σᾶς τὸ ἔηγήσω πρωτύτερα 01:23:42.226 --> 01:23:44.392 Ἔτσι μὲ τὴν ἀθεῖα µου καὶ τὴν προδοσιά µου 01:23:44.392 --> 01:23:47.208 φελοῦσα μὲ τὸ παραπάνου τὴν Πατρίδα καὶ τη θρησκεία... 01:23:47.391 --> 01:23:50.633 ὅσους θρέφονται ἀπὸ τὰ µαστάριο τῶν μεγάλων ἀφτῶν ἰδεῶν ! 01:23:50.999 --> 01:23:54.900 Πολιτικοί, παπάδες, δάσκαλοι φορτώνανε στὴν πλάτη µου 01:23:54.900 --> 01:23:59.312 κάθε δικιά τους ἀναξιοσύνη κι ἀτιμία, κάθε ζημιὰ τῶν φυσικῶν στοιχείων, 01:23:59.312 --> 01:24:01.573 ὅλες τὶς ἀναποδιὲς τῆς Μοίρας ! 01:24:02.191 --> 01:24:05.529 Ὅταν ἐγὼ λείψω, θὰ ψάξουνε νὰ βροῦνε κάποιον ἄλλο Σωκράτη 01:24:05.529 --> 01:24:09.181 νὰ τόνε βαφτίσουνε µέσα στην ἅγια κολυμπήθρα τῆς δημόσιας γνώμης 01:24:09.181 --> 01:24:10.773 ἄθεο καὶ προδότη. 01:24:11.092 --> 01:24:14.294 Τοὺς χρειάζεται νὰ τὸν πετᾶνε στὰ δόντια τοῦ µανιασµένου πλήθους 01:24:14.294 --> 01:24:17.908 γιὰ ἐξιλαστήριο θύμα κάθε φορά, ποὺ θὰν τὰ βρίσκουνε σκοῦρα. 01:24:18.478 --> 01:24:22.946 Δὲ θὰ μποροῦσε νὰ ζῆσει μηδὲ μιὰ στιγμὴ καὶ τὸ κοπάδι χωρὶς Λύκους 01:24:22.946 --> 01:24:25.788 κ οἱ Λύκοι χωρὶς ἄθεους καὶ προδότες. 01:24:28.301 --> 01:24:30.717 Ὅλοι γχρινιάζετε πὼς χάλασε ὁ κόσμος. 01:24:31.106 --> 01:24:33.502 Ποιὸς κόσµος ; Τὰ βουνὰ κι ὁ οὐρανός ; 01:24:33.823 --> 01:24:35.316 Φόβο δὲν ἔχουνε ! 01:24:35.667 --> 01:24:36.821 Οἱ δυὸ τρεῖς ἀθέοι ; 01:24:37.133 --> 01:24:39.581 Τοὺς κόβετε καὶ σιάζουν ἀμέσως τὰ πράματα. 01:24:40.241 --> 01:24:43.760 Νά τος ὁ κόσμος, η ἀφεντιά σας, ὢ ἄντρες ᾿Αθηναῖοι ! 01:24:44.046 --> 01:24:49.505 Ὅλα σας τὰ ζακόνια, γραμμένα κι ἄγραφα : φόβος τῶν θεῶν, σεβασμὸς τῶν νόμων, 01:24:49.505 --> 01:24:53.810 ἀγάπη τοῦ καλοῦ κι ἀντρισμός, σέπονται ψοφίµια τούμπανα 01:24:53.810 --> 01:24:57.221 µέσα στὸ Βάραθρο, συντροφιὰ τῶν σκοτωμένων σκλάβων. 01:24:57.774 --> 01:25:02.341 Ψεφτιά, κλεψιά, κι ἀτιμία, νὰ τὰ «δαιμόνια» τῆς Πολιτείας, 01:25:02.341 --> 01:25:05.393 -- «τὸ µέσα πλοῦτος» ! -- ποὺ σᾶς ὁδηγᾶνε ψηλά. 01:25:06.034 --> 01:25:09.836 Κ' ὕστερα βγήκε τὸ δικό µου τὸ δαιμόνιο («καινὸ δαιμόνιο») 01:25:09.836 --> 01:25:14.021 νὰ ξαναζωντανέψει τὰ ψοφίµια φυσώντας μὲ τὸ καλάμι τῆς φιλοσοφίας 01:25:14.021 --> 01:25:16.670 µέσα στὴν κοιλιά τους τὸ «πνέβμα τῆς ἀληθείας», 01:25:16.670 --> 01:25:19.024 γιὰ νὰν τὰ στήσει καθάριες ἰδέες, 01:25:19.024 --> 01:25:21.755 ἀπείραχτες ἀπ᾿τοῦ καιροῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων τὰ καμώματα, 01:25:21.755 --> 01:25:23.267 µέσα στὸν ἄπειρο Νού ! 01:25:23.849 --> 01:25:25.788 Τὰ τυφλὰ κινήματα τῆς ψυχής, 01:25:25.788 --> 01:25:28.707 ἅμα πιάσεις νὰν τὰ κάνεις προστάγµατα τοῦ λογικοῦ, 01:25:28.707 --> 01:25:32.112 δηλαδη νὰν τὰ µεταφέρεις ἀπὸ τὴν ἀσύνειδη μίμηση καὶ συνήθεια 01:25:32.112 --> 01:25:35.753 στὴ φωτισμένη σκέψη καὶ βούληση, πάει τὰ σκότωσες. 01:25:36.049 --> 01:25:37.963 Ὅμως κ' ἔτσι σᾶς ὠφελοῦσα. 01:25:38.147 --> 01:25:41.480 Μιὰ καὶ τὶς «μεγάλες οὐσίες» τὶς ἀφήνετε νὰν τὶς ροκανᾶνε 01:25:41.480 --> 01:25:43.931 οἱ ποντικοὶ τῶν λαγουμιῶν καὶ τῶν ἀποπάτων, 01:25:43.931 --> 01:25:48.439 ἐγὼ σᾶς συµβούλεβα, πὼς δὲν πρέπει νὰ γελᾶτε καὶ νὰ καµαρώνετε γι' ἀφτὸ 01:25:48.439 --> 01:25:52.923 νομίζοντας, πὼς ὁ πιὸ φανερὸς μπαγαμπόντης εἶναι καὶ πιὸ ξυπνὸς ᾿Αθηναῖος ! 01:25:53.363 --> 01:25:56.664 Σᾶς µάθαινα γιὰ τὸ συφέρο σας νὰ τιμᾶτε τ᾿ ὄνοµά τους 01:25:56.664 --> 01:25:59.914 καὶ νὰ λιβανίζετε τὸν ἥσκιο τους μπροστὰ στὶς γυναῖκες, τὰ παιδιὰ 01:25:59.914 --> 01:26:03.399 καὶ τοὺς σκλάβους, γιὰ νὰ μὴν παίρνουν ἀέρα καὶ κατεβοῦνε καμιὰ µέρα 01:26:03.399 --> 01:26:05.769 στὴν πιάτσα καὶ κάνουνε χειρότερ᾽ ἀπὸ σᾶς ! 01:26:06.255 --> 01:26:09.515 Σᾶς µάθαινα, πὼς πρέπει ν᾿ἀσεβεῖτε καὶ νὰ παρανομεῖτε 01:26:09.515 --> 01:26:11.482 στ᾽ ὄνομα τῶν θεῶν καὶ τῶν νόμων ! 01:26:12.661 --> 01:26:14.653 ΄"Ὅλα ποῦ νὰν τὰ θυμᾶμαι τώρα ! 01:26:14.843 --> 01:26:18.551 Μὰ δὲν ξεχνῶ, πὼς ἐσὺ κ᾿ ἐσὺ καὶ τοῦτος καὶ κεῖνος... 01:26:18.551 --> 01:26:21.649 οὖλοι σας εἴσαστε σύμφωνοι σ᾿ ὅ,τι σᾶς ἔλεγα 01:26:21.649 --> 01:26:25.364 καὶ σκύβατε τ᾽ ἀδειανό σας κεφάλι μπροστὰ στην Κουκουβάγια καὶ στὸ Μῶμο. 01:26:25.629 --> 01:26:28.315 Τρεῖς μοναχὰ κουβέντες µου φτάνουνε νὰ δείξουνε, 01:26:28.315 --> 01:26:30.456 πὀσο δούλεψα γιὰ τὸ καλὸ τῆς Πατρίδας, 01:26:30.456 --> 01:26:33.509 γιὰ τὸ χωρισμὸ τῶν πολιτῶν σὲ χορτάτους καὶ σὲ κορόιδα. 01:26:34.273 --> 01:26:37.625 α᾿) Απόδειξα, πὼς η ψυχή µας εἶναι ἀθάνατη ! 01:26:38.059 --> 01:26:39.495 ᾿Υπάρχει λοιπὸν ψυχή ! 01:26:39.884 --> 01:26:43.109 Γιὰ χάρη της ὑπάρχουνε (πρέπει δηλαδὴ νὰ ὑπάρχουνε) 01:26:43.109 --> 01:26:45.879 κράτος -- νόµο, καὶ παπάδες --- θεοί ! 01:26:46.173 --> 01:26:48.350 “Ἡ φοβέρα τῶν θεῶν καὶ τῶν νόμων 01:26:48.350 --> 01:26:50.744 μᾶς συγκρατάει νὰ μὴν κολάζουµε τὴν ψυχη µας... 01:26:50.744 --> 01:26:52.467 καὶ νὰ μὴν πηγαίνουμε φυλακή ! 01:26:53.053 --> 01:26:58.614 "Αντρες ᾿Αθηναῖοι ! Αν δὲν ὑπῆρχε κράτος, δὲ θὰ ὑπάρχανε μήτε θεοὶ μήτε παπάδες 01:26:58.614 --> 01:27:00.162 μήτε κι ἀθάνατη ψυχη ! 01:27:00.387 --> 01:27:03.239 Οἱ βασανισμένοι τῆς ζωῆς πρέπει νὰ πιστέβουµε, 01:27:03.239 --> 01:27:05.869 πὼς θὰ χαροῦμε καὶ θὰ βασιλέψουμ’ αἰώνια, 01:27:06.240 --> 01:27:07.832 -- φτάνει νὰ πεθάνουμε πρῶτα ! 01:27:08.224 --> 01:27:10.716 Δὲν κάνει νὰ παίρνουμε πίσου μὲ τὰ χέρια µας 01:27:10.716 --> 01:27:13.577 ὅ,τι μᾶς παίρνουν οἱ ἀφέντες μὲ τὴ δύναμη καὶ μὲ τὴν πονηριὰ 01:27:13.577 --> 01:27:17.357 -- δηλαδη μὲ τὰ δικά µας τ᾽ἅρματα καὶ μὲ τὴν ψῆφο τὴ δικιά µας. 01:27:17.855 --> 01:27:20.942 ᾿Αφτουνοὺς θὰν τοὺς τιμωρήσουν οἱ θεοὶ στὸν ἄλλο κόσµο. 01:27:21.222 --> 01:27:24.699 Θὰ βράζουνε µέσα στὸ καζάνι τῆς πἰσσας στὸν αἰώνα τὸν ἅπαντα. 01:27:25.114 --> 01:27:29.783 Αν τοὺς τιμωρήσουμ’ ἐμεῖς, θὰ γίνουμε κακοὶ καὶ τότε θὰ χάσουμε τὴν ψυχἠ µας 01:27:29.783 --> 01:27:31.981 καὶ θὰ βράζουμ’ ἐμεῖς µέσα στὸ καζάνι ! ! 01:27:32.976 --> 01:27:38.955 β’) Δὲν εἴτανε λόγος-ἀέρας, εἴταν ἀγκωνάρι µαρμαρένιο τούτ’ ἡ διδασκαλία µου. 01:27:39.358 --> 01:27:44.700 Γι αὐτὸ καὶ τῆς ἔδωκα τὴν τετράγωνη φόρμα: «προτιμῶ ν᾿ ἀδικιέμαι παρὰ ν ἆδικῶ !» 01:27:45.326 --> 01:27:48.434 Τοῦτο τ᾿ ἀγκωνάρι στερεώνεται καλύτερα στὸν ἅμμο καὶ στὸ νερό: 01:27:48.434 --> 01:27:50.273 στὶς φυχὲς τῶν ἀδυνάτων ! 01:27:50.656 --> 01:27:54.483 "Ὁσο πιὸ ταπεινωμένος ὁ ἄνθρωπος, τόσο πιότερο κι ἀναποφάσιστος᾽ 01:27:54.749 --> 01:27:59.106 ὅσο πιὸ κουρασμένος, τόσο λιγότερο ἀνασαίνει καὶ σχέφτεται καὶ θυµώνει. 01:27:59.487 --> 01:28:02.160 Χρειάζεται κουράγιο καὶ μπιστοσύνη στὸν ἑαφτό σου, 01:28:02.160 --> 01:28:03.850 γιὰ ν᾿ ἀντισταθεῖς στὴν ἀδικιὰ --- 01:28:03.850 --> 01:28:06.293 καὶ πιὸ πολὺ ἀκόμα γιὰ ν᾿ ἀδικῆσεις ! 01:28:06.551 --> 01:28:09.975 Μαθημένος νὰ φοβᾶσαι, δὲ θέλεις νὰ φοβηθεῖς περισσότερο. 01:28:10.340 --> 01:28:13.838 ᾿Αφήνεσαι στὴ γλύκα τῆς ἀβουλίας, στὸν ἐγωισμὸ τοῦ πόνου. 01:28:14.039 --> 01:28:17.444 Κι ὄχι µονάχα στέκεσαι νἁ σοῦ παίρνουν τὰ ὅσα δὲν ἔχεις, 01:28:17.444 --> 01:28:19.938 μὰ δὲν ἀγγίζεις καὶ τὰ λίγα πὀ χεις : 01:28:20.205 --> 01:28:24.162 νηστέβεις ἀπὸ δικοῦ σου τὸ φαγί, τὸ πιοτὸ καὶ τὶς γυναῖκες· 01:28:24.345 --> 01:28:28.427 μισεῖς τὸν ήλιο, τὴ θάλασσα, τὸν ἀγέρα τοῦ δάσου καὶ τὴν κίνηση 01:28:28.427 --> 01:28:33.113 κι ἆποζητᾶς τὴν ἀρρώστια, τὰ βάσανα, την απλυσία, τη σιωπή και το θάνατο 01:28:33.113 --> 01:28:35.120 για να πας στον παράδεισο, 01:28:35.983 --> 01:28:37.756 «Ό πόνος ἠθικοποιεῖ » 01:28:38.137 --> 01:28:42.824 Ύψωνα λοιπὸν μεσουρανὶς γιὰ φλάμπουρο τοῦ κοπαδιοῦ τὴ χαρὰ τοῦ πόνου. 01:28:43.063 --> 01:28:45.279 Γιὰ ὅσους δὲν µποροῦνε νὰ βαστάξουνε τὸν πόνο, 01:28:45.279 --> 01:28:47.224 φροντίσαν οἱ νόμοι τοῦ Σόλωνα· 01:28:47.577 --> 01:28:51.003 χτίσανε παράµερες ἐκκλησιὲς τῆς Πάνδημης ᾽Αφροδίτης. 01:28:51.314 --> 01:28:54.618 ᾿Ἔκεῖ μέσ᾽ ἀγοράζει καθένας πολὺ φτηνὰ τὴν τελειότητα, 01:28:54.848 --> 01:28:56.889 δηλαδή τὴ λησμονιὰ τοῦ ἑαφτοῦ του. 01:28:58.357 --> 01:29:03.562 γ’) Τὴν ἴδια γνώμη τὴν εἶπα κι ἀλλιῶς : «Οὐδεὶς εκὼν κακός». 01:29:03.891 --> 01:29:06.549 ᾿Αφτὸ θὰ πεῖ : μὴν τιμωρεῖτε τοὺς ἀδικητάδες 01:29:06.549 --> 01:29:08.133 γιατὶ θὰν τοὺς... ἄδικῆσετε. 01:29:08.453 --> 01:29:12.563 Εΐναι ἀθῶοι ! Δὲν ξέρουν ότι, κάνουνε κακό ! "Υπομονή ! 01:29:12.780 --> 01:29:15.343 "Αμα τοὺς διδάξουµε τί είναι καλὸ καὶ κακό, 01:29:15.343 --> 01:29:18.272 θὰ λείψουν ἀπὸ τὸν κόσμο κάκητα κι αδικεμὸς 01:29:18.272 --> 01:29:19.830 καὶ θὰ βασιλέψ᾽ η καλοσύνη... 01:29:20.456 --> 01:29:21.648 Χρειάζονται σκολειά. 01:29:21.848 --> 01:29:24.330 Καὶ τὰ σκολειὰ θὰν τὰ χτίζουν οἱ ἀδικητάδες. 01:29:24.756 --> 01:29:25.944 Ξέρετε γιατί ; 01:29:26.515 --> 01:29:29.777 Καλὸ καὶ δίκιο καὶ χρέος εἶναι ἢ σακούλα τους. 01:29:29.994 --> 01:29:32.688 Θα μαθαίνουνε λοιπὸν οἱ ἴδιοι στὰ παιδιὰ τοῦ λαοῦ 01:29:32.817 --> 01:29:35.658 νὰ μην ἄντιστέκονται στὴν ἀδικιά, ὅταν μεγαλώσουν. 01:29:37.660 --> 01:29:41.373 Έτσι η φιλοσοφία µου στύλωνε τὸ καθεστὸς τῆς ἄνισότητας, 01:29:41.373 --> 01:29:43.433 «τὸ τοῦ κρείττονος συμφέρον». 01:29:43.760 --> 01:29:46.250 Φυσικὰ δὲν ἔπρεπε νὰ μὲ σκοτώσετε γι ἀφτό ! 01:29:46.687 --> 01:29:49.727 Οἱ μελλούμενες πολιτεῖες θὰ ξέρουνε καλύτερα τὴ δουλειά τους. 01:29:50.275 --> 01:29:54.577 Αμπωνας, Θρανίο, Εφημερίδα καὶ Κλομπ θὰ δουλέβουν ἀδερφικὰ 01:29:54.577 --> 01:29:57.731 νὰ χωρίζουνε τοὺς πολίτες σὲ χορτάτους καὶ σὲ κορόιδα 01:29:57.731 --> 01:30:00.964 καὶ νὰ ταιριάζουνε τ᾽ ἁταίριαστα μὲ τὴν «ἁρμονία τῶν τάξεων». 01:30:01.490 --> 01:30:04.628 Αϕτηνῆς τῆς ἁρμονίας στάθηκα πρῶτος μαέστρος. 01:30:04.628 --> 01:30:06.597 Κι ἂς μὲ σκοτώνετε γι ἄθεο. 01:30:07.511 --> 01:30:11.578 Τὰ δικά µου τὰ µαθήµατα θὰν τὰ κάνουνε µεθάβριο θρησκεία τους οἱ Χριστιανοί. 01:30:12.006 --> 01:30:14.301 Θἁ μὲ τιµήσουνε γιὰ προφήτη τοῦ Θεοῦ τους 01:30:14.301 --> 01:30:17.237 καὶ θὰ ζωγραφίζουνε τὰ μοῦτρα µου στὶς ἐκκλησιές τους 01:30:17.237 --> 01:30:20.069 μὲ πλατὺ χρυσοστέφανο γύρω στὰ τσουλούφια µου. 01:30:29.585 --> 01:30:36.163 ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ 01:30:36.368 --> 01:30:39.901 Δεν ήτανε γέννα τῆς κόλασης, ποὺ ταµπουρώθηκε µέσα στην ψυχή µου, 01:30:39.901 --> 01:30:43.805 γιὰ νὰ σᾶς βάνει τρικλοποδιὲς καὶ νὰ σᾶς γρουσουζέβει, τὸ δαιµόνιό µου ! 01:30:43.940 --> 01:30:45.491 Είτανε κάτι χειρότερο ! 01:30:45.735 --> 01:30:49.659 Δὲν εἴτανε καινούριο, καθὼς τὸ γνωρίσανε τάχατες οἱ κατηγόροι, 01:30:49.922 --> 01:30:54.205 Ἐϊταν ἢ παμπάλαιη συνείδηση τοῦ Κοπαδιοῦ, η προπατορικὴ σκλαβιά, 01:30:54.205 --> 01:30:58.031 πού δενε τὴν ψυχη µου μὲ τὶς δικές σας, γιὰ νὰν τὶς κρατάει ὁλόρτες, 01:30:58.031 --> 01:31:00.965 ἀκατάλυτο κάστρο τῆς πολιτείας τῶν ἀνόμων. 01:31:01.599 --> 01:31:04.081 Δὲν εἴταν ἄγγελος ὁδηγός, ποὺ μὲ φώτιζε· 01:31:04.081 --> 01:31:08.207 εἴτανε φύλακας ἄγγελος τῆς δηµόσιας Ψεφτιᾶς, ποὺ μὲ τύφλωνε. 01:31:08.642 --> 01:31:10.987 Είτανε «τὸ τοῦ κρείττονος συμφέρον» 01:31:10.987 --> 01:31:14.912 γινομένο µέσα µου φωνή καὶ θέλημα τῶν θεῶν καὶ τοῦ Λόγου. 01:31:15.424 --> 01:31:19.855 Εἴταν η καταχτόνια καὶ μυστικὴ φοβέρα «Μη ! » καὶ «Πίσω !». 01:31:20.453 --> 01:31:23.592 Είτανε τὸ δαιμόνιο τὸ δικό σας, ὦ ἄντρες ᾿Αθηναῖοι 01:31:23.833 --> 01:31:26.602 -- πολὺ χειρότερο, γιατί τανε καὶ δυνατότερο. 01:31:28.305 --> 01:31:29.950 Αν τὸ μισῶ, λέει ! 01:31:30.402 --> 01:31:33.871 "Αχ ! νὰ μποροῦσα νὰν τὸ παράδινα στὸ πατριωτικὀ σας μένος 01:31:33.871 --> 01:31:37.308 νὰν τοῦ βγάζατε τὰ μάτια νὰν τοῦ κόβατε τὴ μύτη καὶ τ ἀφτιά· 01:31:37.308 --> 01:31:41.507 νὰν τοῦ χύνατε λάδι τσιτσιριστὸ κι ἁλάτι χοντρὸ µέσα στὶς πληγές του' 01:31:41.507 --> 01:31:45.092 νὰν τοῦ καρφώνατε πέταλα στὶς πατοῦσες του μὲ ταβανόπροχες· 01:31:45.322 --> 01:31:49.199 νὰν τὸ δένατε σ᾿ ἕνα παλούκι καὶ βρέχοντάς το μὲ πετρόλαδο καὶ πίσσα 01:31:49.199 --> 01:31:51.847 νὰν τοῦ βάνατε φωτιά, σὰ νά τανε Τοῦρκος ! 01:31:52.105 --> 01:31:54.183 ᾽Αφτὸ μὲ σαλαγοῦσε καὶ μὲ κέντρωνε 01:31:54.183 --> 01:31:56.764 ζεμένονε στὸ κάρο τῆς Δημοκρατίας τῶν «ἀρίστων», 01:31:57.078 --> 01:32:01.630 ἀφτὸ μ᾿ ἔκανε νὰ περπατάω κοιµάµενος σὰν τ᾽ ἄλογα τὸν ἴσιο δρόµο τῆς συνήθειας 01:32:01.630 --> 01:32:03.573 -- καὶ νὰ μὴν παραστρατίζω. 01:32:03.781 --> 01:32:06.945 Αφτό μ'έκανε νὰ ξετινάζω καὶ νὰ κοροϊδέβω τοὺς ἄνομους, 01:32:06.945 --> 01:32:09.565 ἀντὶς νὰ κοροϊδέβω καὶ νὰ ξετινάζω τοὺς νόµους᾽ 01:32:09.804 --> 01:32:12.831 νὰ ταπεινώνω τοὺς ἀνίδεους, ἀντὶς νὰν τοὺς λυπᾶμαι. 01:32:13.728 --> 01:32:15.891 Μὰ τώρα τὸ ζητάω καὶ δὲν τὸ βρίσκω. 01:32:16.267 --> 01:32:19.798 Μ᾽ ἔχει παρατήσει δῶ καὶ κάµποσους μῆνες, ὦ ἄντρες ᾿Αθηναῖοι. 01:32:19.950 --> 01:32:23.985 Ξαναγύρισε, μιὰς καὶ πεθαίνω, στη Διεύθυνση τῆς Γενικῆς ”Ασφάλειας 01:32:23.985 --> 01:32:26.434 νὰ παραδώσ᾽ ὑπηρεσία καὶ νὰ προβιβαστεῖ ! 01:32:28.969 --> 01:32:33.328 Ὅταν ὁ Περικλὴς μᾶς ἔλεγε, πὼς η δύναμη κ᾿ η καλοπέραση τῆς πολιτείας 01:32:33.328 --> 01:32:37.589 εἶναι σωτηρία (καλοπέραση καὶ δύναμη) τῶν δυστυχισµένων, 01:32:37.589 --> 01:32:40.076 δὲν ήθελα νὰ παραδεχτῶ πὼς κορόιδεβε. 01:32:40.328 --> 01:32:44.845 Τί ἐννοοῦσε λέγοντας πολιτεία; Όλους μας; "Όχι βέβαια. 01:32:45.591 --> 01:32:49.238 ᾿Αν ὅλοι µας ἐφτυχοῦμε, δὲν ἔχει κανένας ἀνάγχκη νὰ σωθεῖ. 01:32:49.442 --> 01:32:55.078 ᾿Εννοοῦσε καθαρὰ τοὺς λίγους παραλῆδες καὶ πολιτικούς· μ ἕνα λόγο τοὺς ἔξυπνους. 01:32:55.595 --> 01:32:58.261 "Όταν ἐκεῖνοι τρῶνε, χορταίνουμ᾽ ἐμεῖς' 01:32:58.261 --> 01:33:00.818 κι ὅταν ἀφτοὶ θησαβρίζουν, ἐμεῖς πλουταίνουµε΄ 01:33:00.818 --> 01:33:04.905 κι ὅταν ἐκεῖνοι δὲ γίνονται πλουσιὁτεροι, φτωχαίνουµ’ ἐμεῖς περισσότερο· 01:33:04.905 --> 01:33:07.813 κι ὅταν ἐκεινῶν η περιουσία βρίσκεται σὲ κίντυνο, 01:33:07.813 --> 01:33:09.594 χάνουμ’ ἐμεῖς τὸν ὕπνο µας !... 01:33:10.129 --> 01:33:13.296 Ὁ πρῶτος, βλέπετε, πολιτικὸς καὶ παραλὴς τῆς ᾿Αθήνας 01:33:13.296 --> 01:33:16.784 ὕψωνε χωρὶς ντροπὴ μπροστὰ στὰ µάτια τοῦ φλομωμένου πλήθους 01:33:16.784 --> 01:33:18.933 τὴν ἀτιμία τῶν ὀλίγων σὲ χρέος, 01:33:18.933 --> 01:33:22.318 µεγαλεῖο καὶ δόξα τῶν πολλῶν, -- τῆς Πατρίδας ! 01:33:22.823 --> 01:33:26.823 Είτανε πόλεµος τότε κ᾿ ἔπρεπε νὰ δώσουμε τὴ ζωή µας γιὰ τοὺς «ἀρίστους», 01:33:26.823 --> 01:33:29.542 ἂν θέλαµε νὰ σώσουμε τὴν πείνα µας τὴν παντοτινὴ 01:33:29.542 --> 01:33:32.674 καὶ τὸν ὕπνο µας τὸ µακάριο, γιὰ νὰν τὸν κάνουμε αἰώνιο !... 01:33:33.139 --> 01:33:34.403 Καταλάβατε : 01:33:34.705 --> 01:33:37.058 Καὶ βέβαια. Γιατὶ σὰς τὸ ἔξηγῶ. 01:33:37.249 --> 01:33:39.476 Μὰ τότες η µέσα µου φωνή τοῦ κοπαδιοῦ, 01:33:39.476 --> 01:33:42.171 -- τὸ δαιμόνιο --- δὲ μ᾿ ἄφηνε νὰν τὸ νιώσω. 01:33:42.544 --> 01:33:45.666 "Ἔβρισκα μάλιστα, πὼς καλὰ μᾶς τά λεγε ὁ γέρος, 01:33:45.666 --> 01:33:49.074 γιατὶ συμφωνούσανε μὲ τὴν... ἀπόλυτη Λογική ! 01:33:50.944 --> 01:33:54.727 Σὰν ἄρχεψε νὰ μοῦ στρίβει, νὰ ψυχανεμίζοµαι, πὼς δὲν κρίνω σωστὰ 01:33:54.727 --> 01:33:56.429 καὶ πὼς τὸ μυαλό µου κάνει νερά, 01:33:56.429 --> 01:34:00.408 ὁ φύλακας ἄγγελός σας ἔσφιξε τὴ βρακοζώνα του κι ἄνοιξε τὰ φτερά του 01:34:00.408 --> 01:34:03.259 καὶ πέταξε τρίζοντας τὰ δόντια του. Οὔστ !... 01:34:03.619 --> 01:34:05.387 Μὰ πάλε δὲν ησύχασα ! 01:34:05.387 --> 01:34:08.458 Μόλις ἔφυγε, κι ἄρχεψε νὰ μὲ τρώει ἄλλο σαράκι. 01:34:08.458 --> 01:34:12.070 Ο μετανιωμὸς γιὰ τὸ κακό, ποὺ ἔκανα καὶ στοὺς συγκαιρινούς μου 01:34:12.070 --> 01:34:13.449 καὶ στοὺς µελλούμενους, 01:34:13.449 --> 01:34:16.191 ὅσο θὰ κυβερνᾶνε τὸν κόσμο τ᾽ ἄδικο κ᾿ η ψεφτιά. 01:34:16.413 --> 01:34:18.014 Μερόνυχτα βασανιζόµουνα. 01:34:18.195 --> 01:34:20.070 Έπρεπε νὰ διορθώσω τὸ κακό ! 01:34:20.477 --> 01:34:24.130 Καὶ νὰ τί θά κανα, ἂν δὲν προλαβαίνατε νὰ μὲ σκοτώσετε. 01:34:24.841 --> 01:34:27.477 Τὸ λαρύγγι του στέγνωσε. 01:34:27.477 --> 00:00:00.250 Ζήτησ᾽ ἕνα ποτήρι νερό, μὰ ποῦ νὰ βρεθεῖ ποτήρι καὶ νερό! 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Κάποιος ἀστεῖος τοῦ φώχαξε : 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 «Δὲν καταπίνεις τὴν κλεψύδρα νὰ τελειώνουμε ;» 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Χάχανα καὶ θόρυβος. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Πολλοί, ποὺ κοιµόντανε, τιναχτήκανε ξυνισµένοι 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 κι ἀρχίσανε νὰ γρυλλίξουν. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 "Αλλοι σηκωθήκαν ὁρτοὶ καὶ κάνανε νόημα τοῦ κλητήρα νὰν τοὺς πεῖ, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 πόσο νερὸ µνέσκει ἀκόμα µέσα στὸ λαγήνι. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 'Ο κλητήρας ἔσκυψε πάνου κ᾿ ὕστερα σηκώνοντας τὸ δεξί του χέρι 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 ἔσυρε δυὸ τρεῖς φορὲς τὸ µεγάλο δάχτυλο πάνου στὸ δέφτερο κόµπο τοῦ δείχτη. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 "ο Σωκράτης κατάπιε τὸ σάλιο του καὶ ξακολούθησε. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Γι ἀφτὰ ποὺ δίδαξα, θά πρεπε νὰ μὲ κάνετε χρυσόνε καὶ νὰ μὲ προσχυνᾶτε. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Gι’ ἀφτὰ ποὺ θά κανα, ἂν ἐζοῦσα, θά πρεπε μὲ τὸ δίκιο σας 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 ὄχι νὰ μὲ σκοτώσετε μοναχά, μὰ νὰ μὲ κοπανίσετε ζωντανὸ µέσα στὸ γουδί, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 ὅπως ὁ τύράννος ὁ Νέαρχος θὰ κοπανἰσει τὸ «ἤνωνα τὸν Ελεάτη, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 γιὰ νὰ μάθει νὰ διδάσκει τὴν ἀρετὴ ὅσο θέλει, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 μὰ νὰ μὴ μιλάει γιὰ τὴν παλιανθρωπιὰ τῶν ἀρχόντων. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Θά πρεπε νὰ μοῦ κόψετε τὴ γλώσσα, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 καθὼς ὁ βασιλιὰς ᾿Αντίπατρος θὰ κόψει τὴ γλώσσα τοῦ ᾿Υπερείδη τοῦ ρήτορα, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 γιὰ νὰ µάθει, πὼς μπορεῖ νὰ προδίνει τὴν πατρίδα του, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 μὰ δὲν κάνει νὰ βρίζει καὶ τὸν ξένο µισθοδότη... 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Θά µουνα πραγματικὰ ἐπικίντυνος στὴ δηµόσια τάξη, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 στὸ «συμφέρον τοῦ κρείττονος». 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Καἱ νὰ ρίχνατε τὸ κουφάρι µου μακριὰ στὸν Κορινθιακὸ 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 η σὲ χανένα φαράγγι τοῦ Κιθαιρώνα -- «μὴ ταφήναι ἐν γη ἁττικῇ» 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Δὲν ὑπάρχει µεγαλύτερη ἀτιμία καὶ προδοσία ἀπὸ τὸ νὰ λὲς τὴν ἀληθεια !... 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Θὰ πήγαινα, ποὺ λέτε, στοὺς λαϊκοὺς µαχαλάδες τῆς ᾽Αθῄνας, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 στὰ βρωμοχώρια τῆς ᾽Αττικῆς ἀπὸ τὶς Κάβο Κολόνες 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 ἴσαμε τὰ Κούντουρα κι ἀπὸ τὴν Μούλουρη ἴσαμε τὸ Καπαντρίτι. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Θὰ κατέβαινα στὰ σκοτεινὰ χαµόσπιτα, γεμάτα κοριοὺς καὶ χτίκιασµα, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 θά µπαινα στὰ µικροµάγαζα τῆς φτωχολογιᾶς, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 στὰ καρβουνιάρικα τοῦ λιμανιοῦ, γιοµάτα λέρα καὶ βόχα. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Καὶ θά λεγα : «Λέφτεροι πολἰτες ! 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Αφτὸς ὁ τόπος, κι ἄν ἀκόμα βρισκότανε στη Σκυθία, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 ὅπου σπάνια ξεμυτίζει ὁ γήλιος ἀνάμεσ᾽ ἀπὸ µάβρα σύνεφα 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 καὶ πάνου σ᾿ ἅλιωτα χιόνια, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 πἆλε θά τανε ὁ καλύτερος ἀπ᾿ ὅλους, γιατὶ τὸ θέλ᾽ η καρδιά σας. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Είναι η πατρίδα. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Δικιά σας η πατρίδα, μὰ τίποτα δικό σας µέσα σ᾿ ἀφτῆνε : 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 χωράφια καὶ παλάτια, καράβια χαὶ χρήμα, θεοὶ χ᾿ ἐξουσία, σκέψη καὶ θέληση 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 --- ὅλα ξένα ! 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Λιγοστοί σας ἔχετε τόσο µέρος, ὅσο νὰ τρυπώνετε ζωντανοὶ 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 καὶ νὰ θάβεστε πεθαμένοι 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 καὶ τόση λεφτεριά, ὅσο νὰ κάνετε τὴ φυσική σας ἀνάγκη στη ρεματιά, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 ὅταν δὲ σᾶς βλέπει χὠροφύλακας... 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Καὶ ὅταν βυθίζετε τὸ μάτι σας πέρα στὸ γαλάζιο πέλαγος, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 ὅπου πᾶνε κ᾿ ἔρχονται καΐκια καὶ φρεγάδες 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 κουβαλώντας ἀπὸ τὸ στόµα τοῦ Νείλου κι ἀπ᾿ τὸν Κιμμέριο Βόσπορο 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 κι ἀπ᾿ τὶς Ἡράκλειες στῆλες σιτάρι, χάλκωμα, μετάξι καὶ γυναῖκες, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 περηφανέβεστε, πὼς εἶναι δικά σας, γιατί ναι «ἐθνικά !» 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Καὶ κανένας δὲ συλλογᾶται, πὼς ὅλα τ᾽ ἀγαθὰ 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 μαζέβονται σὲ λίγα χέρια. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Ατζέμηδες, Μοραΐτες, Θηβαῖοι καὶ Μορθιανοὶ σᾶς σκοτώνουνε μιὰ φορὰ 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 οἱ ξένοι’ μὲ τὰ χέρια τ᾽ ἀδερφικὰ σᾶς σφίγγουνε τὸ καρύδι τοῦ λαρυγγιοῦ 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 σ᾿ ὅλη σας τὴ ζωὴ καὶ σᾶς δολοφονοῦνε κάθε µέρα. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 "Οχι μονάχα τίποτα δικό σας γύρα, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 μὰ χι ὅλος ὁ ἑαφτός σας κ᾿ η ψυχη σας εἶναι δικά τους». 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Ὕστερα θὰ πῄγαινα στὰ νταμάρια τῆς Πεντέλης, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 στὶς μίνες τοῦ Δασκαλειοῦ καὶ τοῦ Λάβριου, στοὺς ταρσανάδες τοῦ Περαία, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 στὶς φάμπρικες, ποὺ φκιάνουνε σκουτάρια καὶ λουρίκια τοῦ πολέμου -- στοὺς δούλους! 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Θὰ κατέβαινα στ᾽ ἀμπᾶρια τῶν καραβιῶν, ὅπου χιλιάδες σκεβρωμένοι κουπηλάτες 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 (ἄσπρα μαλλιά, μέτωπα καμένα μὲ τὸ πυρωμένο σίδερο) 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 βροντᾶνε ρυθμικὰ τοὺς χαλκάδες τους 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 καὶ ξεφωνίζουν ἀπὸ τὰ χτυπήµατα τοῦ βούρδουλα, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 σὰν τύχει καὶ λιγοθυµίσουν ἀπὸ τὴν κοὐραση. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 θὰ πηγαινα στὰ μεγάλα τσιφλίκια, σὰν τοῦ ᾽ Αλκιβιάδη στὸν Κουβαρά, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 ὅπου ζεμένοι μὲ τὰ καματερὰ ὀργώνουνε τὰ κατσάβραχα καὶ τὰ πουρνάρια. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 θὰ πήγαινα στὴν ᾿Ακρόπολη, στὴ Ῥαμνούντα, στὰ Κούντουρα, στὶς Κάβο Κολόγες, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 ὅπου σηκώνουνε μὲ τὰ χέρια τους στὸν ἀψηλὸ οὖρανὸ 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 τοὺς µαρμαρένιους κολοσσοὺς τοῦ πνεµατός σας, τοὺς Παρθενῶνες. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Καὶ θὰν τοὺς ἔλεγα : 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 «Θρακιῶτες, Ασιάτες, ᾿Αφρικανοὶ καὶ Σκύθες καὶ Ῥωμιοί ! 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Οἰκέτες, θεράποντες, ἐπιστάτες, παιδαγωγοί, τσογλάνια. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Μαντινοῦτες τοῦ γυναικωνίτη κι ἅγιες πόρνες τῶν θεῶν καὶ τῶν ἀνθρώπων. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Σκλάβοι δημόσιοι καὶ σκλάβ᾽ἰδιωτικοί. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 'Ἡ ξετσίπωτη φιλοσοφία δασκαλέβει, πὼς εἴσαστε γεννηµένοι σκλάβοι. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Μὰ μήτε οἱ θεοὶ μήτε κ᾿ η φὺση διατάξανε τὸ σπέρµα τοῦ πατέρα σας 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 νὰ σᾶς γεννήσει τέτιους. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Ἡ τὐχη σᾶς ἔκανε κι η συνήθεια σᾶς ἀποτέλειωσε. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Εἴσαστε σκλάβοι ἐσεῖς, γιὰ νά μαστ᾽ ἐμεῖς οἱ λέφτεροι. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Σηχκῶστε τὸ κεφάλι καὶ κοιτάχτε τὸν ἀνοιξιάτικο ουρανὀ. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Ἔχετε ξεχάσει τὸ βάθος καὶ τὸ χρῶμα του. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Στὴν πατρίδα σας ὅμοια γελᾶνε τ᾽ἀκρογιάλια κι ἀστροβολᾶνε κάµποι καὶ γήλιος. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Κάποτες εἴσαστε καὶ σεῖς λέφτεροι κι ἄδικοι, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 γιὰ νὰ γίνετ ἐδῶ σκλάβοι χι ἀδικημένοι 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 --- σεῖς, οἱ προγόνοι σας, ἀδιάφορο ! 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Εϊσαστε τὸ µεγάλο ψυχομέτρι. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Νιῶστε τὴ δὐναμή σας κ᾿ ἑνωθεῖτε μὲ τοὺς ἀδικημένους λέφτερους. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Νὰ σηκώσετε μοναχὰ τὰ σφυριά, τὰ δρεπάνια, τὰ πελέκια, τὰ κρικέλια σας 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 καὶ θὰ γίνει κουρνιαχτὸς ὁλάκερ' η δημοκρατία τῶν “ἀρίστων” 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Νὰ τοὺς πάρετε τ᾽ ἀγαθὰ καὶ νὰ τοὺς βάνετε νὰ δουλέβουνε, γιὰ νὰ τρῶνε». 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 -- «Καὶ νὰ καθόμαστ᾽ ἐμεῖς», 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 θ᾽ἀπαντούσανε μερικοὶ µαθηµένοι νὰ σέρνονται σὰ ραγιάδες στὴν κοιλιὰ 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 μπροστά στοὺς δυνατοὺς καὶ νὰ ξεκοιλιάζουνε τοὺς ἀδύνατους. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 -- «Όχι», θὰ φώναζα ἐγώ. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 «Θὰ δουλέβουνε κ᾿ ἀφτοὶ καὶ σεῖς. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Κοινή δουλειά, κοινὰ τ᾽ ἀγαθὰ κι ἡ λεφτεριά...» 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 -- «Αμ τότες ἂς λείπει τέτια λεφτεριά. Δὲ μᾶς κάνει...» 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 -- «Μην πειράζεστε ! Σὰν ἔρτει κείν᾽ ἡ ὥρα, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 θὰ μπεῖτε σὲ δρόµο νὰ γίνετε ἀνθρῶποι· νὰ λυτρώσετε, θέλοντας καὶ µη, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 τὸ σῶμα σας, τὴν ψυχή σας καὶ τὸ πνέµα σας». 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 -- «Ποιοί, µωρέ, θὰ μᾶς βάλουνε σὲ δρόµο ;» πάλε θὰ ξεφωνούσανε. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 -- «Οἱ Σκύθες !». 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Μιὰ βροντερὴ φωνὴ πετάχτηκε ξαφνικὰ σὰ ρουκέτα : 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 «Τέλειωσε τὸ νερό !» Εἴταν ὁ κλητήρας. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Οἳ δικαστάδες τιναχτήκαν ἀπάνου μ᾿ὁρμὴ ξεφωνίζοντας καὶ βλαστηµώντας 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 καὶ τρέξαν ὅλοι πατεῖς µε πατῶ σε κατὰ τὴν πόρτα. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Δὲν εἴτανε πυρκαϊά. Δὲν εἴτανε σεισμός. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Τρέχανε, στριµωγνόντανε, χτυπιόντουσαν ἀναμεταξύ τους 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 ποιὸς θὰ πάει πρῶτος στὸ ταμεῖο νὰ πάρει τὸ µιστό του ! 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 ᾿ Ακόμα κ’ οἱ κλητῆρες ὁρμήσανε κατὰ τὴν πόρτα γιὰ τὴν ἴδια δουλειὰ 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 κι ἀφήσανε τὸ Σωκράτη µοναχό του πάνου στὸ βῆμα νὰ πικρογελᾶ. 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 Καὶ κεῖνος, μὲ τὴν παντοτινή του γαλήνη στὴν ψυχἠ καὶ στὸ πρόσωπο, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 κατεβαίνοντας ἀπὸ τὸ βῆμα παρακάλεσε τὸν Πλάτωνα, 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 ποὺ στεκότανε σαστισµένος ἐκεῖ κοντά, νὰ τὸν ὁδηγήσει στὴ φυλακή : 99:59:59.999 --> 99:59:59.999 «Δὲν ξέρω, καημένε, µήτε ποῦ βρίσκεται µήτε κι ἀπὸ ποιὸ δρόµο πᾶνε !»